Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

ΜΙΧΑΗΛ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ - ΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗ



Ποτέ δεν ετιμήθηκε
άλλος κανείς ιππότης,
όπως απ'την πατρίδα του
σαν ήρθε ο Δον Κιχώτης.

Κυράδες τονε ντύνανε,
κοντέσες τον χτενίζαν,
και πριγκιπέσες το άτι το
ζάχαρη το τάιζαν....

από το κεφάλαιο δύο




Που είσαι τώρα, δέσποινά μου,
και μ'αφήνεις στο χαμό;
γιά είναι μάρμαρο η καρδιά σου,
γιά δεν ξέρεις τι τραβώ

από το κεφάλαιο πέντε






Αντώνης


Πώς μ' αγαπάς, Ουλάλια μου το ξέρω,
κι ας μη μου το ομολόγησες ποτέ σου,
μήτε καν με μάτια, τις βουβές
του έρωτα τις γλώσσες.

Γιατί ξέρω πως είδες τη λατρεία μου,
και πως μια αγάπη δεν καταφρονιέται
ποτέ, σαν είναι αληθινή και δείχνεται
         σαν δική μου.

Κι όμως τόσες φορές αλήθεια, Ολάλια μου,
μ' έκανες να πιστέψω που η καρδιά σου
πρέπει μπρούντζινη να 'ναι, κι από μάρμαρο
          τ' άσπρο σου στήθος.

Μα πάλι απ' τα θυμώματά σου μέσα,
και μέσα απ' τις σεμνές σου αποφυγές,
τόσες φορές ξεχώρισα μια λάμψη
           γλυκιάς ελπίδας.

Αν είναι της ψυχής ευγένεια ο έρωτας,
είναι τόση η δική σου, που οι ελπίδες μου
δε θα σκορπίσουν σαν καπνός στον άνεμο
            κι αφρός κυμάτου.

Και αν όσα η αγάπη ξέρει και σοφίζεται
μπορούνε μια καρδιά να μαλακώσουν:
τόσα έκανα για σένα, που η πίστη μου
            διπλή τη νιώθω.

Γιατί όσο κι αν δεν πρόσεξες, θα με είδες
πολλές φορές ντυμένο τη Δευτέρα
με ό,τι και Κυριακήν ακόμα θα 'τανε
          τιμή να βάλω.

Κι όπως τραβούν πάντα τον ίδιο δρόμο
η κομψή φορεσιά με αγάπη:
όμορφα στολισμένος μπρος στα μάτια σου
          δείχτηκα πάντα.

Αφήνω τους χορούς που 'χω για σένα
χορεμένους και μήτε τα τραγούδια
που σου 'χω πει τη νύχτα ή τα χαράματα
           θα σου θυμίσω.

Και μήτε θα σου πω για τα παινέματα
που σου 'χω κάνει για την ομορφιά σου
και που - κι ας είναι αλήθειες - τόσες έκανα
          να με μισήσουν.

Η Τερέζα μού φώναξε μια μέρα
που σε παινούσα: Μερικοί λατρεύουν
μια μαϊμού, και θαρρούνε κάποιον άγγελο
           πως αγαπούνε,

απ' τα πολλά στολίδια γελασμένοι,
τα ψεύτικα μαλλία, και τις φτιαγμένες
ομορφιές, που μπορούν και την αγάπη
           να ξεγελάσουν.

"Ψέματα λες" της είπα· - κι αυτή θύμωσε.
Και βγήκε ο ξάδερφός της και με πρόσβαλε,
και ξέρεις μεταξύ μας πια τι γίνηκε
          και τι έχω κάνει.

Δε σ' αγαπώ μ ' αγάπη που, στη φούρια της,
όλα τα λησμονεί, κι ούτε είν' ο πόθος μου
να σ' απολάψω μονάχα. γιατί πιο τίμιος
            είναι ο σκοπός μου.

Έχει η θρησκεία δεσμούς που 'ναι σαν φιόγκοι
μεταξωτοί. Για βάλε το λαιμό σου
κάτω απ' το ζυγό: να δεις και μένα
          πως θε να σκύψω!

Όπως αν δε θελήσεις: σου τ' ορκίζομαι
στον Άγιο που λατρεύω πιο πολύ
πως δε θ' αφήσω ετούτα τα βουνά
           παρά καλόγερος  

από το κεφάλαιο έντεκα


από το βιβλίο: Μιχαήλ Θερβάντες "Ο Δον Κιχώτης" , μετάφραση Κ. Καρθαίος, α' τόμος εκδ. Πατάκη





Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

ΤΖΕΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ - Ο ποιητης των Αγαπημενων



Ιστορικο

O Τζελαλαντιν Ρουμι το 1207 στην Περσια. Ενας απο τους κυριος εκπροσωπους του Σουφισμου στα 24 του κιολας χρονια ειναι ενας απο τους πιο αναγνωρισμενους θεολογους και ερμηνευτης του Κορανιου επισης Μαθηματικος και Αστρονομος. Το 1244 εμφανιζεται στην ζωη του Ρουμι ενας φιλοσοφος ο Σαμς για τον οποιο ειναι ελαχιστα πολυ γνωστα, ο Ρουμι παντως επηρεαστηκε παρα πολυ και οταν 2 χρονια μετα εξαφανιστηκε ο Ρουμι πεφτει σε μελαγχολια. Εμεινε 40 μερες σε κελι μονος του για να σκεφτει. Μετα απο αυτο
ο Ρουμι απο θεολογος γινεται ποιητης. Ξαφνικα ο Σαμς επιστρεφει αλλα οι ανθρωποι του Ρουμι ηταν εχρικη σε αυτην την επιστροφη.
Παρολα αυτα ο Ρουμι δεν εχει δρομο επιστροφης. Φημες αναφερουν οτι δυσαρεστημενοι μαθητες του Ρουμι δολοφονησαν τον Σαμς.
Ο Ρουμι εκτοτε και για τα επομενα 10 χρονια της ζωης του γραφει ποιηματα για τον ερωτα και τον Αγαπημενο οπως ο ιδιος ερμηνευει
την κινητηρια του δυναμη.

Το εργο του Ρουμι

Ο Ρουμι εγραψε 21336 διπλους στιχους και φυσικα δεν θα μπορουσαμε να βαλει κανεις ουτε το παραμικρο κομματι απο αυτα περα απο μια
μικρη επιλογη. Ο Ρουμι με την ποιηση του καταργει το χρονο και μιλα απευθειας στην καρδια. Το ζητουμενο του ειναι παντα ο Ερωτας.
Ο ανεκπληρωτος ποθος δεν μπορει να πραγματοποιηθει παρα μονο στην Αγαπη. Η ποιηση του Ρουμι ειναι σαν μια μεταξωτη κλωστη που σαν
καλος τεχνιτης υφανσης μετατρεπει σε ενα περσικο χαλι.


ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΤΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥ
 (απόσπασμα)


Αγαπημένε μου, γίνε για μένα
Σαν τις φλόγες που χορεύουν με τον Έρωτα
Πυρά μες στην πυρά…
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Το κερί μου λιώνει με καημό
Κλαίει κέρινα δάκρυα.
Το φυτίλι καίγεται-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Εμείς που βαδίσαμε το μονοπάτι του Έρωτα
Δεν κλίνουμε μάτι όλη νύχτα.
Στην ταβέρνα των μεθυσμένων
Ο τυμπανιστής χτυπάει το τύμπανο-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Στη μαυρίλα της νύχτας
Οι εραστές ξαγρυπνούν
Μην τους μιλάτε για ύπνο
Το μόνο που θέλουν
Είναι να βρίσκονται μαζί μας-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Η Ένωση είναι ένας μανιασμένος ποταμός
Που χύνεται κατ’ ευθείαν στη θάλασσα
Απόψε η Σελήνη δίνει φιλιά στα αστέρια…
Ό,τι αγγίζω ό,τι βλέπω
Γίνεται φωτιά της αγάπης-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.
…………………………………………………………
Όλη τη νύχτα χόρευα γύρω απ΄το σπίτι
Του Αγαπημένου μου
Το πρωί εκείνος βγήκε έξω
Και μου πρόσφερε να πιω κρασί
Δεν είχα κύπελλο-
«Να το άδειο μου κρανίο», του είπα.
«Ρίξε μέσα το κρασί σου».
…………………………………………………………..
Χτύπησα την πόρτα
Εκείνου που αγκαλιάζει την αγάπη.
Άνοιξε, με είδε να στέκω εκεό
Κι άρχισε να γελάει.
Με τράβηξε μέσα.-
Έλιωσα όπως η ζάχαρη, στην αγκαλιά εκείνου του Εραστή
Εκείνου του Μάγου του Κόσμου.

(Τζελαλαντίν Ρουμί, Στον κήπο του Αγαπημένου, εκδ. Αρμός)




Ο αγαπημένος
(απόσπασμα)



Δέξου με Αγαπημένε μου
Σώσε την ψυχή μου.
Γέμισέ με με την αγάπη σου
Και λύτρωσέ με από τους δύο κόσμους.

Αν αφήσω την καρδιά μου μακριά σου
Φωτιά μου καίει τα σωθικά.

Ω, Αγαπημένε μου
Πάρε μακριά ό,τι θέλω
Πάρε μακριά ό,τι κάνω
Πάρε μακριά κάθε τι
Που με παίρνει μακριά σου.

Ούτε ξέρω αν υπάρχουν δύο κόσμοι
Το μόνο που εγώ είναι ο Ένας
Έναν μονάχα αναζητώ
Έναν μονάχα ξέρω
Έναν μονάχα βρίσκω
Και εξυμνώ μονάχα Έναν.

Τόσο πολύ έχω μεθύσει
Απ’ το κρασί του Αγαπημένου μου
Πού και οι δυο κόσμοι
Έχουν χαθεί από μπροστά μου.

Δεν μένει τίποτ’ άλλο, παρά ν’ αγγίξω
Το κύπελλο του Αγαπημένου.

Ω, πώς χωράει ο Αγαπημένος στην καρδιά μου.
Χίλιες ψυχές σε ένα κορμί
Χίλιες σοδειές σε ένα δεμάτι
Χιλιάδες στρόβιλοι ουρανών
Στο μάτι μιας βελόνας.

[…] τα μάτια μου βλέπουν
Μόνο το πρόσωπο του Αγαπημένου.
Τι υπέροχη θωριά!
Για τη θωριά του αυτή είναι Αγαπημένος
Αλλά γιατί να ξεχωρίζω;
Ο Αγαπημένος βρίσκεται μες στη θωριά
Και η θωριά μες στον αγαπημένο

[…] Απόψε ο Αγαπημένος
Μου εξομολογήθηκε τα μυστικά του
Τι νύχτα!
Μακάρι να διαρκούσε αιώνια..
Ο ουρανός λάμπει…
Ω Αγάπη
Όταν σε ψάχνω, σε βρίσκω να μ’ αναζητάς.
Όταν κοιτάζω γύρω μου
Βρίσκω τους βοστρύχους των μαλλιών σου
Μέσα στα χέρια μου.

Πίστευα πάντα πως
Εγώ είχα μεθύσει απ’ το κρασί σου
Αλλά τώρα βρίσκω
Το κρασί σου να ‘χει μεθύσει από μένα.

Δίχως να κοιτάζω
Μπορώ και βλέπω τα πάντα μέσα μου
Τα μάτια μου είναι άχρηστα
Τώρα που μπορώ να δω
Ολόκληρο τον κόσμο
Με τα δικά Του μάτια…

Τζελαλαντίν ΡΟΥΜΙ, Ο Αγαπημένος, εκδ. ΑΡΜΟΣ


Ο τάφος του Ρουμί στο Ικόνιο


Τζελαλαντίν Ρουμί, ο Μυστικός ποιητής της Ανατολής

της Ανθής Ντάρδη



Οι δαιδαλώδεις σκοτεινές διαδρομές της ζωής είναι αμέτρητες. Εμείς απλά επιλέγουμε και αναλόγως περπατάμε το κομμάτι που θέλουμε. Ακόμα όμως και όταν τα υπόλοιπα μονοπάτια είναι ξέφωτα και πλημμυρισμένα με όσα αποζητάμε, μπορεί να στερούμαστε κάτι, μια έννοια άπιαστη αλλά ουσιώδη. Την ένωση με τον Έρωτα αναζητάμε με αγωνία, ανυπομονησία και φόβο.

Ο  Τζελαλαντίν Ρουμί μεταμορφώθηκε από διδάσκαλο του Κορανίου, μυστικό Σουφί και σπουδαίο θεολόγο σε έναν γοητευτικά απελπισμένο ερωτευμένο άντρα μέσα σε ένα μεσημέρι. Το έργο που άφησε πίσω του ο Πέρσης ποιητής είναι αριστουργηματικό και ογκώδες. Η Καδιώ Κολυμβά έκανε μια επιλογή ποιημάτων από την συλλογή «ο Αγαπημένος» που παρουσιάστηκε σε συνεργασία με τις εκδόσεις Αρμός.

Από τους κορυφαίους μυστικούς ποιητές της Ανατολής, απολογητής ενός θεϊκού έρωτα, απ' τον οποίο φτάνει σ' εμάς τους Δυτικούς, εντελώς αμύητους στη γλωσσική πραγματικότητα του σουφισμού, μόνον ένα ακρωτηριασμένο νόημα, ο Ρουμί υπήρξε ο πιο συνεπαρμένος υμνητής του. Ο  Τζελαλαντίν Ρουμί ( το όνομα του οποίου σημαίνει «Δόξα της Θρησκείας») υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους δασκάλους του Κορανίου αλλά και του Σουφισμού. Ο ίδιος συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό μαθητών και θαυμαστών, αλλά του έλειπε κάτι. Έλειπε η ίδια η ουσία του Σουφισμού, η εξύψωση, η συνάντηση με τον «Αγαπημένο» , το θεϊκό νόημα της ζωής που περιέγραφαν ονειρικά οι υπόλοιποι διδάσκαλοι.

Όλα λύθηκαν και τα κομμάτια του παζλ της ζωής του Τζελαλαντίν ενώθηκαν όταν γνώρισε τον Σαμς (που σημαίνει «φως») έναν ρακένδυτο ιδιότροπο  σουφί, τον οποίο ο ποιητής εμπιστεύτηκε απόλυτα και του δόθηκε ολοκληρωτικά. Μέσα από την ύπαρξη του Σαμς ο Ρουμί ενώθηκε με τον «Αγαπημένο», έγιναν ένα και δεν χωριστήκαν ποτέ ακόμα και όταν η ζωή ή ο θάνατος είχαν άλλα σχέδια.

Ο μεθυσμένος από έρωτα Ρουμί γίνεται υμνητής του ανεκπλήρωτου έρωτα , όταν το πρόσωπο της λατρείας του εξαφανίζεται μυστηριωδώς από τη ζωή του. Τότε ο Τζελαλαντίν γράφει την συλλογή «ο Αγαπημένος». Τα ποιήματά  του βρίσκουν την αυθεντική τους ρίζα στο πένθος και στην αυταπάρνηση. Ζητούμενο τους πάντα είναι ο Έρωτας, ο χαμένος και συγκρουόμενος που σηματοδοτεί την αφύπνιση του Ρουμί και την «επιστροφή» του Σαμς μέσα στις λέξεις και γραμμές  που αβίαστα δημιουργεί ο ποιητής.

