Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

Η μισογυνική και άσεμνη ποίηση του Κρητικού Στέφανου Σαχλίκη (14ος αι.)

Μια έκδοση των ποιημάτων του από το Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κάνει ευρύτερα γνωστή την παράξενη αυτή μορφή του 14ου αιώνα από τον Χάνδακα της Κρήτης, που υπήρξε ο πρώτος επώνυμος συγγραφέας της νεοελληνικής λογοτεχνίας

γράφει ο Νικόλας Ακτύπης

Ο Στέφανος Σαχλίκης ήταν ένας Έλληνας ποιητής ή καλύτερα στιχουργός, που έζησε στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα στην πόλη και στο διαμέρισμα του Χάνδακα στη βενετοκρατούμενη Κρήτη. Ο Σαχλίκης ήταν πρόσωπο της άρχουσας τάξης, ένας από εκείνους που επέζησαν από τη φοβερή επιδημία πανούκλας, από τους λίγους που βρέθηκαν ξαφνικά πλούσιοι σε έναν κόσμο που είχε χάσει τον προσανατολισμό του, και που η μόνη του σιγουριά ήταν ο φρικαλέος θάνατος.

Σύμφωνα με τα λιγοστά στοιχεία που είναι γνωστά για τη ζωή του ανήκε στην τάξη των αρχοντορωμαίων. Ήδη από τα δεκατέσσερά του χρόνια παράτησε το σχολείο και άρχισε να συχνάζει στα καταγώγια και τα χαμαιτυπεία του Κάστρου, προτιμώντας να κάνει παρέα με πειρατές, απατεώνες, πόρνες (πολιτικές) και με εγκληματίες, παρά τις νουθεσίες των κηδεμόνων και των δασκάλων του. Θα γοητευθεί από την έντονη νυχτερινή ζωή της πρωτεύουσας και οι κύριες ενασχολήσεις του θα αποτελέσουν τα τυχερά παιχνίδια (ζάρια), η οινοποσία και η συντροφιά με τις πόρνες.

"Ο κύρης και η μάνα μου, εκείνοι οπού με εκάμαν κατάχερα εκ το στόμα μου ουδέν έλειψε το γάλα, και εις μιάν οι άτυχοι γονείς εις το σχολείον με εβάλαν στα γράμματα μ' εβάλασιν, φρόνεσιν να μανθάνω... και έμαθα τα γράμματα, ώστε ενηλικώθην κι επρόκοπτα εις την παίδευσιν ώσπου εμεγαλώθην. Αμήν απείν εγένομουν χρονών δεκατεσσάρων... ήρχισα τον δάσκαλον να τον αποχωρίζω και τα στενά του Κάστρου μας τριγύρω να γυρίζω. Αργά και πότε το χαρτί επιάνα να διαβάζω, αμή ήθελα να περπατώ δια να περιδιαβάζω... τα καλαμάρια, τα χαρτιά όλα τα λακτοπάτουν... κι εφαίνετό μου το σκολειόν ωσάν κακόν θηρίον. Ολίγα γράμματα έμαθα και τότε τα εξαφήκα, και εις το σκολειόν των πολιτικών εγύρεψα και εμπήκα".

Έζησε έτσι έκδοτα και τρυφηλά σπαταλώντας ολόκληρη την περιου­σία. Κατόπιν μετανιωμένος αποτραβήχτηκε από τη δράση στην ηρεμία της υπαίθρου. Μη αντέχοντας όμως την πληκτική ζωή, ξαναγυρνάει στο Χάνδακα, κάνει το δικηγόρο, πλουτίζει, για να ξαναρχίσει την παλιά του αμαρτωλή ζωή και να καταλήξει πάλι στη φυλακή μετά από καταγγελία κάποιας γυναίκας. Από τη φυλακή ιστορεί τις ερωτικές του περιπέτειες, και συμβουλεύει τους νέους να μην πάθουν τα όσα έπαθεν αυτός. Ιδιαίτερες συμβουλές απευθύνει στον Φραντζισκή, το γιο κά­ποιου φίλου του. Τρία πράγματα του λέει πρέπει να αποφεύγει: «της νύχτας τα γυρίσματα, τα ζάρια, και τις πολιτικές (πόρνες)». Από το 1371 και για την επόμενη δεκαετία έζησε στην επαρχία, στο χωριό Πενταμόδι, όπου έχει απομείνει ένα οικογενειακό φέουδο. Μετά το 1382 εργάστηκε ως δικηγόρος. Οι πληροφορίες από έγγραφα για το πρόσωπό του σταματούν στο 1391.   Η ακατάσχετη τάση του να γευθεί όλες τις απολαύσεις της ζωής που του πρόσφερε η πόλη, που μας την ζωντανεύει τόσο γραφικά και παραστατικά με τους στίχους του, δεν ήταν ίσως παρά μια αντίδραση στην αγωνιώδη αβεβαιότητα των καιρών, στο διαρκώς παρόν δέος του θανάτου, που σημάδευαν τον ψυχισμό των ανθρώπων που επέζησαν από το μεγάλο θανατικό.    Ο Κρητικός στιχουργός είναι ο πιο απερίφραστα περιγραφικός, ο θριαμβευτικότερα άσεμνος, ο χωρίς καμιά φραστική αναστολή καταγραφέας της ευθυμίας, της ανεμελιάς και της ελευθεριότητας του καιρού του και του τόπου του, σε τόνους πολύ πιο εκκωφαντικούς από οποιονδήποτε χρονικογράφο που περιγράφει και στιγματίζει τα ήθη της εποχής εκείνης στην Ευρώπη. Η σάτιρα του Σαχλίκη εκπορεύεται από προσωπικές πικρές εμπειρίες και κατευθύνεται, διεισδυτικά αλλά εγωιστικά, ενάντια σε κοινωνικές ομάδες ή πρόσωπα που τον δυσκόλεψαν ή του κατέστρεψαν τη ζωή ή, που για διάφορους λόγους, του είχαν δημιουργήσει προσωπικές αντιπάθειες.

H περίπτωση του Σαχλίκη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνον επειδή ήταν ο πρώτος επώνυμος Νεοέλληνας στιχουργός που είχε την πρωτοβουλία να εισαγάγει την ομοιοκαταληξία στον ελληνικό στίχο, αλλά και επειδή ήταν χωρίς άλλο και ένας ευφυής και πρωτότυπος δημιουργός, γνώστης της βυζαντινής και της δυτικής λογοτεχνίας του καιρού του και ικανός να αναδιαμορφώνει προς το ευρηματικότερο, να διευρύνει και να εμπλουτίζει ό,τι δανειζόταν.     Κρυφά γαμιέται η πολιτική, εδώ και κει όπου θέλει, και φαίνεται της νόστιμον σαν ζάχαρη και μέλι. Μετά χαράς η πολιτική θέλει κρυφό γαμήσι, ώστε ν' αποδιαντραπή, ώστε ν' αποκινήση, και όποιος την κρατεί κρυφά, βιάζεται να του παίρνη, ρούχα και μπότες και φελλούς και ψούνια να της φέρνη. και πριν να την αφήσει αυτός, άλλον γυρεύει νάβρη· και παίρνει τούτον σήμερον και εκείνον έχει αύρι. Η πολιτική τον κόπελον τον θέλει να γελάση, την όψιν και την γνώμην της όλη της την αλλάσσει. φιλεί, περιλαμπάνει τον, στα στήθη τον μαλάσσει και κάμνει τον ολόχαρον, και κάμνει να γελάση, και λέγει του: «Ομμάτια μου, ψυχή μου και καρδιά μου, απαντοχή, ελπίδα μου, θάρρος, παρηγοριά μου», και δείχνει και ζηλεύει του ότι άλλην καύχαν έχει, και ως δια να δείχνη ότι αγαπά, ψόματα τον ελέγχει· και αλί τον εύρη πελελόν και βάλη τον σ' αγάπη και από πολλής του πελελιάς εκείνος εξετράπη, και τρω τον και ρημάσσουν τον και χάνουν την ζωήν του· ο που πιστεύει πολιτικής χάνει και την τιμήν του.     Στα έργα του ο Σαχλίκης «κηρύττει την ηθική με την αυτάρεσκη περιγραφή της ίδιας του της ανηθικότητας», λέει με πνευματώδη τρόπο ο Hesseling. Αποφεύγει ακόμη τις παρεμβολές βιβλικών και άλλων αποφθεγματικών φράσεων, στις οποίες καταφεύγουν κατά κόρον άλλοι ηθικοδιδακτικοί ποιητές, γεγονός που κάνει τα έργα τους ελάχιστα ελκυστικά. Χαρακτηριστικό της απήχησης που είχαν τα ποιήματα του Σαχλίκη στην εποχή τους είναι ότι είχαν γίνει τραγούδια.   Στα έργα του Σαχλίκη βλέπουμε ένα διάχυτο μίσος κατά των γυναικών και μάλιστα των πορνών, τις οποίες φαίνεται να θεωρεί υπεύθυνες για το κατάντημά του. Ιδιαίτερα τα βάζει με μια Κουταγιώταινα (στο “Βουλή των πολιτικών”), για την οποία εκφράζεται με μεγάλη αισχρότητα.   Γαμιέται η Κουταγιώταινα κι ο σκύλος της γαυγίζει και κλαίσι τα παιδάκια της κι εκείνη χαχανίζει.    Το ίδιο πρόσωπο φαίνεται να κρύβεται και κάτω από την Ποθοτσουτσουνιά (στο “Αρχιμαυλίστρες”), στην οποία ο ποιητής απευ­θύνει εν είδη επωδού την ερώτηση:    Ειπέ με Ποθοτσουτσουνιά, μαυλίζεις ή γαμιέσαι;   Αλλού τη βάζει και καμαρώνει για τα προσόντα της:   Εγώ 'μαι η Ποθοτσουτσουνιά, εγώ 'μαι η ψωλοπόθα, εγώ 'μαι απάνω εις όλες σας, εγώ 'μαι εδά κερά σας.

