Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Τσαρλς Μπουκόφσκι: Ο συγγραφέας του περιθωρίου




Οι δεινόσαυροι, εμείς

Γεννημένοι έτσι
να είμαστε έτσι
καθώς τα ασβεστωμένα πρόσωπα χαμογελούν
καθώς ο κ. Θάνατος γελά
καθώς οι ανελκυστήρες κόβονται
καθώς τα πολιτικά τοπία διαλύονται
καθώς το αγόρι στο σούπερ μάρκετ έχει πτυχίο πανεπιστημίου
καθώς τα μολυσμένα ψάρια ξεστομίζουν τις μολυσμένες προσευχές τους
καθώς ο ήλιος κρύβεται

είμαστε
γεννημένοι έτσι
να είμαστε έτσι
με αυτούς τους προσεκτικά τρελούς πολέμους
με την όψη σπασμένων παραθύρων σε εργοστάσια να ατενίζουν το κενό
με μπαρ όπου οι θαμώνες δεν μιλούν πλέον μεταξύ τους
με τσακωμούς που καταλήγουν σε πυροβολισμούς και μαχαιρώματα

γεννημένοι έτσι
με νοσοκομεία που είναι τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να πεθάνεις
με δικηγόρους που χρεώνουν τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να δηλώσεις ένοχος
σε μια χώρα όπου οι φυλακές είναι γεμάτες και τα τρελοκομεία κλειστά
σε έναν τόπο όπου οι μάζες ανυψώνουν ηλίθιους σε πλούσιους ήρωες

γεννημένοι μέσα σʼ αυτό
περπατώντας και ζώντας μέσα σʼ αυτό
πεθαίνοντας λόγω αυτού
μένοντας άφωνοι λόγω αυτού
ευνουχισμένοι
έκλυτοι
αποκληρωμένοι
λόγω αυτού
εξαπατημένοι από αυτό
χρησιμοποιημένοι από αυτό
εξευτελισμένοι από αυτό
εξοργισμένοι και απηυδισμένοι από αυτό
βίαιοι
απάνθρωποι
λόγω αυτού

η καρδιά έχει μελανιάσει
τα δάχτυλα πλησιάζουν το λαιμό
το όπλο
το μαχαίρι
τη βόμβα
τα δάχτυλα τείνουν προς έναν μη αποκρυνόμενο θεό

τα δάχτυλα πλησιάζουν το μπουκάλι
το χάπι
τη σκόνη

γεννημένοι σʼ αυτό το θλιβερό θανατικό
γεννημένοι με μια κυβέρνηση με 60 χρονών χρέος
που σύντομα δε θα είναι ικανή να αποπληρώσει τους τόκους αυτού του χρέους
και οι τράπεζες θα καούν
το χρήμα θα καταστεί άχρηστο
θα υπάρξουν φανερές και ατιμώρητες δολοφονίες στους δρόμους
θα υπάρξουν όπλα και περιπλανώμενοι όχλοι
η γη θα είναι άχρηστη
η τροφή θα γίνει μια φθίνουσα απόδοση
η πυρηνική ενέργεια θα έρθει στην κατοχή των πολλών
εκρήξεις θα σείουν ακατάπαυστα τη γη

ραδιενεργά ρομπότ θα κυνηγούν το ένα το άλλο
οι πλούσιοι και οι επίλεκτοι θα παρακολουθούν από τους διαστημικούς σταθμούς
η Κόλαση του Δάντη θα μοιάζει με παιδική χαρά

ο ήλιος θα κρυφτεί και θα είναι νύχτα παντού
τα δέντρα θα πεθάνουν
η βλάστηση όλη θα πεθάνει
ραδιενεργοί άνθρωποι θα τρώνε τη σάρκα ραδιενεργών ανθρώπων
η θάλασσα θα μολυνθεί
οι λίμνες και τα ποτάμια θα εξαφανιστούν
η βροχή θα είναι ο επόμενος χρυσός

σαπισμένα πτώματα ανθρώπων και ζώων θα ζέχνουν στο σκοτεινό άνεμο

οι λίγοι τελευταίοι επιζήσαντες θα μολυνθούν από νέες και φρικιαστικές ασθένειες
και οι διαστημικοί σταθμοί θα καταστραφούν από δολιοφθορές
την έλλειψη προμηθειών
το φυσικό φαινόμενο της φθοράς

και θα υπάρξει η πιο όμορφη σιγή από ποτέ

γεννημένη από αυτό

ο ήλιος ακόμα εκεί κρυμμένος

να περιμένει το επόμενο κεφάλαιο.



Τσαρλς Μπουκόφσκι: Ο συγγραφέας του περιθωρίου
tvxs.gr
 

Τον έλκυε το περιθώριο. Έζησε χωρίς συμβάσεις και δεν δίσταζε να το λέει: «Σήμερα δεν έγραψα καθόλου, ήμουν όλη τη μέρα στον ιππόδρομο». Ανέδειξε φτωχούς και απελπισμένους χαρακτήρες στην άνθιση του αμερικανικού ονείρου και μόνο στην Ευρώπη βρήκε την αναγνώριση που του άξιζε. Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι δεν μελέτησε για να γράψει τα θέματα των έργων του, αλλά ήταν κομμάτι του κόσμου που περιέγραφε.



Γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1920 στο Άντερναχ της Γερμανίας, αλλά σε ηλικία δύο ετών μετακόμισε με την οικογένειά του στο Λος Άντζελες. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός, σκληρός και απόλυτος. Με την παραμικρή αφορμή έδερνε τον Μπουκόφσκι, που εξελίχθηκε σε ένα ντροπαλό έφηβο, χωρίς πολλούς φίλους. Τα παιδιά της γειτονίας τον κορόιδευαν για την γερμανική προφορά του και τα ρούχα του, ενώ οι δάσκαλοί του πίστευαν λανθασμένα ότι έπασχε από δυσλεξία.   

Μεγαλώνοντας, γράφτηκε στο κολέγιο του Λος Άντζελες για να σπουδάσει δημοσιογραφία και λογοτεχνία. Το όνειρό του ήταν να γίνει συγγραφέας, αλλά τα πρώτα του χειρόγραφα δεν είχαν τύχη. Όταν η μητέρα του τα ανακάλυψε, τα κατέστρεψε με την μηχανή του γκαζόν. Έφευγε συχνά από το σπίτι του και ταξίδευε σε διάφορα μέρη της Αμερικής. Κάποια στιγμή όμως, πάντα αναγκαζόταν να επιστρέψει.



Όταν η χώρα ενεπλάκη στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ο πατέρας του τον πίεζε να καταταγεί στον στρατό. Ο Μπουκόφκσι δεν δέχτηκε και τότε έφυγε μια για πάντα από το πατρικό του. Η φιγούρα του πατέρα του φαίνεται πως τον καταδιώκει συνεχώς και σε όλα τα μετέπειτα έργα του, που αποτυπώνουν άλλοτε μίσος και αηδία προς το πρόσωπό του, κι άλλοτε μια ανθρώπινη κατανόηση, αναγνωρίζοντας τις συνθήκες που δημιούργησαν την προσωπικότητά του.

Χωρίς σπίτι, ο Μπουκόφσκι έζησε ως περιπλανώμενος άστεγος για λίγο καιρό και, όταν τα ψυχομετρικά τεστ τον έκριναν ακατάλληλο για να εκτίσει τη θητεία του, κατέληξε στη Νέα Υόρκη, σε ηλικία 24 ετών. Παρόλο που δεν έμεινε για πολύ, εκεί δημοσίευσε το πρώτο του διήγημα, «Aftermath of a Lengthy Rejection Slip», στο περιοδικό Story Magazine.