Οι λέξεις αρκετές φορές, είναι πολύ μικρές για να περιγράψουν τα συναισθήματα, πόσο μάλλον να τα εικονοποιήσουν. Αλλά ο Ρουμί καταφέρνει να εκφράσει τόσο ξεκάθαρα τον βιωματικό του πόνο, που ο αναγνώστης θα εκπλαγεί. Προφανώς όμως τα νοήματα των ποιημάτων του, είναι τόσο εύκολο να «διαβαστούν», γιατί στην πραγματικότητα είχαν μόνο έναν αποδέκτη τον Αγαπημένο του, και έναν και μοναδικό στόχο να φέρουν τον Σαμς δίπλα στον Τζελαλαντίν.

Η ποίηση του Τζελαλαντίν είναι συνώνυμο του ερωτικού και απύθμενου λυρισμού που μπορεί να κρύβεται κάτω και από μια μόνο συλλαβή. Το έργο του είναι κινούμενο πάνω στις προσευχές και στην μέχρι τότε υπάρχουσα καθιερωμένη περσική ποίηση αλλά δοσμένο με έναν ρεαλιστικό και ανθρώπινο πόνο που αγγίζει  και τα πιο σκληροτράχηλα μάτια.

Στα ποιήματα του Τζελαλαντίν Ρουμί δεν θα βρεθεί στίχος ανήθικος, αφοριστέος ή κατακριτέος , στην ποίηση δεν υπάρχουν τέτοιοι στίχοι. Η ποίηση είναι καθρέφτης και πάνω της βλέπουμε τα πρόσωπα μας. Ο Σαμς για τον Ρουμί ήταν ο δρόμος που τον οδηγούσε στον Θεό, στην αιωνιότητα. Δεν έχει σημασία ποιο ήταν το όνομα του οδηγού αλλά η παρουσία του. Στην ποίηση του Ρουμί είσαι απογυμνωμένος από διακρίσεις και μυωπικά γυαλιά , αλλά δεμένος με ιστό αράχνης με τον οδηγό σου…

“Ο Έρωτας ήρθε και με άδειασε.
Ο Έρωτας ήρθε και με  γέμισε
με τον Αγαπημένο.
Έγινε το αίμα του κορμιού μου
Έγινε τα χέρια μου και τα πόδια μου
Έγινε τα πάντα.
Τώρα ό,τι έχω είναι μόνο ένα όνομα.
Όλα τ’ άλλα είναι του Αγαπημένου”
(ποίημα από την συλλογή «ο Αγαπημένος»)


Ο τάφος του Ρουμί στο Ικόνιο


Τζελαλεντίν Ρουμί
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Τζελαλεντίν Ρουμί (1207-1273) ήταν Πέρσης ποιητής και δάσκαλος θεολογίας και δικαίου στο Ικόνιο (Κόνια, Τουρκία) με μεγάλη επιρροή στον ιδεολογικό-θρησκευτικό χώρο του Ισλάμ και ιδιαίτερα στον μουσουλμανικό μυστικισμό. Τα σπουδαιότερα έργα του είναι το "Ντιβάν", συλλογή λυρικών ποιημάτων και το "Μεσνεβί" (δίστιχα) που περιέχει 40.000 δίστιχα σε ηθικά και ασκητικά θέματα, μέσα από μυστικισμό και αλληγορίες. Ίδρυσε το Σουφικό τάγμα των Μεβλεβί.

Τα ονόματα του Ρουμί 

Το όνομά του Jalal-Al-Din Rumi προέρχεται από το πλήρες όνομα Jalal al-Din Mohammad Ibn Mohammad Ibn Mohammad Ibn Husain al-Rumi, (Περσικά: مولانا جلال الدين محمد رومي , Τουρκικά: Mevlânâ Celâleddin Mehmed Rumi). Από τους συγχρόνους του, του δόθηκε το όνομα «Μεβλανά» που σημαίνει «ο δάσκαλός μας». Έτσι λοιπόν τον αποκαλούσαν και Μεβλανά Τζελαλεντίν (όπως φαίνεται και στην Τουρκική έκδοση του ονόματός του) ή και Muhammad Balkhī (Περσικάمحمد بلخى ) ("ο Μωάμεθ από το Μπάλκ"), στα πέρσικα. Αναφέρεται επίσης και απλά ως Ρουμί. Το τελευταίο αυτό κομμάτι του ονόματός του, Ρουμί, σημαίνει Ρωμαίος, Ρωμιός, προερχόμενος από την Ρουμ, όπως ήταν γνωστή η Ανατολία (η Ρώμη της Ανατολής).

Η ζωή του 

Γεννήθηκε το 604 έτος Εγείρας (1207/1208 μ.Χ.) στο Μπαλκ (τότε μέρος του Μεγάλου Κορασάν, σημερινό Αφγανιστάν) και πέθανε στο Ικόνιο (σημερινή Κόνια της Τουρκίας) το 1273. Έγραψε τα ποιήματά του στα περσικά και τα έργα του διαβάζονται στο Ιράν και το Αφγανιστάν, όπου μιλιέται η γλώσσα. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Αυτοκρατορία των Σελτζούκων και ιδιαίτερα στο Σουλτανάτο του Ρουμ, δηλαδή το Σουλτανάτο των Σελτζούκων του Ικονίου.
Ο πατέρας του, Μπαχά αλ-Ντιν (Baha al-Din) ήταν φημισμένος λόγιος. Υπό την κηδεμονία του ο Ρουμί έλαβε την πρώτη του μόρφωση από τον Σιέντ Μπουρχάν-αλ-Ντιν (Syed Burhan-al-Din). Όταν έγινε 18 ετών, η οικογένεια ξεφεύγοντας από τις επιδρομές των Μογγόλων, μετά από αλλεπάλληλες μεταναστεύσεις εγκαταστάθηκε στο Ικόνιο και στην ηλικία των 25 ο Ρουμί πήγε στη Δαμασκό για να συμπληρώσει την εκπαίδευσή του.
Στο μυστικισμό τον εισήγαγε ένας περιπλανώμενος δερβίσης, ο Σαμσουντίν του Ταμπρίζ. Ο Ρουμί είναι ο συγγραφέας ενός εξάτομου διδακτικού έπους, του Μασναβί (Mathnawi) ή "Masnavi-ye Manavi", που αποκαλείται ενίοτε και "Qur'an-e Farsi", δηλαδή "Κοράνιο στα Περσικά", από ορισμένους λόγιους. Έγραψε επίσης και διαλόγους Φιχί μα Φιχί (Fihi ma Fihi), που γράφτηκαν για να εισάγουν τους μαθητές του στη μεταφυσική. Το συνολικό ποιητικό έργο του άσκησε βαθιά επίδραση σε όλες τις μορφές αισθητικής έκφρασης του ισλαμικού κόσμου και κυριαρχείται από την απόλυτη αγάπη προς τον Θεό.
Η διδασκαλία του καλούσε ανθρώπους από οποιαδήποτε πίστη, θεωρώντας ότι ο Θεός Μουσουλμάνων, Χριστιανών και Εβραίων είναι ένας.

Όταν πέθανε, στις 17 Δεκεμβρίου του 1273, άνθρωποι από πέντε διαφορετικές πίστεις και θρησκείες ακολούθησαν τη νεκρική πομπή του. Η νύχτα της ταφής ονομάστηκε Σεμπούλ Αρούζ (Sebul Arus), δηλαδή Νύχτα της Ένωσης. Από τότε οι Μεβλεβί Ντερβίς κράτησαν αυτή την ημερομηνία ως γιορτή.