Οπωσδήποτε ο Σαχλίκης δεν πρωτοτυπεί εκφράζοντας ένα τέ­τοιο μίσος ενάντια στις γυναίκες, παρόλο που οι προσωπικές του εμπειρίες και ταλαιπωρίες τον δικαιολογούν απόλυτα, αλλά βρίσκε­ται στα πλαίσια μια γενικότερης ποιητικής παράδοσης της εποχής, μιας παράδοσης μισογυνισμού, όχι ειδικά Κρητικής, αλλά πανευρωπαϊκής, που έχει τις ρίζες της στον μεσαίωνα, και αποτελεί μια χολωμένη αντίθεση στους αυλικούς έρωτες των ιπποτικών μυθιστοριών, όπου η γυναίκα σχεδόν θεοποιείται.   Οι ποιητικές συμβάσεις με τις οποίες εκφράστηκε αυτός ο μισογυνισμός ήσαν κατά βάση τρεις.  Η πρώτη ήταν ένας μακρύς κατάλογος με αποφθεγματικές ρήσεις κατά των γυναικών, από τον Όμηρο, τους αρχαίους και την Παλαιά Διαθήκη, μέχρι τον τελευ­ταίο (ξένο) κερατωμένο βασιλιά. Η δεύτερη σύμβαση ήταν συμβου­λές σε νέο που πρόκειται να παντρευτεί και η τρίτη ένας διάλογος ανάμεσα σε ένα υπερασπιστή και σε ένα πολέμιο των γυναικών.   Επιρροές από το Στέφανο Σαχλίκη και από ιταλικά πρότυπα έχει το ποίημα «Έπαινος των γυναικών» με 735 οκτασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους, μία χλευαστική περιγραφή των ηθικών ελαττωμάτων των γυναικών αρχίζοντας από τις ανύπαντρες, προχωρώντας στις παντρεμένες και τελειώνοντας στις χήρες.   Πολλὰ ἐχαροκόπησα ἐγὼ καὶ ἐκείνη ἀντάμα· ἦταν αὐθέντρια καὶ κυρὰ καὶ δέσποινα καὶ ντάμα. Πολλὰ παραδιαβάσαμεν ἀντάμα ἐμεῖς οἱ δύο: ἀκόμη ὡς καὶ τὴν σήμερον τὰ γένια μου μαδίω. Διὰ ἐκείνην τὴν πολιτικὴν στὴν φυλακὴν μ' ἐβάλαν καὶ ἀπείτις μ' ἐρημάξασιν, τότε κοντὰ μ' ἐβγάλαν. Καὶ τά 'γραψα εἰς τὴν φυλακὴν διὰ τὲς ἀρχιμαυλίστρες καὶ τὰ παιδία τοῦ σκολειοῦ πολλὰ τὰ τραγουδοῦσαν. Καὶ ἀπεὶν ἐλευθερώθηκαν, ἡ Τύχη μου ἡ καμένη, ὡς ἦτον νὰ μὲ πολεμᾶ πάντοτε μαθημένη, λέγει μου:«Ἀγώμε εἰς τὸ χωριόν, νὰ κάμης τὲς δουλειὲς σου, καὶ ἄφες τοῦ Κάστρου τὰ στενά, ἄφες τὲς πελελιές σου».   Μίμηση του Σαχλίκη και στο θέμα ακόμη είναι και ένα άλλο ποίημα ανώνυμου στιχουργού, ο «Θρήνος του φαλίδου του πτωχού» σε 280 επτασύλλαβους ή οκτασύλλαβους τροχαϊκούς στίχους, που αποτελούν την αυτοβιογραφία ενός ευγενούς νέου, ο οποίος κατασπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες και βρέθηκε στο τέλος χρεοκοπημένος.  

Χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από την μελέτη του Μπάμπη Δερμιτζάκη: Η Λαϊκότητα Της Κρητικής Λογοτεχνίας, Αθήνα 1990, Εκδόσεις Δωρικός” και από το δ.τ. του ΜΙΕΤ. Τα ποιήματα. Χρηστική έκδοση με βάση και τα τρία χειρόγραφα, Φιλολογική επιμέλεια, πρόλογος, εισαγωγή και γλωσσάριο: Γιάννης Κ. Μαυρομάτης, Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2015 

Πηγή: www.lifo.gr

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Υahya Hassan (Γιαχία Χασάν) - Η ποίηση ενός μη φανατικού μουσουλμάνου

Η οργή του ποιητή


Ένας πρωτοεμφανιζόμενος ποιητής παλαιστινιακής καταγωγής, ο Γιαχία Χασάν, απασχολεί εδώ και εβδομάδες τη δανέζικη κοινή γνώμη. Με τους στίχους αλλά και τις απόψεις του για τις παρωπίδες του Ισλάμ.

Παρουσίαση: Σπύρος Μοσκόβου
Μετάφραση των ποιημάτων από τα δανέζικα: Μαργαρίτα Μέλμπεργκ

[δημοσίευση στο τεύχος 102-103, Ιούλιος-Δεκέμβριος 2013, του περιοδικού Εντευκτήριο]

Ο δάσκαλος δεν πίστευε στα μάτια του. Η εκπληκτική έκθεση σε θαυμάσια δανέζικα έφερε την αλλόκοτη υπογραφή Γιαχία Χασάν. Αυτός που τα υπέγραφε ήταν ένας αλητάκος που είχε εγκαταλείψει το σπίτι του, μεγαλωμένος σε ένα γκέτο Παλαιστίνιων μεταναστών στο Ααρχούς της Δανίας, κλεφτρόνι στους πέντε δρόμους, χασισοπότης, που είχε έρθει στο ίδρυμα για να συνετιστεί. Ο δάσκαλος νόμισε ότι ο μικρός είχε αντιγράψει. Ο Γιαχία λύσσαξε με τη δυσπιστία του δάσκαλου. Του άρπαξε την έκθεση από τα χέρια, κάθισε και έγραψε μια καινούργια, κι αυτή ήταν εκπληκτική σε θαυμάσια δανέζικα. Ο δάσκαλος έδωσε στον μικρό να διαβάσει Ντοστογιέφσκι, μετά κι άλλους συγγραφείς, τον έστειλε να πάρει μαθήματα λογοτεχνικής γραφής. Έτσι γεννήθηκε ο ποιητής Γιαχία Χασάν, 18 χρονών σήμερα. Η πρώτη του ποιητική συλλογή, με τίτλο το ίδιο το όνομά του, κυκλοφόρησε πρόσφατα και έχει πουλήσει μέχρι στιγμής 50.000 αντίτυπα, αριθμό πρωτοφανή για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα, και μάλιστα ποιητή.

O Γιαχία Χασάν εδώ και δύο μήνες είναι το αδιαμφισβήτητο αστέρι στη λογοτεχνική σκηνή αλλά και τη δημόσια συζήτηση στη Δανία. Γιατί; Επειδή με αναπάντεχη ευθυβολία και λιτότητα στιγματίζει τις προκαταλήψεις των γονιών του και όλων των καθυστερημένων μουσουλμάνων μεταναστών στις δυτικές κοινωνίες, στηλιτεύει τη θρησκοληψία και την ηθική και πνευματική σεμνοτυφία τους. Το είπε με άλλα λόγια και σε μια περίφημη πια συνέντευξή του στην εφημερίδα Politiken: «Τα έχω πάρει στο κρανίο με τη γενιά των γονιών μου, που ήρθε στη Δανία στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Αυτή η ορδή μεταναστών εγκατέλειψε τα παιδιά της κυριολεκτικά στη μοίρα τους. Με το που πάτησαν το πόδι τους στη Δανία, σαν να τέλειωσε ο ρόλος τους ως γονιών. Βλέπαμε τους πατεράδες μας να ρεμπελεύουν καθισμένοι πάνω στο κοινωνικό βοήθημα με το τηλεκοντρόλ στο χέρι, δίπλα η απογοητευμένη μάνα που δεν άνοιγε ποτέ το στόμα της. Εμείς που διακόψαμε το σχολείο, που γίναμε λωποδύτες και αλήτες, δεν εγκαταλειφθήκαμε από το σύστημα, αλλά από τους γονείς μας. Είμαστε μια ορφανή γενιά».

Τα λεγόμενα και τα γραφόμενα του Γιαχία Χασάν έχουν προκαλέσει σάλο στη Δανία, αυτή η άκαμπτη, πεισματωμένη, αυθεντική φωνή συνεγείρει. Πολλοί νέοι ξεσηκώθηκαν στο διαδίκτυο και ενώνουν τις φωνές τους με τη δική του· οι τα φαιά φορούντες και περί ηθικής λαλούντες μουσουλμάνοι τον θεωρούν προδότη, ένας μάλιστα τον ξυλοφόρτωσε πριν από λίγες μέρες σ’ έναν σιδηροδρομικό σταθμό· οι φιλελεύθεροι Δανοί εκπλήσσονται με τη στριγκή αυτή φωνή μιας παραμελημένης αλήθειας· οι δεξιοί Δανοί τον χειροκροτούν επειδή ψέλνει τον εξάψαλμο στο καθυστερημένο Ισλάμ. Ο ίδιος ο Γιαχία Χασάν λέει για τις διαφορετικές προσλήψεις των στίχων και των απόψεών του: «Όταν αγοράσεις από το σούπερ μάρκετ τυρί, το τυρί δεν φταίει μετά αν εσύ το χρησιμοποιήσεις για πίτσα ή για να φτιάξεις ένα σάντουιτς».
Η λογοτεχνική κριτική επαινεί τη γλώσσα του Γιαχία Χασάν, ένα μείγμα από εκλεπτυσμένα δανέζικα με ειρωνικές προσμίξεις αργκό, ο εκδοτικός του οίκος έχει απαγορεύσει καταρχήν τις μεταφράσεις σε άλλες γλώσσες, την πρώτη μετάφραση στα αγγλικά έχουν αναλάβει δύο ράπερ. Αλλά και τα λιγοστά σπαράγματα που διαβάσαμε, μας θύμισαν έναν άλλο οργισμένο νέο από την Αθήνα, τον τσετσενικής καταγωγής Έλληνα ποιητή Γιάσρα Χάλεντ, που με το αιματώδες ποιητικό ταμπεραμέντο του δίνει φωνή στους απόκληρους μετανάστες και πρόσφυγες, τους παρίες της ελληνικής κοινωνίας. Τι Αθήνα, τι Κοπεγχάγη! Μια νέα γενιά καταραμένων ποιητών ανδρώνεται στους υπονόμους της μακάριας Ευρώπης.