Δημοσίευσε άλλα δύο διηγήματα, τα οποία δεν αναγνωρίστηκαν από τη λογοτεχνική ελίτ της εποχής στην Αμερική. Απογοητευμένος για τη διαδικασία της έκδοσης, παράτησε το γράψιμο για περίπου μια δεκαετία, για «δέκα μεθυσμένα χρόνια», όπως τα έλεγε ο ίδιος. Στο διάστημα αυτό περιπλανιόταν στις ΗΠΑ, αλλά έζησε κυρίως στο Λος Άντζελες. Για να τα βγάλει πέρα, έκανε διάφορες μικροδουλειές και κοιμόταν σε φτηνά μοτέλ. Το 1955, εισήχθη με αιμορραγία στο νοσοκομείο των απόρων με έλκος στο στομάχι, που λίγο έλειψε να του κοστίσει την ζωή.

Μετά την παραμονή του στο νοσοκομείο, άρχισε να γράφει για πρώτη φορά ποίηση. Η αυθεντική και δεικτική γλώσσα του, παρόλο που αποτέλεσε σημαντική επιρροή για όλους τους μεταπολεμικούς ποιητές, για ακόμα μία φορά δεν αναγνωρίστηκε στην Αμερική, δεν δημοσιεύθηκε σε μεγάλα περιοδικά και δεν βραβεύτηκε από την ακαδημία. Η συμπεριφορά του ίδιου, βέβαια, ήταν προκλητική και, παρόλο που είχε έναν περιορισμένο αριθμό φανατικών αναγνωστών, δεν έδινε την ευκαιρία στο ευρύ κοινό να τον αποδεχτεί. Στην Ευρώπη ωστόσο, ο Μπουκόφσκι έγινε διάσημος. Στα τέλη της δεκαετίας του '70 ήταν ο πιο πετυχημένος Αμερικανός συγγραφέας στη Γερμανία, ενώ ο Ζαν Πολ Σάρτρ τον θεωρούσε τον μεγαλύτερο ποιητή που έβγαλαν ποτέ οι  ΗΠΑ. 



«Πίναμε τις λέξεις του, πίνοντας αλλεπάλληλες μπίρες στον αλήστου μνήμης «Μπερντέ», ένα φιλόξενο στέκι, μαγειρείο και ποτάδικο, τίγκα στον καπνό και στις ωραίες φάτσες, όλοι μια παρέα, οχτάωρα και δεκάωρα, συζητώντας παθιασμένα, γράφοντας, τρώγοντας, καβγαδίζοντας, αρχές δεκαετίας του '80, διακηρύσσοντας με αγέρωχο θράσος ότι είμαστε παιδιά τού Μπάροουζ και του Γκίνσμπεργκ, του Κέρουακ και του Χέμινγουεϊ, του Χάμετ και του Τσάντλερ, του Μπρετόν και του Ντεμπόρ, του Μπακούνιν και του Μπουκόφσκι!», γράφει ο συγγραφέας Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης στο περιοδικό Γαλέρα για την απήχηση που είχε ο Μπουκόφσκι στην Ελλάδα.


Γύρω στο 1969, ο John Martin, εκδότης των Black Sparrow Press, θαυμάζοντας την δουλειά του Μπουκόφσκι αρχίζει να του δίνει 100$ το μήνα για το υπόλοιπο της ζωής του, ώστε να ασχοληθεί αποκλειστικά με την συγγραφή. Έτσι, ο Μπουκόφσκι παραιτείται σε ηλικία 49 ετών από το ταχυδρομείο: «Έχω μία από τις δύο επιλογές: να παραμείνω στο ταχυδρομείο και να τρελαθώ ή να μείνω εκεί έξω, να το παίξω συγγραφέας και να πεθάνω της πείνας. Αποφάσισα να πεθάνω της πείνας». Λιγότερο από ένα μήνα μετά, γράφει το πρώτο του βιβλίο, το Ταχυδρομείο (Post Office), το οποίο κυκλοφόρησε το 1976.



Στην ζωή και στο έργο του Μπουκόφσκι η γυναικεία ύπαρξη έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο. Ο πρώτος του γάμος έγινε το 1957, με την Barbara Frye, μια εκδότρια από το Τέξας, η οποία εξέδιδε το ποιητικό περιοδικό Harlequin και άρχισε να δημοσιεύει δουλειές του Μπουκόφσκι. Ο γάμος τους τελείωσε δύο χρόνια μετά. Ο Μπουκόφσκι μετά το διαζύγιο ξανάπεσε στο ποτό και έπιασε δουλειά σε ταχυδρομείο ως ταμείας, θέση στην οποία παρέμεινε για δώδεκα ολόκληρα χρόνια.

Λίγο μετά την άδοξη κατάληξη του γάμου του γνωρίζει την Jane Cooney Baker, η οποία θεωρείται η μεγαλύτερη αγάπη της ζωής του και η πιο σημαντική από τις πολλές «μούσες» του. Όταν εκείνη πεθαίνει, ο Μπουκόφσκι γράφει μια σειρά από ποιήματα και διηγήματα θρηνώντας τον θάνατό της. Το 1964, η σύντροφός του Frances Smith γεννάει την μοναχοκόρη του, Μαρίνα Λουίζ Μπουκόφσκι. Παντρεύτηκε ξανά το 1985, την επί δέκα χρόνια σύντροφό του, Linda Lee Beighle, και έμειναν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του.



Ο Μπουκόφσκι πέθανε από λευχαιμία σαν σήμερα, το 1994, σε ηλικία 73 ετών, στο San Pedro της Καλιφόρνια, λίγο αφότου τελείωσε το τελευταίο του βιβλίο «Αστυνομικό» (Pulp). Στον τάφο του είναι γραμμένη η φράση «Don't Try»  (σ.σ: μην προσπαθείς). Ο ίδιος είχε εξηγήσει αυτή τη φράση από το 1963: «Με ρώτησαν "Τι κάνεις όταν δημιουργείς; Πώς γράφεις;" και τους είπα "Δεν προσπαθείς. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, μην προσπαθείς, είτε για τις Κάντιλακ, είτε για να βρεις έμπνευση, είτε για την αθανασία. Περιμένεις και αν δεν γίνει τίποτα, περιμένεις λίγο ακόμα. Είναι σαν ένα ζωύφιο που εντοπίζεις ψηλά στον τοίχο. Περιμένεις να έρθει σε σένα. Όταν φτάσει αρκετά κοντά, τότε το σκοτώνεις"».

Το έργο του Τσαρλς Μπουκόφσκι περιείχε πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Έχοντας ζήσει ο ίδιος στο περιθώριο, μάζεψε εμπειρίες και γνώρισε ανθρώπους που αργότερα μπόρεσε να τους αποτυπώσει πειστικά στο χαρτί. Οι χαρακτήρες του έβριζαν, έπιναν, σκοτώνονταν. Ήταν απελπισμένοι και καταστρέφονταν, χωρίς να τους δοθεί μια ευκαρία να φτιάξουν τη ζωή τους από την αρχή. Ο Μπουκόφσκι μίλησε για την ψυχή αυτών των ανθρώπων και παρουσίασε την προσωπικότητά τους, επικρίνοντας ταυτόχρονα το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία που τους απαρνήθηκε.  Ίσως γι' αυτό η Αμερική να του γύρισε την πλάτη, της χαλούσε επιδεικτικά την εικόνα που είχε καλλιεργήσει για τον εαυτό της.


Χένρι Τσαρλς Μπουκόφσκι, Ποιήματα

της Άννας-Μαρίας Ιακώβου

Χένρι Τσαρλς Μπουκόφσκι

Και να θυμάσαι τις παλιοκαραβάνες που το πάλεψαν γερά: τον Χέμινγουεϊ, τον Σελίν, τον Ντοστογέφσκυ, τον Χάμσουν. Αν νομίζεις πως αυτοί δεν τρελάθηκαν σε μικρά δωματιάκια, όπως τώρα εσύ, δίχως γυναίκα, δίχως φαΐ, δίχως ελπίδα, δεν είσαι ώριμος ακόμη. Πιες περισσότερη μπύρα, υπάρχει καιρός. Κι αν δεν υπάρχει, καλά είναι κι έτσι.