Η επιρροή του Τζελαλεντίν 

Η σημασία του Τζελαλεντίν Ρουμί περνά τα σύνορα των χωρών και των εθνοτήτων και έχει επηρεάσει ιδιαίτερα και την Περσική και την Τουρκική λογοτεχνία. Τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες του κόσμου.
Ήταν ο ιδρυτής του τάγματος των δερβίσηδων Μεβλεβί (Μεβλεβί Ντερβίς).
Ενδεικτικό της επιρροής του Τζελαλεντίν και του σεβασμού που του έτρεφαν και του τρέφουν ακόμη οι Χριστιανοί, είναι η επίσκεψη του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου στο Ικόνιο (Δεκέμβριος 2004) για να λάβει μέρος στους εορτασμούς της 731ης επετείου του θανάτου του Μεβλανά.
Στις ελληνικές επιρροές στο έργο του Ρουμί αναφέρεται το άρθρο «Τα ελληνικά ποιήματα του Μαυλανά Ρουμή και του γυιού του Βαλέντ κατά τον 13ο αιώνα» [1]. Από εκεί συνάγονται τα εξής:
Στο έργο του Ρουμί υπάρχουν πολλά νεοπλατωνικά και γνωστικά στοιχεία. Αυτό οφείλεται – πέρα από τις ελληνικές επιδράσεις που υπήρχαν ήδη στην ισλαμική φιλοσοφία και θεολογία – στο ότι ο Ρουμί είχε ο ίδιος επαφή με έλληνες διανοούμενους της περιοχής, κυρίως κληρικούς. Ο Αφλακί[2], βιογράφος του Ρουμί, περιγράφει τις φιλοσοφικές συζητήσεις του Ρουμί με τον ηγούμενο της Ι. Μονής του Αγίου Χαρίτωνος (κατά τους τούρκους Άκ Μαναστίρ), κοντά στην ελληνική κωμόπολη Σίλλη του Ικονίου, την οποία μάλιστα αναφέρει ως «μονή του Πλάτωνος» (ντέιρε Αφλατούν)[3]. Από τα λίγα ποιήματα του Ρουμί σε τοπικό ελληνικό ιδίωμα δεν είναι εμφανές σε ποιο βαθμό γνώριζε την ελληνική. Φαίνεται όμως ότι ο γιος του Σουλτάν Βαλέντ γνώριζε πολύ καλά τα ελληνικά διότι έγραψε αρκετά ποιήματα σ’ αυτή τη γλώσσα. Οι τελετουργίες που αυτοσχεδίασε ο Ρουμί (μουσική, χορός, απαγγελίες) φαίνεται ότι είχαν ως στόχο περισσότερο να προσελκύσουν στον ισλαμισμό τους έλληνες της περιοχής παρά απευθύνονταν στους μουσουλμάνους. Κατά τον Αφλακί ο Ρουμί έλεγε: «Ο Ύψιστος επεφύλαξε μεγάλες χαρές στους κατοίκους της Μικράς Ασίας. … Η περιοχή της έχει το καλύτερο κλίμα αλλά οι κάτοικοί της αγνούσαν τον μυστικόν έρωτα προς τον αληθινόν Κύριο των δυνάμεων» … «Με πήρες (ώ Θεέ) από το Χορασάν και μ’ έφερες στην χώρα των Ελλήνων για να συναναστραφώ μ’ αυτούς και να τους οδηγήσω στο ορθό δόγμα. Όταν είδαμε ότι δεν στρέφονταν κατά κανένα τρόπο προς τον δρόμο του Θεού, και στερούνταν τα θεία μυστήρια, τους υποβάλαμε τις ιδέες αυτές με τρόπο πιο ευχάριστο, με μουσικές συναυλίες και με τον ρυθμό της ποίησης, πράγματα που αναταποκρίνονται στις ορέξεις των ανθρώπων. Διότι οι κάτοικοι της Μικρασίας είναι χαροκόποι και υπόκεινται στην επιροοή του πλανήτη της Αφροδίτης»[4]. Μερικοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι εκστατικοί χοροί των δερβισών είναι επιβιώσεις αρχαίων διονυσιακών λατρειών που ήταν διαδεδομένες στη Μ. Ασία[5]. Υπάρχουν μαρτυρίες για την επιβίωση διονυσιακών τελετουργιών κατά τους μεσαίους χρόνους, ίσως και μέχρι την εποχή του Ρουμί. Ο ΞΒ’ κανών της Πενθέκτης οικουμενικής Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως, το 691, ορίζει στους τρυγητές όπως «μη το του βδελυκτού Διονύσου όνομα επιβοάν» και «έτι και τας ονόματι των παρ’ Έλλησι ψευδώς ονομασθέντων θεών ή εξ ανδρών ή γυναικών γινομένας ορχήσεις, και τελετάς … αποπεμπόμεθα»[6]. Ένα σχόλιο του Ιωάννου Ζωναρά (12ος αιών) στον ανωτέρω κανόνα επιβεβαιώνει ότι και στην εποχή του (έναν αιώνα πριν τον Ρουμί) επιβίωναν οι ίδιες διονυσιακές τελετές μεταξύ των αγροτών.
Η μελέτη των ελληνικών στίχων του Ρουμί από δυτικούς ερευνητές είναι αρκετά δύσκολη διότι είναι γραμμένοι στην αραβική γραφή. Λόγω της άγνοιας της ελληνικής γλώσσας από τους τούρκους και πέρσες αντιγραφείς χειρογράφων, αλλά και λόγω της ελλειπτικότητας του αραβικού αλφαβήτου, λείπουν τα πολύ σημαντικά για την ελληνική γλώσσα φωνήεντα, ενώ υπάρχουν και λάθη στον αριθμό των στιγμών που διαφοροποιούν μερικά αραβικά γράμματα μεταξύ τους. Υπάρχουν ελάχιστες μεταγραφές των ελληνικών στίχων του Ρουμί σε ελληνικό αλφάβητο[7][8].

Ένα ποίημα του Ρουμί με ελληνικούς και περσικούς στίχους. Σε αγκύλες είναι η μετάφραση των περσικών στίχων.
Αφέντης μας έν κι αγαπούμεν τον
Κι απ’ εκείνον έν καλή η ζωή μας.
Γιατί γύρισες γιατί βρώμισες;
Πέ με τι έπαθες, πέ με τι έχασες;
Άι καρδιά μου, άι ψυχή μου!
Άι το ετούτο μου, άι το εκείνο μου,
Άχ σπί τμου,άχ στέγη μου!
Άχ θησαυρέ μου, αχ χρυσοπηγή!
Έλα καλέ μου, έλα σάχη μου,
Χαρά δεν δίδεις, δός μας άνεμο!
Πού διψά πίνει, πού πονεί λαλεί,
Μηδέν τσάκωσες,καλέ, το γυαλί;
Yπόμνημα:
έν: είναι, πβ. τον τύπο «ένι» του ιδιώματος της Σίλλης[9].
Το γυαλί, περσικά «τζάμ» (εδώ σημαίνει «ποτήρι»), είναι ένα αγαπητό σύμβολο στην περσική ποίηση.

Η σημασία του Ρουμί περνά τα εθνικά και κρατικά σύνορα. Όσοι μιλούν την περσική γλώσσα στο ΙράνΑφγανιστάν και το Τατζικιστάν, τον θεωρούν σαν ένα από τους πιο σημαντικούς κλασσικούς ποιητές που έχει επηρεάσει πολλούς ποιητές στην ιστορία. Είχε επίσης σημαντικότατη επίδραση στην Τουρκική λογοτεχνία. Η ποίησή του είναι η βάση της κλασικής Ιρανικής και Αφγανικής μουσικής.