Σ.Μ.


ΜΝΗΜΕΣ ΔΙΑΚΟΠΩΝ 1

Η ΜΑΜΑ ΕΙΠΕ ΟΤΙ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΕΧΕΙ ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ
ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΥΡΗ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΓΚΑΡΑΖ
ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΕΒΓΑΖΑΝ ΜΟΝΟ
ΣΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ
ΚΙ ΟΤΑΝ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΣΩΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΥΣ
ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΠΕΡΝΟΥΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΓΚΑΡΑΖ
ΣΤΑΜΑΤΟΥΣΑ ΚΑΙ ΑΓΓΙΖΑ
ΤΗ ΒΑΡΙΑ ΣΙΔΕΡΕΝΙΑ ΑΛΥΣΙΔΑ
ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΣΑ ΝΑ ΤΗ ΦΑΝΤΑΣΤΩ
ΕΛΕΓΑ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ
 ΘΕΙΟΥΣ ΜΟΥ ΝΑ ΜΕ ΑΦΗΣΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΟΔΗΓΗΣΩ
ΕΛΕΓΑ ΠΩΣ ΕΙΧΑ ΜΑΘΕΙ ΝΑ ΟΔΗΓΩ ΣΤΗ ΔΑΝΙΑ
Σ’ ΕΝΑ ΠΑΡΚΙΝΓΚ
ΜΕ ΜΠΕΤΟΝ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ ΠΛΕΥΡΑ 
ΚΑΙ ΜΠΕΤΟΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ 
Ο ΘΕΙΟΣ ΜΟΥ ΜΕ ΠΗΓΕ ΒΟΛΤΑ
ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΤΟΥ ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ 
ΕΙΠΕ ΠΩΣ ΗΤΑΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ 
ΝΑ ΜΕ ΑΦΗΣΕΙ ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΩ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
Η ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΕΔΩ
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΠΩΣ ΣΤΗ ΔΑΝΙΑ
Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΚΑΙ Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΒΕΝΖΙΝΗΣ
ΕΧΟΥΝ ΤΡΕΛΑΝΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΕΙΠΕ
ΕΣΤΡΙΨΕ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΕ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ
ΚΑΙ ΕΡΗΜΗ ΑΛΑΝΑ
ΑΛΛΑΞΑΜΕ ΘΕΣΗ
ΟΔΗΓΑ ΤΩΡΑ ΠΡΟΣΕΧΤΙΚΑ
ΩΡΑΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΕΙΠΕ Ο ΘΕΙΟΣ
ΠΟΥ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΗΡΑΝ ΤΟ ΕΝΑ ΤΟΥ ΝΕΦΡΟ ΣΤΟ ΝΤΟΥΜΠΑΪ
ΕΒΑΛΕ ΕΝΑ ΤΣΙΓΑΡΟ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ
ΔΟΣ ΜΟΥ ΕΝΑ ΘΕΙΕ ΕΙΠΑ
ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΟ ΠΟΛΥΣΚΕΦΤΩ
ΚΑΠΝΙΖΕΙΣ; ΡΩΤΗΣΕ
ΚΑΙ ΕΒΓΑΛΕ ΑΛΛΟ ΕΝΑ
ΜΑ ΕΙΣΑΙ ΑΚΟΜΑ ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΣ
ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΜΑΘΑ ΣΤΗ ΔΑΝΙΑ ΘΕΙΕ
ΜΕ ΦΙΛΗΣΕ ΣΤΟ ΜΑΓΟΥΛΟ
ΚΑΙ ΤΟΝ  ΦΙΛΗΣΕ Ο ΗΛΙΟΣ
ΟΔΗΓΟΥΣΑ ΓΥΡΩ ΓΥΡΩ ΦΥΣΩΝΤΑΣ ΚΑΠΝΟ
ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΕΡΙΚΕΣ ΜΕΡΕΣ ΟΤΑΝ ΕΠΕΣΑΝ ΒΟΜΒΕΣ
ΑΝΟΙΞΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ Η ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΓΚΑΡΑΖ
ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΠΡΟΣΕΞΑ ΤΑ ΙΣΡΑΗΛΙΝΑ
ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΑ ΤΟ ΑΔΥΝΑΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ ΕΤΡΕΜΕ
ΑΠΟ ΛΑΧΤΑΡΑ ΟΤΑΝ ΜΙΑ ΠΑΛΙΑ ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ
ΣΚΟΝΙΣΜΕΝΗ ΚΑΙ ΣΚΟΥΡΙΑΣΜΕΝΗ ΟΠΩΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ
ΤΣΟΥΛΗΣΕ ΑΡΓΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ


ΕΙΔΙΚΗ ΤΑΞΗ*      

ΔΥΟ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ΕΦΑΓΑΝ ΕΝΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙ ΚΑΙ ΕΚΑΨΑΝ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
ΤΩΡΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΝΟΝΤΑΝ 
ΣΕ ΚΑΤΙ ΓΚΡΙΖΑ ΠΑΡΑΠΗΓΜΑΤΑ ΣΤΟ ΠΡΟΑΥΛΙΟ
ΟΙ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ
ΑΛΛΑ ΓΕΜΙΣΑΜΕ ΤΙΣ ΒΑΛΙΤΣΕΣ ΜΕ ΡΟΥΧΑ
ΚΑΙ ΠΕΤΑΞΑΜΕ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΜΠΑΜΠΑ ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΟΝ ΛΙΒΑΝΟ
ΜΕ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΞΙΚΕΣ ΒΡΥΣΕΣ ΝΕΡΟΥ
ΜΑΣ ΣΥΣΤΗΣΑΝ ΣΕ ΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΙΟΥΣ
ΠΟΥ ΕΜΟΙΑΖΑΝ ΣΑΝ ΚΑΚΑ ΑΝΤΙΓΡΑΦΑ 
ΤΩΝ ΘΕΙΑΔΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ ΣΤΗ ΔΑΝΙΑ
ΕΚΕΙΝΗ ΤΗ ΧΡΟΝΙΑ ΕΚΑΝΑΝ ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΣΤΟΝ ΜΙΚΡΟ ΜΟΥ ΑΔΕΡΦΟ 
ΦΩΝΑΖΕ ΚΑΙ ΕΚΛΑΙΓΕ
ΤΡΕΙΣ ΘΕΙΟΙ ΤΟΝ ΚΡΑΤΟΥΣΑΝ ΑΚΙΝΗΤΟ
ΕΝΩ Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΤΟΝ ΠΕΤΣΟΚΟΒΕ
ΜΕ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΕΜΟΙΑΖΕ ΣΑΝ ΨΑΛΙΔΙ
ΕΤΣΙ ΣΦΑΞΑΜΕ ΧΑΛΑΛ ΤΟ ΑΡΝΙ
ΤΟ ΑΙΜΑ ΕΤΡΕΧΕ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ
ΚΑΙ ΕΓΩ ΤΡΑΒΟΥΣΑ ΟΛΟ ΤΡΑΒΟΥΣΑ ΕΝΑ ΕΝΤΕΡΟ ΜΑΚΡΥΝΑΡΙ
ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΓΙΑΤΡΟ
ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΜΑΘΕΙ ΠΩΣ ΠΑΕΙ ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΤΟΥ ΑΔΕΔΦΟΥ ΜΟΥ
ΟΤΑΝ Ο ΑΔΕΡΦΟΣ ΜΟΥ ΕΙΔΕ ΤΟΝ ΓΙΑΤΡΟ ΕΤΡΕΞΕ ΝΑ ΦΥΓΕΙ
ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΙ ΗΤΑΝ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΑΣ
ΦΤΙΑΞΑΜΕ ΤΙΣ ΒΑΛΙΤΣΕΣ ΕΝΩ ΕΠΕΦΤΑΝ ΟΙ ΒΟΜΒΕΣ
Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΜΑΣ ΠΗΓΕ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑ
ΕΦΤΑ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΟΙ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΜΕΡΣΕΝΤΕΣ
ΜΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ FAIRUZ
ΚΑΤΙ ΣΥΝΟΜΗΛΙΚΟΙ ΜΟΥ ΠΛΗΣΙΑΣΑΝ ΤΟ ΑΜΑΞΙ
ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΜΑΣ ΠΟΥΛΗΣΟΥΝ ΧΑΡΤΙ ΤΟΥΑΛΕΤΑΣ ΕΝΩ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΑΜΑΤΗΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ ΕΛΗΞΕ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΙ
ΚΑΙ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΟΔΗΓΗΣΕ ΠΙΣΩ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ
ΠΟΥ ΜΕΤΑ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΤΗΚΕ
ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΞΑΝΑΠΑΩ ΣΤΑ ΠΑΡΑΠΗΓΜΑΤΑ
ΑΛΛΑ ΜΕ ΕΙΧΑΝ ΔΙΩΞΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΞΗ
ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΑ ΣΕ ΕΙΔΙΚΗ ΤΑΞΗ
ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΡΑΜΙ ΤΟΝ ΝΤΑΟΥΝΤ ΤΟΝ ΑΛΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΟΧΑΜΕΝΤ
ΚΛΕΒΑΜΕ ΔΙΣΚΟΥΣ ΜΕ ΦΑΪ ΚΑΙ ΚΑΡΤΕΣ ΠΟΚΕΜΟΝ
ΒΛΕΠΑΜΕ ΠΟΡΝΟ ΣΤΟ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ
ΚΑΙ ΠΕΤΟΥΣΑΜΕ ΠΕΤΡΕΣ ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΤΕΣ

* Eννοεί τάξη για ταραξίες (σ.τ.μ.).