Κυνικό θα τον έλεγαν πολλοί και εξαιρετικά αντιλυρικό. Μα είναι από τους συγγραφείς που έχουν γράψει τα πιο αληθινά λόγια ανεξάρτητα από το πώς αυτά φαίνονται. Η αλήθεια του γυμνή ξενίζει αυτούς που έμαθαν ότι η ποίηση είναι εξεζητημένες λέξεις, μεγάλα νοήματα, υπερβολή και όλ’ αυτά για λίγους. Από τους Ζενέ και Σαρτρ έχει χαρακτηριστεί ως ο μεγαλύτερος ποιητής της Αμερικής. Η συλλογή Play the Piano Drunk Like a Percussion Instrument Until the Fingers Begin to Bleed a Bit (Παίξε πιάνο μεθυσμένος σαν να έπαιζες ένα κρουστό όργανο μέχρι τα δάχτυλά σου να ματώσουν λίγο) του 1976 δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά όπως και πολλές άλλες ποιητικές συλλογές του. Πεζά και ποιήματά του συνεχίζουν να εκδίδονται και μετά το θάνατό του. Ένας άνθρωπος του περιθωρίου όπως ο Μπουκόφσκι δε θα μπορούσε να γράφει για τίποτα άλλο εκτός από τον πόνο, την απελπισία και τη φτώχεια. Κατακρίνει την κοινωνία, την πολιτική, τη θρησκεία, τον ίδιο του τον εαυτό.



Μεταμόρφωση

μία κοπέλα ήρθε
μου έφτιαξε το κρεβάτι
σφουγγάρισε και κέρωσε το πάτωμα της κουζίνας
έτριψε τους τοίχους
σκούπισε
καθάρισε την τουαλέτα
τη μπανιέρα
σφουγγάρισε το πάτωμα του μπάνιου
κι έκοψε τα νύχια των ποδιών μου και
τα μαλλιά μου.

έπειτα
όλα την ίδια μέρα
ο υδραυλικός ήρθε κι έφτιαξε τη βρύση της κουζίνας
και την τουαλέτα
και ο τεχνικός για τα καλοριφέρ έφτιαξε τα καλοριφέρ
και ο τεχνικός για το τηλέφωνο έφτιαξε το τηλέφωνο
τώρα κάθομαι εδώ σ’ αυτήν την τελειότητα
είναι ήσυχα
τα χάλασα και με τις 3 κοπέλες μου.

ένιωθα καλύτερα όταν όλα ήταν σε
αταξία.
θα μου πάρει μερικούς μήνες για να ξαναγίνουν
όλα φυσιολογικά¨
δε μπορώ να βρω ούτε κατσαρίδα για να μιλήσω.

έχασα το ρυθμό μου.
δε μπορώ να κοιμηθώ.
δε μπορώ να φάω.

μου στέρησαν τη
βρωμιά μου.

Το πρόσωπο ενός πολιτικού υποψηφίου σε ένα πίνακα διαφημίσεων της πόλης

να τος
όχι πολλά μεθύσια
όχι πολλοί καυγάδες με γυναίκες
όχι πολλά κλαταρισμένα λάστιχα
ποτέ δε σκέφτηκε την αυτοκτονία

όχι περισσότεροι από τρεις πονόδοντοι
ποτέ δεν έχασε γεύμα
ποτέ δεν έκανε φυλακή
ποτέ δεν ερωτεύτηκε

7 ζευγάρια παπούτσια
ένας γιος στο πανεπιστήμιο
αμάξι ενός έτους
ασφαλιστήρια συμβόλαια
ένα πολύ πράσινο γρασίδι
κάδοι σκουπιδιών καλά σφραγισμένοι
θα εκλεγεί.

Ερωτεύτηκα

είναι μικρή, είπε,
αλλά κοίτα εμένα,
έχω ωραίους αστράγαλους,
και κοίτα και τους καρπούς μου, έχω ωραίους
καρπούς
Θεέ μου,
νόμιζα ότι πήγαινε καλά,
και τώρα ξανά αυτή,
κάθε φορά που σου τηλεφωνεί τρελαίνεσαι,
μου είπες ότι τελείωσε
μου είπες ότι ως εδώ ήταν,
άκου, έχω ζήσει αρκετά για να γίνω
μια καλή γυναίκα,
γιατί έχεις ανάγκη μια κακή γυναίκα;
έχεις ανάγκη να σε βασανίζουν, έτσι δεν είναι;
νομίζεις ότι η ζωή είναι σάπια αν κάποιος σου συμπεριφέρεται
σάπια, όλα ταιριάζουν,
έτσι δεν είναι;
πες μου, αυτό είναι; θέλεις να σου φέρονται
σκατά;
και ο γιος μου, ο γιος μου θα σε γνώριζε.
το είπα στο γιο μου
και παράτησα όλους τους εραστές μου.
στάθηκα σε ένα καφέ και ούρλιαξά
ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΑ,
Και τώρα με κορόιδεψες…

συγγνώμη, είπα, ειλικρινά συγγνώμη.

κράτα με, είπε, θα με κρατήσεις σε παρακαλώ;

ποτέ ξανά δε βρέθηκα σε κάτι τέτοιο, είπα,
σε ένα τέτοιο τρίγωνο…

σηκώθηκε και άναψε τσιγάρο, έτρεμε ολόκληρη. έκανε βήματα πάνω κάτω, άγρια και τρελή. ήταν μικροκαμωμένη. τα χέρια της ήταν λεπτά, πολύ λεπτά και όταν ούρλιαξε και άρχισε να με χτυπάει την έπιασα απ’ τους καρπούς και μετά πέρασα στα μάτια¨ μίσος, αιώνες βαθιά και αληθινά. έκανα λάθος, ήμουν απρεπής και άρρωστος. όλα τα πράγματα που είχα μάθει είχαν χαραμιστεί.
δεν υπήρχε ζωντανό πλάσμα τόσο βρώμικο όσο εγώ
και όλα τα ποιήματα μου ήταν
εσφαλμένα.

Αγκάλιασε το σκοτάδι

ο σάλος είναι ο θεός
η τρέλα είναι ο θεός

όταν ζεις μονίμως ήρεμα
ζεις μονίμως το θάνατο.

η αγωνία μπορεί να σκοτώσει
ή
η αγωνία μπορεί να κρατήσει το βάρος της ζωής
αλλά η ηρεμία είναι πάντα τρομακτική
η ηρεμία είναι ό,τι χειρότερο
να περπατάς
να μιλάς
να χαμογελάς,
να φαίνεται ότι είσαι.

μην ξεχνάς τα πεζοδρόμια
τις πόρνες,
την προδοσία,
το σκουλήκι μέσα στο μήλο,
τα μπαρ, τις φυλακές,
τις αυτοκτονίες των εραστών.

εδώ στην Αμερική
έχουμε δολοφονήσει έναν πρόεδρο και τον αδερφό του,
ένας άλλος πρόεδρος παραιτήθηκε από τη θέση του.

οι άνθρωποι που πιστεύουν στην πολιτική
είναι σαν τους ανθρώπους που πιστεύουν στο θεό¨
είναι κάτι αποτυχημένοι που έχουν έφεση
στα ασήμαντα.