Σημειώσεις και παραπομπές 

 Δημήτρης Δέδες, άρθρο «Τα ελληνικά ποιήματα του Μαυλανά Ρουμή και του γυιού του Βαλέντ κατά τον 13ο αιώνα», περιοδικό "Τα Ιστορικά", τ. 10, τεύχος 18-19, 1993, σελ. 3-22
 Cl. Huart, Les saints des derviches tourneurs. Παρίσι, 1918-1922.
 Cl. Huart, Les saints des derviches tourneurs. Παρίσι, 1918-1922. σελ. 261
 Cl. Huart, Les saints des derviches tourneurs. Παρίσι, 1918-1922. σελ. 190.
 H. Geizer, Geistiges und Weltiches aus dem Turkisch-Griechischen Orient, Λειψία, 1900, σ. 167-177
 Γ.Α. Ράλλης, Μ. Ποτλής. Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων, τ. Β’ Αθήνα, 1852. σ. 448
 P. Burguiere, R. Mantran, “Quelques vers grecs du XIII siecle en caracteres arabes”, περιοδικό Byzantion, τ. 22, 1952, σ. 63-80
 Gustav Meyer, “Die Griechischen Verse im Rabadnama”, Byzantinisch Zeitschrift, τ. 4, 1895, σ. 401-411
 Θ. Κωστάκης, Το γλωσσικό ιδίωμα της Σίλλης, Αθήνα 1968 (έκδοση του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών)

Βιβλιογραφία 

Στα Αγγλικά 

Rumi, The Masnavi: Book One, trans. J. Mojaddedi, Oxford World's Classics, Oxford University Press, 2004 ISBN 0-19-280438-3
The Mesnevi of Mevlānā Jelālu'd-dīn er-Rūmī. Book first, together with some account of the life and acts of the Author, of his ancestors, and of his descendants, illustrated by a selection of characteristic anecdotes, as collected by their historian, Mevlānā Shemsu'd-dīn Ahmed el-Eflākī el-'Arifī, translated and the poetry versified by James W. Redhouse, London: 1881. Contains the translation of the first book only.
Masnaví-i Ma'naví, the Spiritual Couplets of Mauláná Jalálu'd-din Muhammad Rúmí, translated and abridged by E. H. Whinfield, London: 1887; 1989. Abridged version from the complete poem. On-line editions atsacred-texts.com and on wikisource.
The Masnavī by Jalālu'd-din Rūmī. Book II, translated for the first time from the Persian into prose, with a Commentary, by C.E. Wilson, London: 1910.
The Mathnawí of Jalálu'ddín Rúmí, edited from the oldest manuscripts available, with critical notes, translation and commentary by Reynold A. Nicholson, in 8 volumes, London: Messrs Luzac & Co., 1925–1940. Contains the text in Persian. First complete English translation of the Mathnawí.
The Essential Rumi, translated by Coleman Barks with John Moyne, A. J. Arberry, Reynold Nicholson, San Francisco: Harper Collins, 1996 ISBN 0-06-250959-4; Edison (NJ) and New York: Castle Books, 1997ISBN 0-7858-0871-X. Selections.
The Illuminated Rumi, translated by Coleman Barks, Michael Green contributor, New York: Broadway Books, 1997 ISBN 0-7679-0002-2.
Rumi and the Sufi tradition, by John A. Moyne, Global Publications, IGCS, Binghamton University (1998).

Προτεινόμενη βιβλιογραφία 

Δημήτρης Δέδες, Τα ελληνικά ποιήματα του Μαυλανά Ρουμή και του γιού του Βαλέντ κατά τον 13ον αιώνα , Τα Ιστορικά, τομ.10, τ/χ.18-19 (Ιούνιος-Δεκέμβριος 1993),σελ.3-22

Δείτε επίσης 


Εξωτερικοί σύνδεσμοι 

Κείμενα on-line του Ρουμί
Wikisource:Masnavi I Ma'navi, συντομευμένη έκδοση, μεταφρασθείσα από τον E.H. Whinfield, 1898.
The Masnavi I Ma'navi, από Maulana Jalalu-'d-din Muhammad Rumi, συντομευμένη έκδοση, μεταφρασθείσα από τον E.H. Whinfield, E.H. Whinfield στο sacred-texts.com
Dar al Masnavi, αρκετές Αγγλικές εκδόσεις επιλογών από διαφορετικούς μεταφραστές.
Για τον Ρουμί
το τάγμα των Μεβλεβί της Αμερικής. [Αυτή η οργάνωση δεν έχει σχέση με την προηγούμενη]
Rumi, Jalal al-Din, μια βιογραφία από τον Καθηγητή Iraj Bashiri, Πανεπιστήμιο της Μινεσσότα.
Mevlana Jalal al-Din Rumi Σχόλιο για τον Ρουμί από τον Fethullah Gülen
Ότι γυρίζει... - Εφημερίδα The Guardian, Νοέμβριος 5, 2000
Θησαυροί της Περσικής λογοτεχνίας, από τον Καθηγητή Behrouz Homayoun Far




Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

ΜΑΡΙΟ ΜΠΕΝΕΝΤΕΤΤΙ (Mario Benedetti) - ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΤΕΒΙΔΕΟ




Ακόμη

Εξακολουθώ να μην πιστεύω
έρχεσαι δίπλα μου
και η νύχτα είναι μια χούφτα
αστεριών και ευθυμίας
δακτύλων γεύσεις ακούω και βλέπω
το πρόσωπό σου το μεγάλο σου διασκελισμό
τα χέρια σου, και ακόμα
ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω
ότι η επιστροφή σου έχει πολλά
να κάνει με σένα και με μένα
και για ξόρκι το λέω
και για τις αμφιβολίες το τραγουδώ
κανείς ποτέ δεν θα σε αντικαταστήσει
και τα πιο ασήμαντα πράγματα
αλλάζουν σε θεμελιώδεις
επειδή γυρνάς στο σπίτι
ωστόσο εξακολουθώ να
αμφιβάλλω σε αυτήν την τύχη
γιατί ο ουρανός σε έχει
μου φαίνεται φαντασία
Αλλά έρχεσαι και είναι σίγουρο
και έρχεσαι με το βλέμμα σου
και γι’ αυτό η άφιξή σου
κάνει μαγικό το μέλλον
ακόμη και αν δεν είναι πάντα κατανοητές
οι ενοχές μου και οι καταστροφές μου
αλλά ξέρω ότι στα χέρια σου
ο κόσμος έχει νόημα
και αν φιλήσω με τόλμη
και το μυστήριο των χειλιών σου
δεν θα υπάρχουν αμφιβολίες ή άσχημες γεύσεις
θα σ 'αγαπώ περισσότερο
ακόμη.