ΤΑΒΛΕΣ ΚΡΕΒΑΤΙΟΥ 

ΔΕΝ ΕΙΠΕ ΧΑΜΠΙΜΠΙ
ΕΙΠΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ Η ΤΑ ΠΟΔΙΑ
ΚΙ ΕΣΠΑΣΕ ΜΙΑ ΤΑΒΛΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ
ΠΟΥ ΤΟΥ ΕΛΕΙΠΕ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΞΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
ΕΚΕΙ ΒΟΥΛΙΑΖΕ ΤΟ ΣΤΡΩΜΑ
ΤΑ ΑΔΕΡΦΙΑ ΜΟΥ ΦΩΝΑΖΑΝ ΣΤΟ ΔΙΠΛΑΝΟ ΔΩΜΑΤΙΟ
ΚΑΙ ΣΚΕΠΑΖΑΝ ΤΗ ΦΩΝΗ ΜΟΥ
Η ΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΚΟΥΖΙΝΑΣ ΟΠΟΥ Η ΜΑΜΑ ΜΑΓΕΙΡΕΥΕ 
ΗΤΑΝ ΚΛΕΙΣΤΗ
ΚΑΙ ΟΛΟ ΧΩΝΕΤΑΙ ΕΙΠΕ ΑΥΤΟΣ
Ο ΑΝΤΡΑΣ Η Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ
ΟΤΑΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΠΕΡΠΑΤΗΣΩ
ΟΥΤΕ ΟΡΘΙΟΣ ΝΑ ΑΚΟΥΜΠΗΣΩ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ
ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΕΝΤΩΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΑ ΠΟΔΙ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ
ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΠΡΟΣΤΑΞΕ
ΚΑΠΝΙΣΕ ΕΝΑ ΤΣΙΓΓΑΡΟ ΚΑΙ ΜΑΖΕΨΕ ΝΕΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
ΚΑΙ ΠΡΟΤΟΥ ΕΡΘΕΙ Η ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ ΑΔΕΡΦΟΥ ΜΟΥ
ΕΒΓΑΛΑ ΤΙΣ ΚΑΛΤΣΕΣ ΜΟΥ
ΤΟΥ ΕΙΠΑ ΝΑ ΤΙΣ ΦΟΡΕΣΕΙ 
ΚΑΙ ΝΑ ΜΟΥ ΠΡΙΟΝΙΣΕΙ ΤΑ ΠΟΔΙΑ



SALAM HABIBI*

ΣΚΑΛΙΖΑ ΜΙΑ ΒΕΡΓΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
ΟΤΑΝ Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΜΟΥ ΕΔΩΣΕ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΛΕΦΩΝΟΥΝ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ
ΤΙ ΕΚΑΝΑ ΠΑΛΙ ΡΩΤΗΣΑ
ΚΑΙ ΠΗΡΑ ΤΟ ΑΚΟΥΣΤΙΚΟ
ΗΤΑΝ Η ΜΑΜΑ
ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΕΙΧΕ ΦΥΓΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ
ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ ΚΑΘΟΜΑΣΤΑΝ
ΣΤΟ ΣΑΛΟΝΙ
Η ΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑΣ ΗΤΑΝ ΚΛΕΙΣΤΗ
ΘΟΡΥΒΟΙ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΚΑΙ
ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΛΕΙΔΑΡΟΤΡΥΠΑ
Η ΜΑΜΑ ΜΕ ΕΝΑ ΚΑΛΩΔΙΟ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΑΙΜΟ ΤΗΣ
ΕΣΠΑΣΑ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΚΑΙ
ΑΥΤΟΣ ΕΒΓΑΛΕ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ
ΜΟΥ ΕΙΧΕ ΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΣΩ
ΣΤΟ ΣΑΛΟΝΙ

*Salam habibi: Γεια σου, αγάπη [μου] στα αραβικά.



ΜΑΝΑ ΤΡΙΩΝ ΞΕΝΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ

ΕΚΛΕΙΣΕ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΣΑΛΟΝΙΟΥ
ΜΙΛΟΥΣΕ ΜΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΑΒΙΑ
ΜΑΣ ΕΙΠΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΕΝΑ ΓΕΙΑ ΣΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
ΕΓΩ ΑΡΝΗΘΗΚΑ
ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΘΑ ΞΑΝΑΤΗΛΕΦΩΝΟΥΣΕ
ΤΟ ΚΑΤΕΒΑΣΕ ΚΑΙ ΜΕ ΠΗΡΕ ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΗΡΘΕ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ
ΗΤΑΝ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ
ΜΑΣ ΕΦΤΙΑΧΝΕ ΠΡΩΙΝΟ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΖΕ ΤΑ ΔΩΜΑΤΙΑ ΜΑΣ
ΕΙΧΕ ΒΙΖΑ ΓΙΑ ΤΡΕΙΣ ΜΗΝΕΣ
ΑΛΛΑ ΕΦΥΓΕ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟ
ΚΑΙ Η ΠΟΡΤΑ ΞΑΝΑΕΚΛΕΙΣΕ
ΞΑΦΝΙΚΑ ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΑΜΕ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΓΥΝΑΙΚΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΥΝΗΣΙΑ
ΝΟΙΚΙΑΣΑΜΕ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΚΑΙ ΠΗΓΑΜΕ ΣΤΟ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ
ΜΑΣ ΕΙΠΕ ΝΑ ΤΗ ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ ΜΑΜΑ
ΜΑΣ ΕΦΕΡΕ ΔΩΡΑ
ΤΗΣ ΕΔΕΙΞΕ ΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ ΜΕ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΗ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΑ
ΕΠΕΙΤΑ ΜΠΗΚΑΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟ ΕΝΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΛΛΟ
ΑΥΤΑ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΡΦΑΚΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΑ ΠΕΙΡΑΞΩ
ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΔΕΙ ΧΙΟΝΙ
ΜΑΓΕΙΡΕΥΕ
ΚΑΙ ΕΣΚΥΒΕ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΣΤΟΝ ΝΕΡΟΧΥΤΗ
ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΓΕΥΜΑ 
ΞΕΡΝΟΒΟΛΟΥΣΕ ΚΑΙ ΕΒΡΙΖΕ ΣΕ ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ
ΕΒΛΕΠΕ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΚΑΙ ΚΑΠΝΙΖΕ ΜΑΚΡΙΑ LOOK
ΚΑΙ ΕΦΤΥΝΕ ΤΗ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΣΤΟ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΗΤΑΝ ΠΕΣΜΕΝΗ ΚΑΤΩ
ΜΕ ΜΙΑ ΕΝΕΣΗ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗΣ ΣΤΟΝ ΛΑΙΜΟ
ΤΗΣ ΕΔΩΣΑ ΜΙΑ ΚΛΩΤΣΙΑ
ΚΑΙ ΤΗΛΕΦΩΝΗΣΑ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ

πηγή: entefktirio.blogspot.com

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Ελένη Χαϊμάνη (Σελάνα Γραίκα) - Η ποίηση στα πλαϊνά των στοίχων

Η Ελένη Χαϊμάνη μένει στην Αθήνα. Έχει σπουδάσει νοσηλευτική. Καλεί τον εαυτό της ιδεαλίστρια. Αυτή είναι η πρώτη της ποιητική απόπειρα. Υπογράφει τα ποιήματά της  με το όνομα Σελάνα Γραίκα.

Κοιτάζει το δείλι ο άνδρας.
Μάτια διάφανα,φως,προσπαθεί να το πει.
Να μοιράσει χρώματα να τα δουν και οι άλλοι.
Πορφύρα,κροκάτο μαβί…
Φαντασιώνεται τ’άρμα φωτός να περνά απ’τους λόφους,
άλογα χλιμιντρίζουν-περηφάνια τρελή!
υπηρέτες του κύκλου,που ζωή παραδίδει
να την βλέπεις αυγή.
Προχωρώντας ο χρονος
και σαν στέκει ο Λόγος,
όσο φωτεινός στους αρμούς του και να’ναι,
μιλά μοναξιά,το σκοτάδι στο στόμα.
Πως να πει ποιητής,
κάθε βράδυ πως ο ηλιος πεθαίνει;



Το βράδυ,το μεγάλο βράδυ
κλήρας κονταροχτύπημα
σε ερημότοπο θα γίνει.
Αιώνιοι φιλάργυροι…
Είπε:Θα φύγω για την γη
της ύπαρξης.
Κόρη αξεδιάντροπη
στα χέρια
ωραίου αρρώστου.
Εκεί που οι κάμποι
ξαπλώνουν
των πραγμάτων των αξύπνητο ύπνο.
Στην χώρα που οι πανσέδες
χόρτασαν
του αιώνιου ασώτου,
φιλήματα.
Απόφαση φυγής,πατέρας του ενστίκτου.
Είπε:Εγώ από το άλμα,
είμαι το εμπόδιο,
από την λύση
γω είμαι η δυσκολία.