δεν υπάρχει θεός
δεν υπάρχει πολιτική
δεν υπάρχει ηρεμία
δεν υπάρχει έρωτας
δεν υπάρχει έλεγχος
δεν υπάρχει σχέδιο

μείνε μακριά από το θεό
παράμεινε ενοχλημένος

γλίστρα



ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ... ΑΔΗ
Τσαρλς Μπουκόφσκι


Στυλ είναι τα πάντα Ο διάσημος συγγραφέας σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη, η οποία δημοσιεύεται πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του για πρώτη φορά στο βιβλίο του Jean-Francois Duval, μιλάει για τη σχέση του με το ποτό και το γράψιμο

Η συνέντευξη δόθηκε ένα απόγευμα Δευτέρας. Μία εβδομάδα νωρίτερα είχα λάβει από την άλλη άκρη του ωκεανού μια μικρή δακτυλογραφημένη κάρτα από τον «Μπουκ». «Συνέντευξη Ο.Κ.» έγραφε. Με άλλα λόγια, ο Τσαρλς Μπουκόφσκι αποδεχόταν την πρότασή μου και με καλούσε να «διασχίσουμε τον Αδη». Το μήνυμα συμπληρωνόταν από ένα σπιρτόζικο σκιτσάκι όπως αυτά που συνήθιζε να κάνει.
Μερικές ημέρες αργότερα, υπό το φως των κεριών, παρέα με ένα μπουκάλι και τρία ποτήρια, εγώ και ο Μπουκ στον καναπέ, η Λίντα, η νεαρή, όμορφη γυναίκα του, στο πάτωμα, απολαύσαμε το κρασί και την κουβέντα. Τρεις ή τέσσερις ώρες; Τόσο περίπου διήρκεσε η συνάντησή μας. Ηταν μια ήρεμη και χαμηλών τόνων συζήτηση που κάθε τόσο διέκοπτε το γρατσούνισμα της γάτας πάνω στα αντικείμενα...






Υπάρχει μόνο αυτό το κερί στο τραπέζι για να φωτίζει. Σας αρέσει να μένετε στο σκοτάδι;

Λίντα Μπουκόφσκι: «Μήπως σας ενοχλεί;».
Οχι, όχι...
Λίντα: «Ο Χανκ προτιμά όσο το δυνατόν λιγότερο φως».
Τσαρλς Μπουκόφσκι: «Μόνο όταν πίνω».

Οταν τηλεφωνηθήκαμε μου είπατε να έρθω στις οκτώ και όχι στις δύο, όπως αρχικά είχαμε συμφωνήσει. Υπάρχει κάποιος ειδικός λόγος που αλλάξατε σχέδια;

«Ναι, υπάρχει. Τη μέρα είμαι... μισοπεθαμένος. Περιφέρομαι σαν ζόμπι. Πάντα ήμουν έτσι. Από μικρός δεν αγαπούσα τον ήλιο, το φως. Η μητέρα μου συνήθιζε να μου λέει: "Μα τι έχεις; Στέκεσαι εκεί από το πρωί και κινείσαι τώρα που αρχίζει να σκοτεινιάζει". Ναι, θα έλεγα πως ήμουν φίλος της νύχτας. Η μέρα μου προκαλούσε ίλιγγο. Ετσι προτίμησα να "επανέρχομαι" τη νύχτα».

Νύχτες με κρασί ή μπίρα;

«Α, το νέκταρ των θεών. Το κρασί εννοώ. Υπό την επήρειά του μπορώ να γράψω για τρεις ή τέσσερις ώρες. Με το ουίσκι γίνομαι χάλια».

Σήμερα έχετε γράψει;

«Οχι, πέρασα όλη τη μέρα στον ιππόδρομο. Πιθανόν να έγραφα το βράδυ. Αλλά τώρα είστε κι εσείς εδώ».
Λυπάμαι αν σας χαλάω τα σχέδια.
(γελώντας) «Μου καταστρέψατε τη βραδιά».



Χθες γράψατε;

«Οχι, δεν έχω γράψει από προχθές».

Τι γράψατε λοιπόν;

«Στίχους. Είμαι σε ποιητική φάση κυρίως. Ελπίζω να μου περάσει σύντομα όμως. Θέλω να γυρίσω στα διηγήματα. Προς το παρόν είμαι στην ποίηση. Μη με ρωτήσετε το γιατί. Απλώς ακολουθώ το ένστικτό μου. Δεν κάνω ποτέ προγράμματα. Ο,τι είναι να έρθει, θα έρθει... Πάντως το επόμενο βιβλίο μου θα είναι μια συλλογή από ποιήματα που ελπίζω να αρέσει πολύ στον εκδότη μου».

Στις Ηνωμένες Πολιτείες είστε περισσότερο γνωστός ως ποιητής ενώ στην Ευρώπη συμβαίνει το αντίθετο. Εμείς σας ξέρουμε κυρίως από τα διηγήματά σας.

«Εχετε απόλυτο δίκιο. Δεν ξέρω πώς έγινε αυτό. Εδώ οι ποιητές θεωρούνται πιο ρομαντικοί τύποι. Αν κάποιος γράφει ποιήματα, όλοι νομίζουν πως πρόκειται για κάποιον που ζει εκτός πραγματικότητας, πως θα διακρίνεται για την ευαισθησία του και τέτοια, ξέρετε... Εγώ δεν συμφωνώ καθόλου αλλά, αν οι Αμερικανοί θέλουν να σε κάνουν ποιητή, σε κάνουν. Μπορεί στα μάτια τους κάποιος που γράφει ποιήματα να είναι πιο ρομαντικός από όποιον γράφει διηγήματα. Και ποιος είναι ο μυθιστοριογράφος; Κάποιος που ξοδεύει τρία χρόνια για να γράψει κάτι! Ενας ποιητής, αντίθετα, είναι πάντα έρμαιο της δημιουργικής φλόγας του... Ισως γι' αυτό ο κόσμος έχει ανάγκη να με βλέπει ως ποιητή. Σας κάλυψα;».

Οχι.

«Οχι;».

Είμαστε μόνο στην αρχή.

«Καλά».


Οπως σας έδειξα, έχω έναν πάκο με ερωτήσεις.

«Ξέρετε, απλώς ανησυχούσα. Οταν τελειώνει το κρασί, σταματά και η κουβέντα... Και επειδή έχουμε μόνο δύο μποτίλιες...».
Λίντα: «Οχι, έχουμε τρεις».
Ολοι μαζί: «Ωραία, πρέπει να φτάνουν».

Το ποτό λειτουργεί ως πέπλο ψευδαίσθησης που συχνά καλύπτει την πραγματικότητα; ή μήπως, αντίθετα, αποτελεί ένα μέσο για να βλέπετε τα πράγματα με μεγαλύτερη καθαρότητα και ευκρίνεια, χωρίς παραμορφωτικούς καθρέφτες;

«Οσον αφορά εμένα, μου επιτρέπει να αποστασιοποιούμαι από τα πράγματα αλλά και να τα απολαμβάνω. Να αποκτώ πραγματικά τη συναίσθηση του πώς περνά η μία μέρα μετά την άλλη, ο ένας χρόνος μετά τον άλλο. Το να πίνει κανείς μοιάζει με... απόπειρα αυτοκτονίας που σου επιτρέπει να επιστρέφεις στη ζωή και να τη βλέπεις με άλλα μάτια. Είναι σαν να αναγεννιέσαι. Εχεις την αίσθηση ότι ζεις πολλές ζωές. Και μάλιστα ως διαφορετικός άνθρωπος. Δεν μπορώ να σας πω αν είναι καλό ή κακό. Είναι σίγουρα όμως διαφορετικό. Ετσι, π.χ., απολαμβάνω τη μία ζωή μου ως συγγραφέα και την άλλη ως πότη».

Εσείς πίνετε για να γράψετε;

«Ναι, το ποτό οπωσδήποτε βοηθά».
Είναι κάτι που σας κάνει να αισθάνεστε κοντά σε ποιητές όπως ο Βερλέν ή ο Ρεμπό; Αν και μου φαίνεται ότι ο Ρεμπό δεν είναι από τους αγαπημένους σας...
«Η ζωή αυτών των ποιητών μερικές φορές ακούγεται ενδιαφέρουσα. Δεν θα έλεγα το ίδιο και για το έργο τους. Για να είμαι ειλικρινής, οι ποιητές μού προκαλούν πλήξη. Δεν μου λένε τίποτε. Αλλά και οι συγγραφείς δεν πάνε πίσω... Σε όλη μου τη ζωή προσπαθούσα να βρω κάτι ενδιαφέρον για να διαβάσω. Είναι πολύ δύσκολο να ψάξω να βρω σ' ένα βιβλίο το "Πόλεμος και Ειρήνη", γενικά Τολστόι, Σαίξπηρ... Το υλικό σήμερα είναι σκάρτο».