μετάφραση: Κοκολογιάννης Κωνσταντίνος



Μάριο Μπενεντέττι
  
Γιος του Brenno Benedetti και της Matilda Farugia, οι οποίοι τον βάπτισαν με πέντε ονόματα, σύμφωνα με τον ιταλικό έθιμο, εώς τα δύο του χρόνια ζούσε με την οικογένειά του σε Paso de los Toros, στη συνέχεια, για λόγους εργασίας, η οικογένεια μετακόμισε στο Tacuarembò. Μετά από μια προσωρινή πτώχευση στο Tacuarembò (όπου έπεσαν θύματα απάτης), η οικογένεια μετακόμισε στο Μοντεβιδέο, ο Μάριο Μπενεντέττι ήταν τεσσάρων ετών.
Το 1928 ξεκίνησε το σχολείο στο γερμανικό κολλέγιο του Μοντεβιδέο, όπου και τελείωσε το 1933. Άρχισε να παρακολουθεί το λύκειο Mirandaper. Το 1934 μπήκε στο Escuela de Raumsólica Logosophy. Το 1935 χρειάστηκε να εγκαταλείψει τις σπουδές του λόγω των οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς του και να τις ολοκληρώσει έπειτα σαν επαγγελματίας.
Στην ηλικία των δεκατεσσάρων άρχισε να εργάζεται στην εταιρεία του Will Λ. Smith, που κατασκευάζονται εξαρτήματα για αυτοκίνητα. Μεταξύ 1938 και 1941 διέμενε σχεδόν συνεχώς στο Μπουένος Άιρες.
Το 1945 εντάχθηκε στο συντακτικό προσωπικό της εβδομαδιαίας Marcha, όπου παρέμεινε μέχρι το 1974 (το έτος κατά το οποίο η εφημερίδα έκλεισε από την κυβέρνηση του Χουάν Μαρία Μπορνταμπέρι). Το 1954 διορίστηκε συντάκτης του λογοτεχνικού Marcha. Στις 23 Μαρτίου 1946 παντρεύτηκε Luz López Alegre, τη μεγάλη αγάπη του και σύντροφο της ζωής του. Το 1948 διεύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό Marginalia και δημοσιεύει τον τόμο δοκιμίων Peripecia y Novela.
Το 1949 έγινε μέλος της συντακτικής επιτροπής του Numero, ένα από τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής. Συμμετείχε ενεργά στο κίνημα κατά της στρατιωτικής συνθήκη με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Αυτή ήταν η πρώτη δράση του ως πολιτικός ακτιβιστής. Την ίδια χρονιά κέρδισε το βραβείο του Υπουργείου Δημόσιας Εκπαίδευσης για την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, «Esta mañana».
Το 1964 εργάστηκε ως κριτικός θεάτρου και συν-διευθυντής της εβδομαδιαίας λογοτεχνική σελίδα  της εφημερίδας La mañana.
Εργάστηκε ως ευθυμογράφος στο περιοδικό Peloduro. Έγραψε, επίσης, κριτική ταινιών στην La tribuna popular.



Επέστρεψε στην Κούβα για να συμμετάσχει ως κριτής του διαγωνισμού Casa de las America.
Το 1968 ίδρυσε και διηύθυνε το Κέντρο Έρευνας για την λογοτεχνία Casa delle Americhe.
Διορίστηκε Διευθυντής του Τμήματος ισπανο-Αμερικανικής Λογοτεχνίας στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών και της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Δημοκρατίας. Δημοσίευσε «Crónica del 71»  (Χρονικό του 71), που αποτελείται κυρίως από μια συλλογή των κύριων άρθρων πολιτικής που δημοσιεύθηκε στο εβδομαδιαίο Marcha, ένα ανέκδοτο ποίημα, και τρεις ομιλίες κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Frente Amplio. Επίσης, δημοσιεύει «Los poemas comunicantes», με συνεντεύξεις από διάφορους ποιητές της Λατινικής Αμερικής. Το 1973, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, λόγω της μαρξιστικής ιδεολογίας, εγκαταλείπει την Ουρουγουάη, και αφήνει τη θέση του στο Πανεπιστήμιο και έφυγε για την εξορία στο Μπουένος Άιρες. Ταξίδεύει στην Αργεντινή, το Περού, την Ισπανία. Ήταν δέκα ολόκληρα χρόνια μακριά από την πατρίδα του και η σύζυγός του, που έπρεπε να μείνουν στην Ουρουγουάη για να φροντίσει τη μητέρα του και την πεθερά του.
Η κινηματογραφική εκδοχή της Εκεχειρίας, σε σκηνοθεσία από τον Sergio Renan, το 1974, προτάθηκε για το τεσσαρακοστό έβδομο φεστιβάλ Oscar για την καλύτερη ξένη ταινία. Το 1976 επέστρεψε στην Κούβα, αυτή τη φορά ως εξόριστος, και επανασυνδέει Consiglio di Direzione della Casa delle Americhe.
Το 1980 μετακόμισε στην Πάλμα ντε Μαγιόρκα. Δύο χρόνια αργότερα άρχισε να εργάζεται μέσα από τις σελίδες της εφημερίδα El País. Κατά το ίδιο έτος το Συμβούλιο του Κράτους της Κούβας τον τιμά με το Orden Félix Varela.
Γυρίζει πίσω στην Ουρουγουάη το Μάρτη του 1983 όπου εκδίδει πολλά έργα του. Διορίστηκε Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Συντακτών του νέου περιοδικού Brecha, που αποτελεί συνέχεια του έργου του περιοδικού Marcha που διακόπηκε το 1974.
Το 1986 τιμήθηκε με το βραβείο Jristo Botev στη Βουλγαρία, για το έργο του ως ποιητής και δοκιμιογράφος. Βραβευμένο το 1987 στις Βρυξέλλες με τον Premio Llama de Oro de Amnistía Internacional για το μυθιστόρημα «Primavera».
Το 1989 τιμήθηκε με το Medalla Haydee Santamaría από το Συμβούλιο Επικρατείας της Κούβας το 1997, δόθηκε ο τίτλος του τίτλο του Επίτιμου Διδάκτορα από το Πανεπιστήμιο του Αλικάντε.
Στις 31η Μαΐου του 1999 του απονέμεται το VIII Βραβείο Reina Sofía de Poesía Iberoamericana. Στις 29 Μαρτίου 2001, το Ίδρυμα José Martí τον βραβεύει.
Στις 19 Νοεμβρίου 2002 ονομάστηκε επίτιμος πολίτης του Μοντεβιδέο. Το 2004 του απονεμήθηκε το Βραβείο Etnosur.



Το 2004 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη, ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή και την ποίηση του Mario Benedetti με τίτλο " Mario Benedetti e altre sorprese." που γράφτηκε και σκηνοθετήθηκε από την Alessandra Mosca, χρηματοδοτήθηκε από την Πρεσβεία της Ουρουγουάης στην Ιταλία. Το ντοκιμαντέρ συμμετείχε στο Φεστιβάλ Internacional del Cine Latinoamericano Nuevo de La Habana στην ΧΙΧ της Λατινικής Αμερικής, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Τεργέστης και το Φεστιβάλ Internacional de Cine de Santo Domingo. Το 2005, με το βιβλίο του Mario Benedetti του ποιήματα, Adioses y bienvenidas, παρουσιάστηκε το ντοκιμαντέρ Palabras verdaderas, ο οποίος παρέστη αυτοπροσώπως.
Στις 7 Ιουνίου 2005 τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο ΧΙΧ Menéndez Pelayo, και του απονεμήθει το μετάλλιο της Τιμής του Διεθνούς Πανεπιστημίου Menéndez Pelayo. Το βραβείο, που απονέμεται από το πανεπιστήμιο Menéndez Pelayo Διεθνούς, αναγνωρίζει το έργο των διακεκριμένων ανθρώπων που έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικά και επιστημονικές δραστηριότητες, τόσο στα ισπανικά, όσο και στα πορτογαλικά.
Ο Mario Benedetti χωρίζει το χρόνο του στα σπίτια του, στην Ουρουγουάη και την Ισπανία. Μετά το θάνατο της συζύγου του, Luz Lopez, 13 Απριλίου 2006, λόγω τ Alzheimer, ο Benedetti έμεινε μόνιμα στο Μοντεβιδέο. Λόγω της μεταφοράς του, ο Benedetti είχε δωρίσει μέρος της προσωπικής βιβλιοθήκης του στη Μαδρίτη, στο Centro de Estudios Iberoamericanos Mario Benedetti dell'Universidad de Alicante.

ο Mario Benedetti πέθανε στο Μοντεβιδέο στις 17 Μαΐου, 2009.