πηγή: http://www.poiein.gr/




Κάποτε, αναζητώ το όνομά μου.
Επαναδιατυπώνω την ημέρα
 -τις νύχτες!
 Στους κόμπους απ’ το σεντόνι μου.
 Το μέτρημα δεν φτάνει.

 Ουτοπικά γιατί ο Παράδεισος ένας,
 χάσκει στο ιδεώδες ενός
 Φαίδρου
και οι Κολάσεις
πολλές και πυκνοκατοικημένες.

Είμαι το παρόν
 παρελθοντικών ανθρώπων.
Το όνομά μου είναι
Μνήμη.


Διχάζομαι στην ανθρώπινή μου υπόσταση.
 Άγονος δρόμος, στην δια-σταύρωση μου.
 Φαρμακώνω.
Και υποθάλπω τον εγκληματία μέσα μου.
Φαρμακώνομαι.
Δεν αφήνομαι ν’ αυτοκτονήσω
. Στον δημόσιο βίο μου-αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ!
 κουκουλωμένος διπλωματία σε σαλόνια αργυραμοιβών.
 Βολεύομαι και ακούω, εν φύσει επικοινωνώ.
 Αναλλοίωτος, δύναμαι να παραμείνω.
 Επαναστατημένη ψυχή. Απομακρύνομαι.
Και στον σύγχρονο κόσμο σιχαίνομαι το φως.
 Ενίοτε το βλασφημώ.
Αρνούμαι να κλειστώ σε λήκυθο λευκή.
 Κάσες, μποτίλιες κι αμαρτία.
 Ο Διχασμός του Ποιητή.

Δεν έχω να πω πολλά.
 Μου ζήτησαν να αφαιρέσω από τα τόσα
 κι άλλα τόσα. Και αφαιρώ. Γιατί αυτοί ξέρουν.
 Και αφαιρούμαι. Γιατί εγώ ψάχνω.
Στο τέλος τι μένει;
Άδειο εκμαγείο λανθάνουσας φιλοσοφίας.
 Ανάθεμα τους γνώστες.
 Αφαιρώ λίγο ακόμη.
 Κι ας έχω τόσα κι άλλα τόσα επιπλέον.
Είναι οι λέξεις που τρομάζουν;
Κρύφτηκαν σε άδειο κεφάλι.
Μου έκλεισαν την πόρτα.

Τα καλύτερα μου ποιήματα τα έχασα
Στο σταθμό των τρένων, πίσω από το θολό παράθυρο.


Η Ποίηση/είναι μια πράξη αντικοινωνική αδέλφια.
 Προχωρά/το παρελθόν μας,/μέσα στα στήθια απλώνεται/
ριζώνει. “
Δεν φταίμε εμείς/οι μαριονέτες.”
λένε/οι αναγνώστες.
“Μας κόψαν τις κλωστές/μα η κονιοποίηση/
 υποθάλπεται/κάτω απ’ τα γυαλιστερά μας μάγουλα.
 Και η μεγαλύτερή μας πράξη/εμάς,/
 που ποιητικό βλέπουμε/τον ήλιο ακόμη/
κι ας βρώμισαν οι αρμοί/απ’ το σύστημα.
Είναι/να μη γεννάμε,/αφού τα παιδιά μας
 πιστά στο παρελθόν τους/
θα σηκώσουν τα όπλα,/απέναντί μας…/

 Γιατί θα αναγκαστούμε/να πεθάνουμε/
για να σωθούν/οι άνθρωποι


πηγή: http://homouniversalisgr.blogspot.com./



Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2015

Pier Paolo Pasolini – Η άγνωστη πλευρά μιας ιδιοφυίας

του Κωνσταντίνου Κοκολογιάννη

Ο Pier Paolo Pasolini έχει στιγματίσει τα γράμματα και τις τέχνες, τόσο της Ιταλίας, όσο και όλης της Ευρώπης. Ένας άνθρωπος εφυής, αλλά και ευαίσθητος στα κακώς έχοντα της κοινωνίας μας και της πορείας του ανθρώπου. Μέσα από το κινηματογραφικό και το λογοτεχνικό του έργο στιλιτεύει τον φασισμό και συντηριτισμό της μεταπολεμικής Ιταλίας, την αλλοτροίωση του ανθρώπου από την εξουσία και την αποβλάκωση από την τηλεόραση. Μελετώντας κανείς το έργο του, έρχεται αντιμέτωπος με διαχρονικούς προβληματισμούς και ερωτήματα έχοντας την εντύπωση ότι ο Pier Paolo Pasolini, είναι ένας άνθρωπος που ζει και αγωνιά για τον άνθρωπο του  21ου αιώνα. 

Στους περισσότερους από εμάς ο Pier Paolo Pasolini είναι γνωστός σαν σκηνοθέτης, παρά σαν ποιητής, μυθιστορηματογράφος, δοκιμιογράφος ή δημοσιογράφος. Μέσα από αυτή την παρουσίαση θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε την άγνωστη αυτή πλευρά του Pasolini, ξεκινώντας από το... τέλος.



Ο θάνατος

Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι βρέθηκε νεκρός τα ξημερώματα της 2ας Νοεμβρίου του 1975 στην παραλία της Όστια, έξω από τη Ρώμη. Το πτώμα έφερε σημάδια άγριας κακοποίησης: σχεδόν αποκομμένα αυτιά, σπασμένες οδοντοστοιχίες, συνθλιμμένα οστά θώρακα από το επανειλημμένο πέρασμα οχήματος από πάνω του. Για τον άγριο φόνο ομολόγησε και καταδικάστηκε ως ένοχος, σε φυλάκιση 9 ετών και 7 μηνών, ένας εκπορνευόμενος 17χρονος, ο Πίνο Πελόζι. Ο Παζολίνι ενταφιάστηκε στο αγαπημένο του χωριό, Φριούλι.

Η αγριότητα ωστόσο της δολοφονίας είχε εξαρχής δημιουργήσει υποψίες ότι ο Πελόζι δεν ήταν ο μόνος δράστης του εγκλήματος. Πέρασαν 30 χρόνια ώσπου, το 2005, ο Πελόζι απέσυρε την ομολογία του, δηλώνοντας πως πλέον ήταν νεκροί όλοι όσοι απειλούσαν τον ίδιο και την οικογένειά του, κάτι που του επέτρεπε πλέον να πει την αλήθεια. Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε, αλλά και την έρευνα των Σικελών δημοσιογράφων Τζουζέππε Λο Μπιάνκο και Σάντρα Ρίτσα, η δολοφονία του Πιερ Πάολο Παζολίνι ήταν καθαρά πολιτικό, και όχι σεξουαλικό, έγκλημα.
Σύμφωνα με τους δημοσιογράφους, αιτία ήταν η γνώση του Παζολίνι για πρόσωπα της ιταλικής πολιτικής και τις διασυνδέσεις τους με τον κόσμο της Μαφίας. «Ξέρω τα ονόματα των υπευθύνων, όλων αυτών που χειραγωγούν τους νεοφασίστες, όλων αυτών των γνωστών αγνώστων που είναι υπεύθυνοι για τα πρόσφατα εγκλήματα» είχε δηλώσει ο Παζολίνι ένα χρόνο πριν από τη δολοφονία του. Το τελευταίο βιβλίο του, μάλιστα, με τίτλο «Πετρέλαιο» (στα ελληνικά κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Παρατηρητής» το 1993), με πρόφαση ιστορίες ερωτικών εμμονών προχώρησε σε αποκαλύψεις για τους εγκληματικούς πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους της περιόδου της Δεύτερης Δημοκρατίας στην Ιταλία.
«Τον εκτέλεσαν. Ήταν πέντε. Του φώναζαν «βρωμόπουστα», «σκατοκομμούνι» και τον χτυπούσαν βίαια. Εμένα με είχαν ακινητοποιήσει. Δεν άγγιξα καν τον Παζολίνι, αντίθετα προσπάθησα να τον υπερασπιστώ» δήλωσε ο 51 ετών σήμερα Πελόζι. Μεταξύ των πέντε εκτελεστών είχε αναγνωρίσει τους αδελφούς Μπορσελλίνο και δύο Σικελούς νεοφασίστες και ντίλερ. Η έρευνα σχετικά με τη δολοφονία Παζολίνι άρχισε εκ νέου μετά την αναίρεση του Πελόζι αλλά οι δικαστές αποφάσισαν ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να συνεχιστεί.

"Ο θάνατος δεν είναι στο να μην μπορείς να επικοινωνήσεις, αλλά στο να μην είσαι κατανοητός"


Ο Pier Paolo Pasolini γεννήθηκε στην Μπολόνια στις 5 Μαρτίου του 1922 και πέθανε στις 2 Νοεμβρίου του 1975 στο Λίντο ντι Όστια. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Ιταλούς καλλιτέχνες και διανοούμενους του 20ου αιώνα.

Ασχολήθηκε με την ποίηση, το μυθιστόρημα, τη δραματουργία, τη σκηνοθεσία, τη γλωσσολογία, το σενάριο, τη δημοσιογραφία.

Ο  Pier Paolo Pasolini ήταν ένας προσεκτικός παρατηρητής του μετασχηματισμού της κοινωνίας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα. Συχνά προκάλεσε έντονη αντιπαράθεση και έντονες συζητήσεις για τη ριζοσπαστικότητα των ιδεών του, σε σχέση τις συνήθειες της μεσαίας τάξης και την αύξηση της καταναλωτικής κοινωνίας στην Ιταλία, καθώς και ενάντια στο '68, και τους πρωταγωνιστές του. Η ομοφυλοφιλία του, ήταν στο κέντρο της δημόσιας persona του.