Ο Διογένης έψαχνε έναν άνθρωπο, εσείς ψάχνετε ένα βιβλίο;

«Δεν τον έχει βρει, έτσι δεν είναι; Ούτε εγώ λοιπόν το βιβλίο μου. Αν και ίσως να υπήρξαν έξι-επτά βιβλία που μου άρεσαν. Αλλά κανένα που να με κάνει να πω: "Τι εξαιρετικό!". Αυτό που μου αρέσει όμως είναι οι εφημερίδες. Αρχίζω από την πρώτη σελίδα και ανακαλύπτω τόσα ενδιαφέροντα πράγματα. Αρκετές φορές παίρνω από εκεί την ιδέα για ένα διήγημα. Και αν σκεφθείτε πόσο κοστίζει μια εφημερίδα... Ενώ τα βιβλία κάνουν μια μικρή περιουσία».

Ποια ήταν ωστόσο εκείνα τα έξι-επτά βιβλία που σας άρεσαν;

«Αφήστε με να σκεφθώ... Ντοστογέφσκι, όλα του τα βιβλία. Ακόμη ένα του Λουί Φερντινό Σελίν αλλά δεν θυμάμαι τον τίτλο: "Ταξίδι στο τέλος της νύχτας" ή μήπως στο τέλος του χρόνου... Πάντοτε κάνω λάθος. Τέλος πάντων, αυτό μου άρεσε. Το πήρα μαζί μου στο κρεβάτι και δεν το έκλεισα προτού φθάσω στην τελευταία σελίδα. Και ξέρετε τι είπα; "Να ένας τύπος που γράφει καλύτερα από εμένα". Χωρίς ζήλεια, όμως, αισθανόμουν ευτυχισμένος που ανακάλυψα κάποιον πιο άξιο από εμένα».

Μα ο Σελίν έγραφε ωθούμενος από απέχθεια, μίσος. Εχετε και εσείς το ίδιο κίνητρο;

«Οχι, άλλα είναι τα δικά μου κίνητρα. Και αποστροφή και απόλαυση, αν και δεν είναι εύκολο να ονομάσεις τελικά αυτό που σε σπρώχνει στο γράψιμο. Τα συναισθήματα που σας είπα όμως είναι τα πιο συνήθη για μένα. Ουσιαστικά σε αυτό το πεδίο εξασκούμαι».

Τι σας προκαλεί αποστροφή ή χαρά;

«Περιμένετε απάντηση σ' αυτό; Αν ανακάλυπτα την αιτία, μπορεί και να μη μου συνέβαινε πια. Δεν ξέρω, δεν μου αρέσει να παίζω με τέτοιες απορίες. Παίρνω τα πράγματα όπως έρχονται και δεν παριστάνω τον φιλόσοφο».

Τι είναι στυλ, κατά τη γνώμη σας;

«Το στυλ πρέπει να υπάρχει σε καθετί με το οποίο καταπιάνεται κανείς. Στυλ είναι τα πάντα. Οταν κάποιος δεν παθιάζεται με ό,τι κάνει, τότε σίγουρα λείπει το στυλ».

Εννοούσα το στυλ στον τρόπο γραφής σας.

«Α, εγώ κατάλαβα στη ζωή γενικότερα».

Ισως και να μιλάμε τελικά για το ίδιο πράγμα.

«Ακούστε, αν πονοκεφαλιάζεις να βρεις το δέντρο, τελικά χάνεις το δάσος... Αυτές τις ερωτήσεις εγώ δεν τις καταλαβαίνω».

Μα το γεγονός ότι δεν έχετε βρει τα βιβλία που ψάχνετε δεν αποτελεί ζήτημα στυλ; Δεν ήταν το στυλ τους που σας απογοήτευε;

«Ναι, βέβαια. Εγραφαν πολλά αλλά δεν έλεγαν τίποτε. Και αν έλεγαν, το έλεγαν με άσχημο τρόπο. Σπατάλη σελίδων, χαρτιού... Ηταν αλήθεια μια απογοήτευση».

Ποιοι ήταν αυτοί οι «σπάταλοι»;

«Απαριθμήστε μου μερικούς και θα κρίνω».
Νόρμαν, Μίλερ, Σαίξπηρ...
«Μη συνεχίζετε! Ο Σαίξπηρ. Τον τοποθετώ στην κορυφή της λίστας».




Τσαρλς Μπουκόφσκι
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Χένρι Τσαρλς Μπουκόφσκι (Henry Charles Bukowski, 16 Αυγούστου 1920  9 Μαρτίου 1994) ήταν ένας Αμερικανός ποιητής και συγγραφέας, που έζησε κυρίως στο Λος Άντζελες της Αμερικής. Έγραψε πάνω από 50 βιβλία, καθώς και πολλά μικρότερα κομμάτια, και έχει αναγνωριστεί ως πολύ σημαντικός για το είδος του, ενώ συχνά αναφέρεται από πολλούς συγγραφείς και ποιητές ως μεγάλη επιρροή.

Η Ζωή του 

Τα παιδικά και τα σχολικά του χρόνια 


Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι γεννήθηκε στις 16 Αυγούστου του 1920, στη γερμανική πόλη Άντερναχ (Andernach). H μητέρα του ήταν Γερμανίδα και ο πατέρας του ένας Πολωνο-Αμερικάνος στρατιώτης, ο οποίος ήταν μέρος της στρατιωτικής δύναμης που είχε μείνει στη Γερμανία μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η οικογένεια μετανάστευσε στο Λος Άντζελες, όταν ο Τσαρλς ήταν μόλις δύο ετών, ένα μέρος που τον επηρέασε πάρα πολύ στα γραπτά του.
O πατέρας του Τσαρλς αναφέρεται συχνά κι από τον ίδιο ως αρκετά βίαιος και κλειστόμυαλος άνθρωπος. Προσπαθούσε να είναι απόλυτα νομοταγής, και άποπειράθηκε να εμφυτεύσει στον γιο του τα δικά του ιδανικά, ώστε εκείνος να γίνει ένα παραγωγικό και ωφέλιμο μέλος της κοινωνίας. Συχνά ήταν άνεργος και έβγαζε τον πόνο και την αγωνία του πάνω στον Τσαρλς, δέρνοντάς τον επανειλημμένα μέχρι τα δέκα του χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν ο Μπουκόφσκι να αρχίσει να νιώθει την εγκατάλειψη και την απομόνωση, και να μένει συνειδητά άπραγος με την έννοια της εναντίωσης, όχι μόνο απέναντι στον πατέρα του, αλλά και σε ολόκληρη την κοινωνία. Ο πατέρας του Τσαρλς τον επηρέασε πάρα πολύ στη ζωή του αλλά και στα γραπτά του. Είναι βασικός χαρακτήρας στη θεματολογία του, και γράφει γι' αυτόν ακόμα και στα τελευταία του ποιήματα στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, λίγο πριν πεθάνει.
Κατά τα σχολικά του χρόνια, ο Μπουκόφσκι διάβασε πολύ. Όταν αποφοίτησε, γράφτηκε στο κολέγιο του Λος Άντζελες για να σπουδάσει δημοσιογραφία και λογοτεχνία, ώστε να γίνει συγγραφέας. Ένα χρόνο μετά, η μητέρα του έγινε έξαλλη όταν ανακάλυψε κάποια κείμενά του, με τα οποία και τάισε τη μηχανή κουρέματος του γκαζόν. Ο Μπουκόφσκι έφυγε από το σπίτι του και έζησε σαν αλήτης ταξιδεύοντας προς την Ατλάντα. Εκεί έμεινε σε μια παράγκα όπου τρεφόταν καθημερινά με σοκολάτες. Αναγκάστηκε να γυρίσει, όμως, κάποια στιγμή σπίτι του, κάτι που θα έκανε συχνά τα επόμενα χρόνια όταν δε θα είχε πουθενά αλλού να πάει.