πηγή: www.casadellapoesia.org
μετάφραση: Κοκολογιάννης Κωνσταντίνος

1
Σιγά σιγά πείστηκαν
ότι έπεισαν
αλλά ο σιωπηλός είπε όχι

δηλαδή
δεν κατάφεραν ν' αλλάξουν την εικόνα
ούτε πέτυχαν
να χαλαρώσουν το σφιγμένο πρόσωπο

ωστόσο
και σε πείσμα δικό τους
έφεραν εις πέρας
έναν ολόκληρο άθλο

να μην τους νικήσει ένα μέτωπο
ούτε ένα κόμμα
ούτε κανενός είδους μάχη
ούτε το χάρισμα κάποιου αρχηγού
αλλά να τους κατατροπώσει
σαν σύνολο
ο λαός


2
Για εφτά χρόνια
έτσι του είπαν
είχε την ελευθερία
είχε τη δικαιοσύνη
είχε την ευημερία
είχε την τάξη
είχε την ασφάλεια
είχε τη γαλήνη

πριν πάει να ψηφίσει
φρόντισε
να κοιταχτεί στον καθρέφτη
και τότε σιωπηλός
χωρίς ν' αμφιβάλλει ούτε μια στιγμή
ψήφισε την καταπίεση
και την αδικία
και την έλλειψη άνεσης
και την αταξία
και την ανασφάλεια
και την ταραχή


3
Για προφανείς λόγους
δεν ήταν ακριβώς
μια συνειδητή επιλογή
του συνόλου
αλλά μόνο το άθροισμα
εξακοσίων χιλιάδων
ατομικών
συνειδητών επιλογών

μετάφραση: Βαλέρια Πολύζου & Νανά Γεροντοπούλου



Mario Benedetti
Da Wikipedia, l'enciclopedia libera.

Mario Orlando Hamlet Hardy Brenno Benedetti-Farugia, noto come Mario Benedetti (Paso de los Toros14 settembre 1920 – Montevideo17 maggio 2009), è stato un poetasaggistascrittore e drammaturgo uruguaiano.

Biografia 

Figlio di immigrati italiani, Brenno Benedetti e Matilde Farugia, i quali lo battezzarono con cinque nomi, fino a due anni di età abitò con la famiglia a Paso del los Toros; successivamente, per ragioni di lavoro, la famiglia si trasferì a Tacuarembó. Dopo una permanenza fallimentare a Tacuarembó (dove furono vittima di una truffa), la famiglia si trasferì a Montevideo; Mario Benedetti aveva quattro anni d'età.
Nel 1928 iniziò i suoi studi primari nel Collegio Tedesco di Montevideo, dove completò il corso di studi nel 1933. Iniziò quindi a frequentare il Liceo Mirandaper. Nel 1935 realizzò i suoi studi secondari in maniera incompleta, completandoli poi da privatista a causa dei problemi economici della sua famiglia. All'età di quattordici anni cominciò a lavorare nella impresa di Will L. Smith, che realizzava ricambi per automobili. Tra il1938 e il 1941 risiedette quasi continuamente a Buenos AiresArgentina.
Nel 1945 entrò a far parte della redazione del settimanale Marcha, dove rimase fino al 1974 (anno nel quale il giornale fu chiuso dal governo di Juan Maria Bordaberry). Nel 1954 venne nominato direttore letterario delMarcha. Il 23 marzo 1946 si sposò con Luz López Alegre, il suo grande amore e compagna di vita. Nel 1948 diresse la rivista letteraria Marginalia e pubblicò il volume di saggi Peripezia e Romanzo (Peripecia y novela).
Nel 1949 divenne membro del consiglio di redazione del Número, una delle riviste letterarie più importanti dell'epoca. Partecipò attivamente al movimento contro il trattato militare con gli Stati Uniti d'America. Fu questa la sua prima azione come militante politico. Nello stesso anno ottenne il Premio del Ministero della Istruzione Pubblica per la sua prima raccolta di racconti, Questa Mattina (Esta mañana). Ne fu il vincitore in ripetute occasioni fino al 1958, da quando lo rifiutò ripetutamente per controversie sul regolamento.
Nel 1964 lavorò come critico teatrale e codirettore della pagina letteraria settimanale Al servizio delle lettere del quotidiano La mañana. Collaborò come umorista nella rivista Peloduro. Scrisse inoltre critiche cinematografiche su La tribuna popular.
Tornò a Cuba per partecipare come giurato del concorso Casa de las America. Partecipò all'incontro con Rubén Darío. Andò in Messico per partecipare al II Congresso Latinoamericano degli Scrittori; partecipò inoltre al Congresso Culturale della Havana con la relazione Sulla relazione tra l'uomo d'azione e l'intellettuale e diventò Membro del Consiglio di Direzione della Casa delle Americhe.
Nel 1968 fondò e diresse il Centro di Investigazione letteraria della Casa delle Americhe. Insieme ai membri del Movimento di Liberazione Nazionale – Tupamaros fondò, nel 1971, il Movimento delle Indipendenze 26 marzo, un raggruppamento che passò a formare la coalizione delle sinistre Frente Amplio. Benedetti fu dirigente del movimento. È nominato direttore del Dipartimento di Letteratura Ispanoamericana nella Facoltà di nella Facoltà di Umanistiche e Scienza dell'Università della Repubblica. Pubblica Cronoca del 71 (Crónica del 71), composto per lo più da una raccolta di editoriali politici pubblicati nel settimanale Marcha, una poesia inedita e tre discorsi letti durante la campagna del Frente Amplio. Pubblica anche I poemi comunicanti (Los poemas comunicantes), con interviste a vari poeti latinoamericani.
Nel 1973, dopo il colpo di stato militare a causa del suo attivo favoreggiamento per la sovversione marxista, deve abbandonare l'Uruguay, lascia il suo incarico all'Università e parte per l'esilio a Buenos Aires. Viaggia per l'Argentina, il Perù, la Spagna. Furono dieci lunghi anni che lo videro lontano dalla sua patria e da sua moglie, la quale dovette rimanere in Uruguay per accudire alla madre ed alla suocera. La versione cinematografica di La Tregua, diretta da Sergio Renán, ricevette, nel 1974, la nomination alla quarantasettesima manifestazione del premio Oscar, per il miglior film straniero. Nel 1976 torna a Cuba, questa volta come esiliato, e si unisce nuovamente al Consiglio di Direzione della Casa delle Americhe. Nel 1980 si trasferisce a Palma de Maiorca. Due anni più tardi inizia la sua collaborazione settimanale nelle pagine dell'Opinion il quotidiano El País. Nello stesso anno il Consiglio di Stato di Cuba gli concede onorificenza Orden Félix Varela.
Nel 1983 si trasferisce a Madrid. Torna in Uruguay nel marzo del 1983 iniziando l'autonominato periodo desexilio, ragione di molte sue opere. È nominato Membro del Consiglio Editori della nuova rivista Brecha, che è una prosecuzione del progetto della rivista Marcha interrotto nel 1974. Nel 1986 riceve il premio Jristo Botev de Bulgaria, per la sua opera di poeta e saggista. Nel 1987 premiato a Bruxelles con il Premio Llama de Oro de Amnistía Internacional per il romanzo Primavera con un angolo rotto. Nel 1989 è decorato con la Medalla Haydeé Santamaría dal Consiglio di Stato di Cuba. Nel 1997 è investito del titolo di Dottore Honoris causa dall'Università di Alicante. Il 31 maggio del 1999 premiato con VIII Premio Reina Sofía de Poesía Iberoamericana. Il 29 marzo del 2001 la fondazione Iberoamericana José Martí gli concede il Premio Iberoamericano José Martí. Il 19 novembre del 2002 fu nominato cittadino onorario di Montevideo. Nel 2004 gli venne dato il Premio Etnosur. Nel 2004 venne presentato per la prima voltaRoma, un documentario sulla vita e la poesia di e con Mario Benedetti in prima persona, intitolato "Mario Benedetti y otras sorpresas"[1].
Il documentario fu scritto e diretto da Alessandra Mosca in collaborazione con Davide Cremaschi, fu patrocinato dalla Ambasciata dell'Uruguay in Italia. Il documentario partecipò al Festival Internacional del Nuevo Cine Latinoamericano de La Habana, al XIX Festival del Cinema Latinoamericano di Trieste, al Festival Internacional de Cine de Santo Domingo2005. Presso l'IILA Istituto Italo Latino Americano con il Patrocinio dell'Ambasciata dell'Uruguay in Roma e con l'Istituto Cervantes,Roma 2004/2009,Rassegna cinematografica Nuovi Orizzonti Latini,Roma 2004,Videoteca del Sur New York, Porto Rico, Guatemala,2008, Rassegna cinematografica Nuovi Orizzonti Latini In Collaborazione con Istituto Cervantes, Roma 2009, Assembla Teatro, Aula Magna dell’Università degli Studi di Torino, Torino 2010.
Nel 2005, Mario Benedetti pubblica il libro di poesie "Addii e Benvenuti" (Adioses y bienvenidas). Nell'occasione venne presentato anche il documentario Parole Vere (Palabras verdaderas), al quale partecipò in prima persona. Il 7 giugno del 2005 si aggiudicò il XIX Premio Internazionale Menéndez Pelayo, e la medaglia d'onore dell'Università Internazionale Menéndez Pelayo. Il premio, concesso dall'Universidad Internacional Menéndez Pelayo, è un riconoscimento all'opera di persone di spicco che si sono distinte nella attività letteraria e scientifica, tanto in lingua spagnola come in portoghese.
Mario Benedetti ripartiva il suo tempo nelle sue case in Uruguay ed in Spagna occupandosi dei suoi numerosi impegni. Dopo la morte di sua moglie Luz López, il 13 aprile 2006, a causa dell'Alzheimer, Benedetti si è definitivamente trasferito nel quartiere Centro di Montevideo, Uruguay. A causa del suo trasferimento, Benedetti donò parte della sua biblioteca personale di Madrid al Centro de Estudios Iberoamericanos Mario Benedetti dell'Università di Alicante. È morto il 17 maggio 2009 nella sua casa di Montevideo, a 88 anni.[1]