Ήταν ο πρωτότοκος γιος του στρατιωτικού Carlo Alberto Pasolini και της δασκάλας Susanna Colussi. Εξαιτίας της δουλειάς του πατέρα του άλλαξε πολλές πόλεις  Parma, Conegliano, Belluno.  Στο Belluno γεννήθηκε ο αδελφός του και οι γονείς του αναγκάστηκαν να στείλουν τον Pier Paolo στο νηπιαγωγείο των καλογριών, όπου ο Pasolini άντεξε λίγες μέρες και μετά αρνήθηκε να ξαναπάει. Οι γονείς του δεν μπορούσαν παρά να συγκαταθέσουν στην απόφαση του. Οι μετακινήσεις συνεχίστηκαν, Casarsa della Delizia (Ξεκινά το πάθος του για τη ζωγραφική), στο Friuli, όπου συνέλαβαν τον πατέρα του για χρέη, Sacile (Ξεκινά το πάθος του για το γράψιμο), Idria (τώρα ανήκει στη Σλοβενία), Cremona, Scandiano (Ξεκινά το πάθος του για την ποίηση και το βιβλίο), διαβάζει  Dostoevskij, Tolstoj, Shakespeare και Ιταλούς ποιητές της ρομαντικής περιόδου.

220px-01_1937_Bologna.jpg
Σε ηλικία μόλις 17 χρονών γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Bologna στη Φιλολογική Σχολή, όπου ανακαλύπτει καινούρια "πολιτιστικά πάθη" όπως η αισθητική των εικαστικών τεχνών που διδάσκονταν εκείνη την περίοδο από τον καθιερωμένο κριτικό τέχνης Roberto Longhi. Ξεκινά να παρακολουθεί το Cineclub της Bologna όπου παθιάζεται με τις ταινίες του René Clair.

Ξεκίνησε να διαβάζει ιταλική ποίηση: Montale (Occasioni), Ungaretti και τις μεταφράσεις των Ελλήνων λυρικών ποιητών από τον Quasimodo, ενώ εκτός ποίησης άρχισε να διαβάζει Freud.

Τα πρώτα του ποιήματα ήταν μικρά δίστιχα-τρίστιχα γραμμένα για τους φίλους του [Luciano Serra, Roberto Roversi, Francesco Leonetti] μέσα στην αλληλογραφία που είχε κατά τις καλοκαιρινές περιόδους, όταν εγκατέλειπε την Bologna για την Casarsa και την οικογένεια του. (ο πατέρας του ήταν ήδη στο αφρικανικό μέτωπο[1941] και είχε πιαστεί αιχμάλωτος από τους Βρετανούς)  
Με την παρότρυνση των φίλων του, τα ποιήματα του Pasolini άρχισαν να εμφανίζονται (γραμμένα στη διάλεκτο του Friuli) προς τα έξω με επισφράγισμα την έκδοση του "Poesie a Casarsa" το 1942 όπου θα έχουν θετική αποδοχή από ανθρώπους των γραμμάτων και κριτικών, όπως Gianfranco Contini, Alfonso Gatto, Antonio Russi.

“Δεν είναι μόνο μια μεγάλη ευφυΐα, αλλά ένας ποιητής, με μια αστραπιαία αίσθηση της κατασκευής και της λεπτομέρειας, του τονισμού και του μετρικού συστήματος. Σε αντίθεση με σχεδόν όλη την ποίηση του εικοστού αιώνα και την ιταλική avant-garde, αποστρέφεται την καθαρότητα, την ομοιογένεια και το απόλυτο: αποδέχθηκε το μακιγιάζ, τη μάσκα, τη περίφραση, τη μόλυνση των στιλιστικών τεχνικών γλωσσών,  ακολουθώντας την αυθεντικότητά διαμέσου του αντιθέτου του”. Franco Fortini

Il fanciullo morto
Sera luminosa, nel fosso
cresce l'acqua, una donna incinta
cammina per il campo.
Io ti ricordo, Narciso, avevi il colore
della sera, quando le campane
suonano a morto.

Το νεκρό παιδί 
Λαμπερό βραδινό, στο χαντάκι 
αυξάνεται το νερό, μια έγκυος γυναίκα 
περπατά στον αγρό. 
Εγώ σε θυμάμαι, Νάρκισσε, είχες το χρώμα 
της εσπέρας, όταν οι καμπάνες 
χτυπούν πένθιμα.



Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η απόφαση του Πιερ Παολο Παζολινι να χρησιμοποιήσει τη διάλεκτο του Φριούλι για τα ποιήματά του και όχι την επίσημη ιταλική γλώσσα, είναι μια μορφή αντίδρασης και επανάστασης ενάντια στο φασιστικό καθεστώς το οποίο είχε ως στόχο την εξάλειψει κάθε μορφής διαλέκτου, αλλά και κάθε στοιχείου που είχε να κάνει με αυτήν (θέατρο, μουσική, λογοτεχνία).

Την ίδια χρονιά ετοιμάζει την πτυχιακή διατριβή του πάνω στην "Ιστορία της Τέχνης" η οποία καταστράφηκε σχεδόν ολοσχαιρός τις μέρες της "8 Σεπτεμβρίου 1943". Αυτό κάνει τον Pasolini να στραφεί σε μια ποιητική πτυχιακή, πάνω στα ποιήματα του Pascoli.

Ο Pasolini εργάστηκε για το έργο "Ανθολογία της ποίησης του Pascoli" (εισαγωγή και σχόλια) μεταξύ 1944 και 1945, όπου έχει αναπτύξει μια εκτεταμένη εισαγωγή στην οποία εκθέτει το θεωρητικό υπόβαθρο της διατριβής του, μια προσωπική επιλογή κειμένων από το διάφορες συλλογές του Pascoli, αναλύοντας και σχολιάζοντας με μια περίεργη ευαισθησία. Στις 26 Νοεμβρίου ο Pasolini παρουσίασε την εργασία και μόνο το 1993 η Ανθολογία αυτή θα δει το φως από τον εκδοτικό οίκο Einaudi.

PinaKalc02.jpg
Το 1944 μετακινείται με την οικογένεια του (μάνα, αδελφός) στην Versuta, η οποία φαινόταν να είναι ένα πιο ήσυχο μέρος και μακριά από στρατιωτικούς στόχους. Στο χωριό δεν υπήρχε σχολείο και τα παιδιά έπρεπε να περπατήσουν περισσότερο από ένα μίλι για να πάρει στο σχολείο από το σπίτι τους. Ως εκ τούτου, η Susanna και ο Pier Paolo αποφάσισαν να ανοίξουν ένα ελεύθερο σχολείο στο δικό τους σπίτι. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ​​ο Pier Paolo έζησε την πρώτη του αγάπη για ένα φοιτητή του σχολείου τους.


«Σ' εκείνα τα άκρα έλαμπε μια αφέλεια, μια χάρη ... ή η σκιά μιας εξαφανίσμένης ράτσας που κατά τη διάρκεια της εφηβείας ξανανθίζει»

έγραφε στο ημερολόγιό του, και ταυτόχρονα, ερωτεύτηκε με μια νεαρή Σλοβένα βιολονίστα την Pina Kalc (Josipina Kalc), η οποία είχε φτάσει στο καταφύγιο του Pasolini με την οικογένειά της. Η ιστορία του αγοριού και η αγάπη του για τον Pina είναι οδυνηρά συνυφασμένη και περιπλέκει αυτούς τους μήνες που έλειπαν για το τέλος του πολέμου.

Στις 7 Φεβρουαρίου 1945, ο Guido, ο δεκαεννιάχρονος αδελφός του Pier Paolo σκοτώθηκε, μαζί με 16 άλλους αντάρτες της Ταξιαρχίας Osoppo, στο Porzus του Friuli, από κομμουνιστές αντάρτες (Γιουγκοσλάβους) (Σφαγή της Porzus). Αυτή η είδηση ​​δόθηκε στην Παζολίνι 2 του Μάη του 1945 από τον αντάρτη φίλο του Cesare Bortotto και ρίχνουν τον Pier Paolo και τη μητέρα σε μια τρομερή οδύνη.

Ο Παζολίνι θα εκφράζει τον πόνο και το πένθος του για τη δολοφονία του αδερφού του στα δυο μυθιστορήματα του σε ρομανέσκο, «Τα Παιδιά της Ζωής» και στο «Μια Ζωή Γεμάτη Βία».

Συνέχισαν, όμως, τα μαθήματα στο μικρό σχολείο της Versuta, όπου Pier Paolo θεωρείτε πλέον ένας πραγματικός δάσκαλος. Στις 18 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους ιδρύει την "Academiuta lenga furlana", η οποία συγκέντρωσε μια μικρή ομάδα ποιητών που πήραν το όνομα neòteroi* και ιδρύει τον επαρχιακό felibrismo** (felibrismo regionale) για την διάλεκτο του Φριούλι. 

[*Οι neòteroi ή poetae novi ή cantores Euphorionis ήταν ποιητές οι οποίοι έγραφαν στα λατινικά, σχεδόν όλοι ήταν από την Gallia Cisalpina και έδρασαν στη Ρώμη το πρώτο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ. εγκαινιάζοντας μια νέα ποιητική. (Cicerone κεφάλαιο 161 του Orator) ]

(**Ο felibrismo είναι  ένα λογοτεχνικό κίνημα που γεννήθηκε στη Γαλλία, στο Font Ségune κοντά στο Vaucluse, το 1854 και επηρρεασμένο από το κίνημα του ρουμαντισμού, αλλά και από την εθνική και τοπική ταυτότητα έτεινε να αξιώσει την άμυνα της Οξιτανικής γλώσσας, θέτοντας την σωτηρία της πολιτιστικής προβηγκιακής ταυτότητας).