Μια περίοδος ασωτίας 

Όταν η Αμερική πήρε μέρος ενεργά στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι φίλοι του και κυρίως ο πατέρας του, τον πίεσαν να καταταγεί στο στρατό. Ο Μπουκόφσκι δεν ένιωθε πως ήθελε να πάει στον πόλεμο, κι έτσι ξεκίνησε μια ζωή περιφερόμενου άστεγου. Τον Αύγουστο του 1944 κρίθηκε ακατάλληλος για να εκτίσει τη στρατιωτική του θητεία[1] και αργότερα κατέληξε για λίγο καιρό στη Νέα Υόρκη, όπου την περίοδο του πολέμου και σε ηλικία 24 ετών, δημοσίευσε το πρώτο του διήγημα "Aftermath of a Lengthy Rejection Slip" στο περιοδικό Story Magazine. Η Νέα Υόρκη δεν τον κέρδισε, όμως, και σύντομα έφυγε για πιο φιλόξενα μέρη.
Δυο χρόνια αργότερα,άλλο ένα διήγημά του, το "20 Tanks From Kasseldown", θα δημοσιευθεί στο Portfolio IΙΙ. Ο Μπουκόφσκι απογοητεύτηκε από τη αργή διαδικασία εκδόσεων των έργων του, και σταμάτησε το γράψιμο για περίπου μία δεκαετία. Έζησε σε διάφορες πόλεις των Η.Π.Α, αλλά κυρίως στο Λος Άντζελες. Την περίοδο αυτή, έκανε μια σειρά από απίθανες και περίεργες δουλειές, ενώ κοιμόταν σε φτηνά, ενοικιαζόμενα δωμάτια. Στις αρχές της δεκαετίας του '50, έπιασε προσωρινά δουλειά στο ταχυδρομείο ως ταχυδρόμος, αλλά την παράτησε μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια. Το 1955 μπήκε αιμορραγώντας εσπευσμένα στο νοσοκομείο απόρων, έχοντας "κερδίσει" ένα έλκος στομάχου, που παρά λίγο να τον σκοτώσει.

Ένας μεγάλος συγγραφέας γεννιέται 

Όταν βγήκε από το νοσοκομείο, ο Μπουκόφσκι ξεκίνησε να γράφει ποίηση. Αν και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο αυθεντικούς και με σημαντικότατη επιρροή μεταπολεμικούς ποιητές, ο Μπουκόφσκι δεν έτυχε αναγνώρισης στην Αμερική, ούτε σε μεγάλα περιοδικά, ούτε στην ακαδημία. To 1957 παντρεύτηκε την Μπάρμπαρα Φράι (Barbara Frye), η οποία εξέδιδε το ποιητικό περιοδικό Harlequin και άρχισε να δημοσιεύει δουλειές του Μπουκόφσκι. Ο γάμος τους κράτησε περίπου δύο χρόνια. Μετά το διαζύγιο, ο Μπουκόφσκι ξαναγύρισε στο πιοτό, στην ποίηση, αλλά και στο ταχυδρομείο ως ταμίας, μια θέση την οποία κράτησε για πάνω από δώδεκα χρόνια.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή "Flower, Fist and Bestial Wail" εκδόθηκε το 1959 σε ένα φυλλαδιάκι σε 200 αντίτυπα. Λίγο αργότερα, ο Jon Edgar Webb ο οποίος εξέδιδε το περιοδικό "The Outsider", εντυπωσιάστηκε από τα ποιήματα του Μπουκόφσκι και άρχισε να δημοσιεύει δουλειές του. Αφιέρωσε ένα ολόκληρο τεύχος στον Μπουκόφσκι με τίτλο "Outsider of the Year", και τελικά αποφάσισε να εκδόσει μια συλλογή της ποίησης του Μπουκόφσκι. Ο Μπουκόφσκι άρχισε να αποκτά φήμη σε underground περιοδικά και εφημερίδες, ενώ ξεκίνησε και μια στήλη στην εφημερίδα "Open City" του Λος Άντζελες, με το όνομα "Σημειώσεις ενός πορνόγερου" ("Notes of a Dirty Old Man"). Τα κείμενα της στήλης αυτής εκδόθηκαν αργότερα σε ξεχωριστό βιβλίο.
Ο Μπουκόφσκι απέκτησε μεγάλη φήμη στο εξωτερικό, και κυρίως στη Γερμανία, όπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '70, ήταν ο πιο πετυχημένος Αμερικανός συγγραφέας εκεί. Φήμη απέκτησε ακόμη στη Γαλλία, αλλά και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, όχι όμως και στις Η.Π.Α., όπου το κοινό δεν τον αποδέχθηκε, εκτός από ένα περιορισμένο αριθμό φανατικών οπαδών του. Ο ίδιος ο Μπουκόφσκι φερόταν προκλητικά, και βοήθησε να γίνει το όνομά του διαβόητο, προκαλώντας συνεχώς αρνητικές κριτικές εναντίον του.

100$ Για μια ζωή 

Το 1969, ο Τζον Μάρτιν (John Martin), εκδότης των Black Sparrow Press, δίνει 100$ το μήνα στον Μπουκόφσκι για το υπόλοιπο της ζωής του, ώστε να ασχοληθεί μόνο με τη συγγραφή. Ο Τσαρλς παραιτείται σε ηλικία 49 ετών από το ταχυδρομείο για να αφοσιωθεί στο γράψιμο. Όπως εξήγησε κι ο ίδιος αργότερα σε ένα γράμμα: "Έχω μία από τις δύο επιλογές -- να παραμείνω στο ταχυδρομείο και να τρελαθώ... ή να μείνω εκεί έξω, να το παίξω συγγραφέας και να πεθάνω της πείνας. Αποφάσισα να πεθάνω της πείνας.". Σε λιγότερο από ένα μήνα, έγραψε το πρώτο του βιβλίο που ήταν το Ταχυδρομείο (Post Office), το οποίο εκδόθηκε το 1971.
Το 1976 ο Μπουκόφσκι γνώρισε την Λίντα (Linda Lee Beighle), ιδιοκτήτρια ενός εστιατόριου. Δυο χρόνια αργότερα, το ζευγάρι μετακόμισε από την περιοχή του ανατολικού Χόλλυγουντ όπου ο Μπουκόφσκι είχε ζήσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, στην κοινότητα του San Pedro, τη νοτιότερη περιοχή του Λος Άντζελες. Παντρεύτηκαν το 1985.
Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, πέθανε από λευχαιμία στις 9 Μαρτίου 1994, στο San Pedro της California, στην ηλικία των 73 ετών, λίγο καιρό αφότου είχε τελειώσει το τελευταίο του βιβλίο "Αστυνομικό" (Pulp). Πάνω στον τάφο του είναι γραμμένες οι λέξεις "Μην Προσπαθείς" (Don't Try). Σύμφωνα με τη γυναίκα του, το νόημα των παραπάνω λέξεων έχει να κάνει με τις παρακάτω φράσεις: "Εάν σπαταλάς όλη σου την ώρα προσπαθώντας, τότε το μόνο που πράττεις είναι να προσπαθείς. Γι' αυτό μην προσπαθείς. Πράξε" ("If you spend all your time trying, then all you're doing is trying. So don't try. Just do").