Οpere 

L’opera di Mario Benedetti è costituita dalle seguenti pubblicazioni: Racconti
Questa mattina e altri racconti (Esta mañana y otros cuentos), 1949.
Montevideiani (Montevideanos), 1959.
Informazioni per il vedovo (Datos para el viudo), 1967.
La morte e altre sorprese (La muerte y otras sorpresas), 1968.
Con e senza nostalgia (Con y sin nostalgia), 1977.
Geografie (Geografías), 1984.
Ricordi dimenticati (Recuerdos olvidados), 1988.
Depistaggi e franchezze (Despistes y franquezas), 1989.
Cassetta delle lettere del tempo (Buzón de tiempo), 1999.
L’avvenire del mio passato (El porvenir de mi pasado), 2003.
Drammi
Il reportage (El reportaje), 1958.
Andata e ritorno (Ida y vuelta), 1963.
Pedro e il capitano (Pedro y el Capitàn), 1979.
Romanzi
Chi di noi (Quién de nosotros), 1953.
La Tregua, 1960.
Grazie per il fuoco (Gracias por el fuego), 1965.
Il compleanno di Juan Ángel (El cumpleaños de Juan Ángel), 1971.
Primavera con un angolo rotto (Primavera con una esquina rota), 1982.
La borra del café, 1992.
Impalcature (Andamios), 1996.
Poesia
La vigilia indelebile (La víspera indeleble), 1945.
Solamente nel frattempo (Sólo mientras tanto), 1950.
Poemi dell’officina (Poemas de la oficina), 1956.
Poemi dell’attuale (Poemas del hoyporhoy), 1961.
Inventario uno (Inventario uno), 1963.
Nozione di patria (Noción de patria), 1963.
Vicino prossimo (Próximo prójimo), 1965.
Contro i ponti levatoi (Contra los puentes levadizos), 1966.
A livello di sogno (A ras de sueño), 1967.
Bruciare le navi (Quemar las naves), 1969.
Lettere di emergenza (Letras de emergencia), 1973.
La casa e il mattone (La casa y el ladrillo), 1977.
Quotidiani (Cotidianas), 1979.
Vento dell’esilio (Viento del exilio), 1981.
Domande alla sorte (Preguntas al azar), 1986.
Yesterday e domani (Yesterday y mañana), 1987.
Canzoni più vicine (Canciones del más acá), 1988.
Le solitudini di Babele (Las soledades de Babel), 1991.
Inventario due (Inventario dos), 1994.
L’amore, le donne e la vita (El amor, las mujeres y la vida), 1995.
L’oblio è pieno di memoria (El olvido está lleno de memoria), 1995.
La vita questa parentesi (La vida ese paréntesis), 1998.
Rincón de Haikus, 1999.
Il mondo che respiro (El mundo que respiro), 2001.
Insonnie e dormiveglia (Insomnios y duermevelas), 2002.
Inventario tre (Inventario tres)[2], 2003.
Esistere ancora (Existir todavía), 2003.
In propria difesa (En defensa propia). 2004.
Memoria e speranza (Memoria y esperanza), 2004.
Addii e benvenuti (Adioses y bienvenidas), 2005.
Canzoni di ciò che non canta (Canciones del que no canta), 2006.
Saggi
Peripezia e romanzo (Peripecia y novela), 1946.
Marcel Proust e altri saggi (Marcel Proust y otros ensayos), 1951.
Il paese della coda di paglia (El país de la cola de paja), 1960.
Letteratura uruguaiana del XX secolo (Literatura uruguaya del siglo XX). 1963.
Lettre del continente meticcio (Letras del continente mestizo), 1967.
Lo scrittore latinoamericano e la rivoluzione possibile (El escritor latinoamericano y la revolución posible), 1974.
Note su alcune forme sussidiarie della penetrazione culturale (Notas sobre algunas formas subsidiarias de la penetración cultural), 1979.
Il de-esilio e altre congetture (El desexilio y otras conjeturas), 1984.
Cultura tra due fuochi (Cultura entre dos fuegos), 1986.
Sottosviluppo e lettere audacia (Subdesarrollo y letras de osadía), 1987.
La cultura, questo chiaro movente (La cultura, ese blanco móvil), 1989.
La realtà e la parola (La realidad y la palabra), 1991.
Perplessità di fine secolo (Perplejidades de fin de siglo), 1993.
L’esercizio del criterio (El ejercicio del criterio), 1995.

Note 

^ El poeta del compromiso. elpais.es, 17-07-2009

Bibliografia 

1. Paoletti, Mario (1996), El aguafiestas: una biografía de Benedetti, Madrid: Ediciones Alfaguara. ISBN 84-204-2868-X.
2. Martinez, Ezequiel (2000). Los 80 años de Mario Benedetti. Especial Mario Benedetti en El Clarín. URL accedida el 14 de octubre, 2006.
3. Cruz, Juan (2006). Del exilio se vuelve cambiado, otra persona. Página/12. URL accedida el 14 de octubre, 2006.
4.(2001). Mario Benedetti ha sido galardonado con el I Premio Iberoamericano José Martí. El Mundo. URL accedida el 14 de octubre, 2006.
5. Escobar, Marcela (2006). La literatura es el refugio. El Sábado. URL accedida el 28 de octubre, 2006.
6. (2006). Mario Benedetti dona parte de su biblioteca personal a la Universidad de Alicante. El Mundo. URL accedida el 14 de octubre, 2006.

Collegamenti esterni 

(ESDocumentario "Palabras Verdaderas" di Ricardo Casas (2004)



Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...