Την ίδια εκείνη περίοδο, μετά τους αγώνες των εργατών γης στο Φριούλι, γράφει την πρόζα «Οι Μέρες του Αγαθού Ντε Γκάσπερι» που αργότερα θα γίνει μυθιστόρημα και θα εκδοθεί το 1962 με τίτλο «Το Όνειρο ενός Πράγματος», τίτλος παρμένος από ένα απόφθεγμα του Μαρξ. Στο βιβλίο αυτό ο Πιερ Πάολο έχει ως κύρια θεματική τον Αγώνα της Αγροτιάς. Στα κείμενα του βιβλίου, παρουσιάζεται η ζωή των νέων του Φριούλι και τα ιδανικά τους, οι πολιτικές απογοητεύσεις μετά το τέλος του Β.Π. Πολέμου.

"Ήδη η φιλία έγινε: ήταν πολύ καιρός που οι δύο νεαροί άνδρες επιθυμούσαν να γνωρίσουν ο ένας τον άλλο, όταν κοιταζόντουσαν. Κάποτε υπήρξε σχεδόν ένας καβγάς μεταξύ τους, λόγω ενός ακούσιου σπρωξίματος ενώ χόρευαν και ήταν από τότε που είχαν γίνει φίλοι. Τώρα, μετά τα πρώτα λόγια, άρχισε να μπαίνει στις ομιλίες τους ένας ενθουσιασμός, μια ζεστασιά που έκανε τα πάντα όμορφα.Η ιδέα του να πας για ένα ποτό, η πιο κοινή που θα μπορούσες να έχεις εκείνη τη στιγμή, φάνταζε υπέροχη και ιδιαιτέρως, αφού δεν έπιναν ένα, αλλά δύο ή τρία ποτήρια κρασί, ο ένας κρεμασμένος από τα χείλη του άλλου σε ορισμένα πράγματα, όπως η οργάνωση ενός συμποσίου, η δεξιοτεχνία της ορχήστρας χορού και τα κορίτσια της Gruaro, ήταν σαν θέματα με τα οποία ασχολήθηκαν για πρώτη φορά από τη δημιουργία του κόσμου''. (σελ.22)

Από τις μέρες εκείνες ο Παζολίνι θα ξεκινήσει να «ζωγραφίζει» μια Ιταλία ταπεινή, πραγματική, καθημερινή, ενώ στα τελευταία του πια γραπτά (όπως θα δούμε παρακάτω) θα διαπιστώσει και θ' ανακοινώσει την εξαφάνιση της με τρόπο που θα ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων και θα δημιουργήσει σκάνδαλο. 

Το 1946 ο Παζολίνι εργάζεται σε ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, που θα παραμείνει ημιτελές, με πρώτο τίτλο "Quaderni rossi" γιατί τα χειρόγραφα βρίσκονται σε πέντε σχολικά τετράδια με κόκκινο κάλυμμα, μετά θα ονομαστεί "Ακούσιες Σελίδες" και τέλος, "Το μυθιστόρημα του Νάρκισσου". Σε αυτές τις σελίδες ο συγγραφέας περιγράφει για πρώτη φορά τις ομοφυλοφιλικές του εμπειρίες. 
Γράφει γι' αυτές τις σελίδες ο Nico Naldini: 

"Ποτέ πριν από τότε, ο Pier Paolo δεν είχε περιγράψει, αν όχι με σύμβολα, τον έρωτά του και τον πόνο του. Το έκανε έτσι με μια ειλικρίνεια που θα την έλεγα "μουσική", όπου ακόμα και η σκιά ενός ψέματος θα ήταν παραφωνία"


Την ίδια περίοδο ο Pasolini προσπαθούσε να βγει από την λογοτεχνική απομόνωση και άρπαξε την ευκαιρία με το διαγωνισμό "Libera Stampa" που γινόταν στο Lugano. Μέλος της κριτικής επιτροπής ήταν ο φίλος του Contini, ο οποίος κάλεσε το νεαρό φίλο του να στείλει το χειρόγραφο που του είχε δείξει, "L'usignolo della Chiesa Cattolica" (Το αηδόνι της Καθολικής Εκκλησίας), με το δεύτερο μέρος του "Il pianto della rosa" (το κλάμα του τριανταφύλλου). Η οπερέτα θα λάβουν μόνο μια επισήμανση.

Στις 29 Μαρτίου 1947 κέρδισε το βραβείο Angelo στη Βενετία για ποίηματα σε Friulano και Veneto. 

"Baruch" από το L'Usignolo della Chiesa Cattolica

"...κάνοντας άσχημα πράγματα μπροστά στα μάτια του Κυρίου και Θεού μας. 
Ναι, αυτά τα μάτια ... αχ πόσο 
πόσο με έχουν κοιτάξει. 
 Ήταν τυφλοί, λυγισμένοι, 
ορθάνοιχτοι, ειρωνικοί. 
ήμουν ένας φτωχός δραπέτη 
στο φως αυτών των Ματιών"

Ο Παζολίνι, τον Ιανουάριο του 1950 κατέφυγε με την μητέρα του, που έπρεπε να δουλέψει ως σερβιτόρα στη Ρώμη, γιατί λίγο πριν από τις εκλογές του 1948, ένα αγόρι εξομολογείται στον ιερέα του χωριού ότι είχε σεξουαλικές σχέσεις με τον Παζολίνι.

Αποπέμπεται από το Γυμνάσιο και η ζωή πλέον στο μικρό χωριό γίνεται αδύνατη για τον νεαρό καθηγητή που φεύγει με τη μητέρα του για τη Ρώμη, όπου θα συναντήσει εξαιρετικές δυσκολίες στην επιβίωσή του. «Υπήρξα ένας απ' αυτούς τους άνεργους που καταλήγουν στην αυτοκτονία» θα πει αργότερα για την εποχή εκείνη.

Οι πρώτες μέρες ήταν δύσκολες στη Ρώμη. Ζούσε στην Piazza Costaguti σε ένα νοικιασμένο δωμάτιο, ο νεαρός άνδρας αισθάνθηκε το καθήκον να βρει μια θέση εργασίας. Προσπάθησε ανεπιτυχώς να δώσει ιδιαίτερα μαθήματα, δούλεψε σε ένα γυμνάσιο στο Ciampino ( 1951-53) , και τότε εγγράφηκε στο συνδικάτο της Cinecittà, όπου δούλεψε ως διορθωτής σε μια εφημερίδα κι έτσι κατόρθωσε να δημοσιεύσει μερικά άρθρα σε ορισμένες Καθολικές εφημερίδες και συνέχισε να γράφει τα μυθιστορήματα που είχε ξεκινήσει στο Friuli.

Αυτή την περίοδο θα συνθέσει τα ποιήματα που θα μπουν στη συλλογή Roma 1950 – Diario και θα εκδοθούν το 1960 από τον εκδοτικό οίκο Scheiwiller. 
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού θα εκδόσει στο περιοδικό "Paragone" το διήγημα "Il Ferrobedò" που θα γίνει ύστερα κεφάλαιο του "Ragazzi di vita", θα γράψει το ποίημα "'Appennino" που αργότερα θα ανοίξει το βιβλίο "Le ceneri di Gramsci". Θα πάρει μέρος στον ποιητικό διαγωνισμό ποιημάτων σε διάλεκτο "Cattolica" κερδίζοντας το 2ο βραβείο με το ποίημα  "Il testamento di Coran" (Η διαθήκη του Κόραν) (πλέον είναι μέρος του La meglio Gioventù). Θα καταφέρει να κερδίσει τα επόμενα δύο χρόνια, τα βραβεία "Sette Stelle di Sinalunga" και το "Le Quattro arti di Napoli"

"Atti impuri" (Ακάθαρτες πράξεις)/ "Amado mio"

Το πρώτο διήγημα, Atti impuri, παρουσιάζεται υπό τη μορφή αποσπασματικού ημερολογίου των γεγονότων μεταξύ 1946-47, χαρακτηρίζεται από τη διαφορετικότητα του συγγραφέα με μια μικρή δόση ενοχής γι΄αυτό. Στο διήγημα Amado mio το οποίο πήρε τον τίτλο από το τραγούδι που ερμήνευσε η ηθοποιός  Rita Hayworth στην ταινία Gilda του 1946 είναι γραμμένο σε τρίτο πρόσωπο.

Τα συγκεκριμένα διηγήματα άργησαν πολύ να εκδοθούν (post mortem) . Έπρεπε να φτάσουμε στα 1982 υπό τον τίτλο "Amado mio". Είναι από τα πιο ηλικρινοί και ζωντανά έργα του Πιερ Πάολο Παζολίνι, στα οποία μπορείς να νιώσεις τη συγκινητική και πλήρη συμμετοχή ενός αρχαίγονου κόσμου στον οποίο ο συγγραφέας  ανακαλύπτει την ομορφιά.

Ξεκίνησε επίσης να γράφει το "Ragazzi di vita", όπως επίσης "Squarci di notti romane", "Gas e Giubileo", που αργότερα θα συμπεριληφθούν στο "Alì dagli occhi azzurri". Εκείνη την περίοδο θα δεθεί φιλικά με τον ποιητή Sandro Penna, όπου θα γίνει ο αχώριστος φίλος του στις νυχτερινές βόλτες κατά μήκος του ποταμού Τίβερη. Το 1951 χάρη στο νεαρό μπογιατζή Sergio Citti, θα ανακαλύψει την αργκό και τη διάλεκτο της Ρώμης όπου θα τοχρησιμοποιήσει στις μετέπειτα ταινίες του.