Το Έργο του 

O Μπουκόφσκι έκανε τα πρώτα του βήματα μέσα από μικρά περιοδικά στα τέλη του '50, και συνέχισε κατ' αυτόν τον τρόπο μέχρι τις αρχές του '90. Τα ποιήματα και τα διηγήματά του εκδόθηκαν αργότερα από τιςBlack Sparrow Press, σαν συλλογικοί τόμοι της δουλειάς του. Ήταν πραγματικά ένας πολύ παραγωγικός συγγραφέας. Έγραψε χιλιάδες ποιήματα, εκατοντάδες διηγήματα και έξι μυθιστορήματα, με αποτέλεσμα να εκδοθούν πάνω από 50 βιβλία του. Ακόμα και τώρα, 10 χρόνια μετά το θάνατό του, συνεχίζουν και εκδίδονται βιβλία του με ανέκδοτο υλικό.

Επιρροές 

Σημαντική επιρροή στο έργο του άσκησαν οι Άντον Τσέχοφ (Anton Chekhov), Knut Hamsun, Έρνεστ Χέμινγουεϊ (Ernest Hemingway), Τζον Φέιντ (John Fante), Λουί-Φερντινάντ Σελίν (Louis-Ferdinand Céline), Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (Fyodor Dostoyevsky), D.H. Lawrence και άλλοι, στους οποίους και αναφερόταν συχνά. Πολύ μεγάλη επιροή είχε επίσης πάνω του και το Λος Άντζελες, και ήταν ένα από τα αγαπημένα του θέματα. Σε μια συνέντευξη που έδωσε το 1974, είχε πει χαρακτηριστικά: "Μένεις σε μια πόλη όλη σου τη ζωή, και καταλήγεις να ξέρεις κάθε δρόμο. Γνωρίζεις ολόκληρο το χωροταξικό σχέδιο της πόλης. Έχεις μια εικόνα του που βρίσκεσαι. ... Από τότε που μεγάλωσα στο Λ.Α., είχα πάντα τη γεωγραφική και πνευματική αίσθηση ότι ήμουν εδώ. Είχα αρκετό χρόνο να μάθω την πόλη. Δεν μπορώ να δω άλλο μέρος εκτός από το Λ.Α."

Θεματολογία 

Τα έργα του Τσαρλς Μπουκόφσκι είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία αυτοβιογραφικά, αν και ακόμη κι αυτά, περιέχουν αρκετά φανταστικά στοιχεία. Έχοντας ζήσει περίπου μια δεκαετία στο περιθώριο, μέσα από απορία, αλκοολισμό και συνεχείς καβγάδες, συνέλεξε ένα τεράστιο ποσό εμπειριών, τις οποίες και άρχισε να αποτυπώνει σιγά σιγά στα γραπτά του. Η φιγούρα του πατέρα του φαίνεται πως τον καταδιώκει συνεχώς, αποτυπώνοντας άλλοτε μίσος και αηδία προς το πρόσωπό του, κι άλλοτε μια ανθρώπινη κατανόηση, αναγνωρίζοντας τις συνθήκες που δημιούργησαν την προσωπικότητα του πατέρα του.
Η εγκατάλειψη, ο πόνος, η φτώχεια, η απελπισία, εκφράζονται όλα μέσω των πρώιμων έργων του Μπουκόφσκι. Οι άνθρωποι που καταστράφηκαν επειδή δεν τους δόθηκε μια ευκαιρία, ή επειδή απλά δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι καλύτερο στις ζωές τους. Αλκοολικοί, άστεγοι, πόρνες, άνθρωποι που ζουν την κάθε στιγμή, χωρίς να περιμένουν τίποτα από το αύριο. Ο Μπουκόφσκι κατάφερε να διεισδύσει στις ψυχές αυτών των ανθρώπων, και να παρουσιάσει τα ταλέντα τους, τις προσωπικότητές τους, την ανθρωπιά τους. Με τρόπο λυρικό και όχι επιθετικό, κατακρίνει τους πολιτικούς, τους στρατιωτικούς και τον πόλεμο, το αμερικάνικο όνειρο και ολόκληρη την κοινωνία. Μετά τη σχετική αναγνώρισή του και την εξέλιξη της κοινωνικής του κατάστασης, ο Μπουκόφσκι αλλάζει λίγο και τη θεματολογία του. Παύει να μιλά μόνο για ιστορίες χαμένων ανθρώπων. Συναναστρεφόμενος με διαφορετικούς ανθρώπους, διανθίζει τα έργα του με σαρκαστικά σχόλια για την καινούρια του ζωή, ωριμάζοντας και μαλακώνοντας λίγο το ύφος του.

Κριτική 

Από τη στιγμή του θανάτου του, ο Μπουκόφσκι έχει γίνει θέμα πάμπολλων άρθρων κριτικής απέναντι στη ζωή και το έργο του. Αν και αγαπήθηκε από πολλούς απλούς ανθρώπους και έγινε σύμβολο για ανθρώπους με ανικανότητες ή προβλήματα αλκοολισμού, οι ακαδημαϊκοί κριτικοί έχουν δώσει ελάχιστη σημασία στα γραπτά του. Θεωρείται όμως από πολλούς ως ένας πολύ σπουδαίος ποιητής, με μεγάλη επιρροή και πατέρας του κινήματος του βρώμικου ρεαλισμού. Οι Ζαν Ζενέ (Jean Genet) και Ζαν-Πολ Σαρτρ (Jean-Paul Sartre) τον είχαν χαρακτηρίσει ως τoν "μεγαλύτερο ποιητή" της Άμερικής.


Βιβλιογραφία 

Σε παρένθεση και με έντονη γραφή εμφανίζεται ο ελληνικός τίτλος του έργου, εφ' όσον έχει εκδοθεί
Flower, Fist and Bestial Wail (1960)
Longshot Pomes for Broke Players (1962)
Run with the Hunted (1962)
It Catches My Heart in Its Hand (1963)
Grip the walls (1964)
Cold Dogs in the Courtyard (1965)
Confessions of a Man Insane Enough to Live with Beasts (1965)
Crucifix in a Deathhand (1965)
All the Assholes in the World and Mine (1966)
The Genius of the Crowd (1966)
Night's work (1966)
At Terror Street and Agony Way (1968)
Poems Written Before Jumping out of an 8 Story Window (1968)
A Bukowski Sampler (1969)
Days Run Away Like Wild Horses Over the Hills (1969)
If we take (1969)
Notes of a Dirty Old Man (1969) --- (Σημειώσεις ενός Πορνόγερου Ι και ΙΙ)
Another Academy (1970)
Fire Station (1970)
Post Office (1971) --- ( Το Ταχυδρομείο )
Erections, Ejaculations, Exhibitions and General Tales of Ordinary Madness (1972) --- (Ερωτικές Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας)
Me and your sometimes love poems (1972)
Mockingbird, Wish Me Luck (1972)
South of No North (1973) --- (Ιστορίες μιας Θαμμένης Ζωής)
Burning in Water Drowning in Flame: Selected Poems 1955-1973 (1974)
55 beds in the same direction (1974)
Factotum (1975) --- (Άνθρωπος για Όλες τις Δουλειές)
The Last Poem & Tough Company (1976)
Scarlet (1976)
Art (1977)
Love is a Dog from Hell (1977)
Legs, Hips and Behind (1978)
Women (1978) --- (Γυναίκες)
You Kissed Lilly (1978)
A Love Poem (1979)
Play the Piano Drunk Like a Percussion Instrument Until the Fingers Begin to Bleed a Bit (1979)
Shakespeare Never Did This (1979)
Dangling in the Tournefortia (1981)
Ham on Rye (1982) --- (Τοστ Ζαμπόν)
Horsemeat (1982)
The Last Generation (1982)
Bring Me Your Love (illustrated by Robert Crumb) (1983)
The Bukowski/Purdy Letters (1983)
Hot Water Music (1983) --- (Πόλη των Αγγέλων) και (Βρώμικος Κόσμος)
Sparks (1983)
Going Modern (1984)
Horses Don't Bet on People and Neither Do I (1984)
One For The Old Boy (1984)
There's No Business (illustrated by Robert Crumb) (1984)
War All the Time: Poems 1981-1984 (1984)
Alone In A Time Of Armies (1985)
The Day it Snowed in L.A. (1986)
Gold In Your Eye (1986)
Relentless As The Tarantula (1986)
The Wedding (1986)
You Get So Alone at Times It Just Makes Sense (1986)
Luck (1987)
The Movie "Barfly" (1987)
Beauti-Ful (1988)
The Movie Critics (1988)
Roominghouse Madrigals: Early Selected Poems 1946-1966 (1988)
Hollywood (1989) --- (Ηollywood)
If You Let Them Kill You They Will (1989)
Red (1989)
We Ain't Got No Money Honey (1989)
Darkness & Ice (1990)
Not Quite Bernadette (1990)
Septuagenarian Stew: Stories and Poems (1990)
This (1990)
In The Morning And At Night (1991)
In The Shadow Of The Rose (1991)
People Poems (1991)
Last Night of the Earth Poems (1992)
Now (1992)
Three Poems (1992)
Between The Earthquake (1993)
Run with the Hunted: A Charles Bukowski Reader (1993)
Screams from the Balcony: Selected Letters 1960-1970 (1993)
Those Marvelous Lunches (1993)
Pulp (1994) --- (Αστυνομικό)
Confession Of A Coward (1995)
Heat Wave (1995)
Living on Luck: Selected Letters 1960s-1970s, Volume 2 (1995)
Shakespeare Never Did This (augmented edition) (1995)
Betting on the Muse: Poems & Stories (1996)
The Laughing Heart (1996)
Bone Palace Ballet (1997)
A New War (1997)
The Captain Is Out to Lunch and the Sailors Have Taken Over the Ship (1998)
To Lean Back Into It (1998)
Reach for the Sun: Selected Letters 1978-1994, Volume 3 (1999)
The Singer (1999)
What Matters Most Is How Well You Walk Through the Fire (1999)
Open All Night (2000)
Popcorn In The Dark (2000)
Beerspit Night and Cursing: The Correspondence of Charles Bukowski and Sheri Martinelli 1960-1967 (2001)
The night torn mad with footsteps (2001)
Pink Silks (2001)
The Simple Truth (2002)
Sifting Through The Madness for the Word, The Line, The Way: New Poems (2003) --- (Να Περιφέρεσαι στην Τρέλα)
as Buddha smiles (2004)
The Flash of Lightning Behind the Mountain: New Poems (2004) --- (Η Λάμψη της Αστραπής Πίσω από το Βουνό)
Slouching Toward Nirvana (2005)
Come On In!: New Poems (2006)

Ελληνικές μεταφράσεις 

Ποιήματα καί πεζά, μετάφραση λίκη Γιατράκου-Fossi, Αθήνα: Πρόσπερος, 1979.
νθρωπος γιά λες τίς δουλειές, θήνα: δυσσέας, 1981.
Γυναίκες, μετάφραση Χρύσα Τσαλικίδου, Αθήνα: Οδυσσέας, 1981.
Ταχυδρομεο, μετάφραση Έφη Φρυδά, θήνα: δυσσέας, 1982.
στορίες μις θαμμένης ζως μετάφραση Έφη Φρυδά, θήνα: δυσσέας, 1982.
Σημειώσεις ενός πορνόγερου μετάφραση Τέο Ρόμβος, Απόπειρα, 1984.
Σημειώσεις ενός πορνόγερου, μετάφραση Ντίνα Σώτηρα, Απόπειρα, 1984.
Η αγάπη είναι ένας σκύλος απ' τήν κόλαση: Ποίηση 1960-1980, επιλογή - μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, Απόπειρα, 1986.
Υπεραστικό μεθύσι, μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, Αθήνα: Απόπειρα, 1987.
Υπεραστικό μεθύσι, επιλογή - μετάφραση Γιώργος Μπλάνας, Απόπειρα, 1987.
Βρώμικος κόσμος, μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη και Γιώργος Μπλάνας, Αθήνα: Απόπειρα, 1988.

Ταινίες 

Μπουκόφσκι Bukowski (1973) - ένα ντοκιμαντέρ διάρκειας μιας ώρας με παραγωγό τον Taylor Hackford για την εκπαιδευτική τηλεόραση KCET στο Λος Άντζελες (κέρδισε το Silver Reel Award στο San Francisco Film Festival).
Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας (Tales of Ordinary Madness) (1981) - ο Ben Gazzara παίζει τον Charles Serking, ένα χαρακτήρα χαλαρά συνδεδεμένο με τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του Μπουκόφσκι, Χένρι Τσινάσκι (Henry Chinaski). Η αργή και δύσκαμπτη ταινία δεν είχε ποτέ απήχηση, και ο Μπουκόφσκι - αν και ήταν φίλος με τον Gazzara - κακολόγησε την ερμηνεία του ηθοποιού.
H ταινία Barfly (1987) με πρωταγωνιστή τον Μίκι Ρουρκ και γραμμένο από τον ίδιο τον Μπουκόφσκι, βασιζόταν στη ζωή του, με το βασικό χαρακτήρα να είναι το alter-ego του, Χένρι Τσινάσκι. Το μυθιστόρημαHollywood βασίστηκε στις δοκιμασίες της κατασκευής της ταινίας.
Τον ίδιο χρόνο όπου το Barfly έκανε ντεμπούτο (1987), βγήκε και η βελγική ταινία "Τρελή Αγάπη" (Crazy Love), σκηνοθετημένη από τον Dominique Deruddere. Βασισμένη στο διήγημα του Μπουκόφσκι, The Copulating Mermaid of Venice, California, και σε κομάτια του "Τοστ Ζαμπόν" (Ham on Rye), η ταινία εξιστορεί τη ζωή ενός άντρα, προβάλλοντας τρεις διαφορετικές βραδιές διασκορπισμένες μέσα σε 20 χρόνια. ΗΤρελή Αγάπη μνημονεύτηκε από τον Μπουκόφσκι ως η αγαπημένη του κινηματογραφική διασκευή δουλειάς του.
To 1988, ο Γάλλος σκηνοθέτης Patrick Bouchitey σκηνοθέτησε την ταινία μικρού μήκους Lune Froide (Ελληνικός τίτλος: Κρύο Φεγγάρι). Η ιστορία είναι μια ερμηνεία του διηγήματος The Copulating Mermaid of Venice, California. Προσαρμόστηκε έπειτα σε μια μεγαλύτερη έκδοση το 1991, με τον ίδιο τίτλο, αλλά και περιλαμβάνοντας αυτή τη φορά κομμάτια από το βιβλίο Ερωτικές Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας.
Ένα ντοκιμαντέρ με τον τίτλο Bukowski: Born Into This βγήκε στους αμερικανικούς κινηματογράφους στις 9 Ιουλίου2004, με γενικά καλές κριτικές. Ο ηθοποιός Σον Πεν όπως και οι μουσικοί Τομ Γουέιτς καιΜπόνο, φίλοι και θαυμαστές του Μπουκόφσκι, εμφανίζονται στην ταινία.
Μια διασκευή του μυθιστορήματος, "Άνθρωπος για Όλες τις Δουλειές" Factotum, γυρίστηκε στη Μινεσότα το 2004. Σκηνοθετήθηκε από τον Bent Hamer, και ο Matt Dillon παίζει το ρόλο του Χένρι Τσινάσκι.
Μια διασκευή του διηγήματος του Μπουκόφσκι, Bring Me Your Love, γυρίστηκε στη Νέα Υόρκη το 2006. Σκηνοθετήθηκε από τον ανεξάρτητο φιλμοπαραγωγό Gui Teixeira.

Σημειώσεις 

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι 

Στα Βικιφθέγματα υπάρχει υλικό σχετικό με το άρθρο:








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...