Στη Ρώμη θα γνωρίσει ορισμένους συγγραφείς που θα τον καλέσουν να συνεργαστεί για το "Fiera Letteraria". Επίσης, ολοκληρώνει το δράμα σε τρεις πράξεις στα ιταλικά με τίτλο "Il Cappellano" (Ο Εφημέριος) και δημοσιεύεται στις εκδόσεις Academiuta η συλλογή των ποιημάτων, πάντα στα ιταλικά, "I pianti" (Τα κλάματα/δάκρυα).

Θα δεθεί με φιλικούς δεσμούς με τους Giorgio Caproni, Carlo Emilio Gadda και Attilio Bertolucci χάρει στον οποίο θα υπογράψει συμβόλαιο για μια ανθολογία με ποιήματα σε διάλεκτο του 20ου αιώνα που θα βγει στην κυκλοφορία το Δεκέμβρη του 1952 με μια κριτική του Eugenio Montale. Το 1953 ξεκινά να δουλεύει πάνω σε μια ανθολογία λαϊκών ποιημάτων για τις εκδόσεις Guanda που διευθύνει ο φίλος του Bertolucci, και θα βγει με τον τίτλο "Canzoniere italiano" το 1955 και την ίδια περίοδο θα δημοσιεύσει το πρώτο τόμο στίχων στη διάλεκτο του Φριούλι "Tal còur di un frut". 


« ...Jo i sarài ' ciamò zòvin/ cu na blusa clara/ e i dols ciavièj ch'a plòvin/ tal pòlvar amàr./Sarài ' ciamò cialt/ e un frut curìnt pal sfalt/ clìpit dal viàl/ mi pojarà na man/ tal grin di cristàl. »

(Il dì da la me muàrt εκδόσεις  Sansoni, Firenze 1954)

«... Εγώ θα είμαι ακόμα νέος, / με ένα ανοιχτόχρωμο πουκάμισο / και με γλυκά μαλλιά που  βρέχονται / στην πικρή σκόνη. / Θα εξακολουθώ να είμαι ζεστός / και ένα μικρό παιδί που τρέχει στην άσφαλτο / ζεστή της Λεωφόρου, / θα μου αποθέσει ένα χέρι / στην αγκαλιά του κρυστάλλου. »

(Από την ημέρα του θανάτου μου, εκδόσεις  Sansoni, Firenze 1954)

Και αισίως φτάνουμε στα 1954 όπου ξεκινά η "έκρηξη" της δημοτικότητας του Πιερ Πάολο Παζολίνι με τη συλλογή "La meglio Gioventù" (Η καλύτερη νεολαία) που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Sansoni

"La meglio gioventù" είναι μια συλλογή που περιλαμβάνει τα περισσότερα ποιήματα της ποιητικής συλλογής "Poesie a Casarsa" και τα λοιπά ποιήματα του Φριούλι καλύπτοντας ένα χρονικό τόξο που πηγαίνει από το 1939-40 ως το 1953. Δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτό τον τόμο μερικά ποιήματα που είχαν δημοσιευτεί στην "Academiuta di lenga furlana" και άλλα διασκορπισμένα ποιήματα που θα συλλεχτούν και θα εκδοθούν μετέπειτα από τη Società filologica friulana του Udine το 1965 υπό τον τίτλο "Poesie dimenticate" (Ξεχασμένα Ποιήματα).

Το ίδιο έτος, 1954, το Μάρτη, έχουμε και την πρώτη κινηματογραφική δουλειά του Πιερ Πάολο Παζολίνι, σαν συνεργάτης του φίλου του Giorgio Bassani στη σκηνοθεσία της ταινίας του Mario Soldati "La donna del fiume". Η απασχόληση του με τον κινηματογράφο του επιτρέπει να αφήσει τη διδασκαλία και να μπορέσει να μετακομίσει σε ένα καλύτερο σπίτι στην οδό Fonteiana τον Απρίλη του ίδιου έτους.

Στις 13 Απριλίου του 1955 ο Pasolini ταχυδρομεί στον εκδότη Garzanti το δακτυλογραφούμενο κείμενο του "Ragazzi di vita". Το μυθιστόρημα θα εκδοθεί το ίδιο χρόνο, αλλά το ακανθώδες θέμα το οποίο δραπραγματεύεται, την αντρική ομοφυλοφυλική πορνεία, προκαλεί στον Πιερ Πάολο σειρά δικαστικών μαχών. Παρόλο την αιχμηρή κριτική που δέχτηκε (Emilio Cecchi, Asor Rosa, Carlo Salinari), αποβλήθηκε από τα βραβεία Strega και Viareggio, το βιβλίο κάνει τρομερή επιτυχία και καταφέρνει να κερδίσει το βραβείο  "Premio letterario Mario Colombi Guidotti". Εν τω μεταξύ, οι δικαστές του Μιλάνου είχαν δεχτεί σημείωση από την Προεδρία του Συμβουλίου των Υπουργών, εκπροσωπούμενη από τον Antonio Segni, για "πορνογραφικό" βιβλίο.

«Είχε αρχίσει να φωτίσει. Πάνω από τις στέγες των σπιτιών φαίνονταν ραβδώσεις σύννεφων, γδαρμένα και θρυμματισμένα από τον άνεμο, που, εκεί κάτω, έπρεπε να φυσά ελεύθερο, όπως φυσούσε από τις αρχές του κόσμου. Στα χαμηλά, αντιθέτως, δεν έκανε τίποτα άλλο από το να φλυαρεί με κάποιο κομμάτι αφίσας που κρεμόταν από τους τοίχους ή να σηκώνει κάποιο χαρτί, κάνοντάς το να τρίβεται πάνω στο πεζοδρόμιο θρυματισμένο ή στις γραμμές του τραμ. Όπως τα σπίτια αυξάνονται σε κάποια πλατεία, σε κάποια αερογέφυρα, σιωπηλά σαν νεκροταφείο, σε κάποια γη χωρισμένη σε οικόπεδα όπου δεν υπήρχαν άλλο από οικοδομές με τον σκελετό ψηλά ως τον πέμπτο όροφο και οικόπεδα χορταριασμένα, τότε ναι  φαινόταν ολόκληρος ο ουρανός. »

Το "Ragazzi di vita", έχει πειραματικό χαρακτήρα. Το μυθιστόρημα αποτελείτε από 8 κεφάλαια που διηγούνται τις ημέρες μιας παρέας νεαρών luben-προλεταριάτων  που παρόλο τη μεγάλη τους θέληση για ζωή, είναι προορισμένοι για τη φυλακή, την πορνεία ή τον πρόωρο θάνατο, εκτός του Riccetto που βρίσκει δουλειά και καταφέρνει να ενσωματωθεί στην καταναλωτική κοινωνία.  Το μυθιστορήμα διαδραματίζεται στις βρώμικες και άθλιες περιφέριες των προαστίων των μεγάλων πόλεων. Μερικά από αυτά τα τοπία μας προϊδεάζουν για ορισμένα χαρακτηριστικά του κινηματογράφου του Παζολίνι.

Το Ιούλιο γίνεται στο Μιλάνο η δίκη εναντίων του "Ragazzi di vita" που θα τελειώσει με μια αθωωτική απόφαση χάρη στις μαρτυρίες των Pietro Bianchi, Giuseppe Ungaretti, Carlo Bo, ο οποίος είχε δηλώσει ότι το βιβλίο είναι πλούσιο από θρησκευτικές αξίες "γιατί μας ωθεί προς τον οικτο προς τους φτωχούς και τους απόκληρους" και ότι δεν περιέχει αισχρότητες γιατί "οι διάλογοι είναι διάλογοι παιδιών, και ο δημιουργών ένιωσε την ανάγκη να της παρουσιάσει έτσι όπως είναι στην πραγματικότητα". 

Το 1957 εκδίδει την ποιητική συλλογή "Le ceneri di Gramsci" το οποίο αντιπροσωπεύει το υψηλότερο σημείο της ποιητικής του Πιερ Πάολο Παζολίνι σύμφωνα με τον Massimiliano Valente. Αποτελείτε από 11 ποιήματα ( 'Appennino, Il canto popolare, Picasso, Comizio, L'umile Italia, Quadri friulani, Le ceneri di Gramsci, Recit, Il pianto della scavatrice, Una polemica in versi, La terra di lavoro), που γράφτηκαν μεταξύ 1951-56. Το έργο άναψε έντονες συζητήσεις και κριτικές, αλλά είχε ένα ισχυρό αντίκτυπο στο κοινό που σε ένα δεκαπενθήμερο εξάντλησε την πρώτη έκδοση.
Εκείνο το χρόνο βραβεύεται στο Viareggio (επιτέλους!) μαζί με το βιβλίο ποίησης του Sandro Penna και το "Quasi una vicenda" του Alberto Mondadori. Ο Italo Calvino  είχε ήδη εκφραστεί με σκληρά λόγια κατά της αδιαφορίας κάποιων μαρξιστών κριτικών υποστηρίζοντας ότι για πρώτη φορά "σε μια μεγάλη ποιητική σύνθεση εκφράζεται με εξαιρετική επιτυχία η εφεύρεση και χρήση μέσων, η σύγκρουση ιδεών, μια σειρά προβλημάτων πολιτιστικών και ηθικών ζητημάτων μπροστά στην αντίληψη του σοσιαλιστικού κόσμου " 


“Il pianto della scavatrice”

Solo l’amare, solo il conoscere 
conta, non l’aver amato, 
non l’aver conosciuto. Dà angoscia
il vivere di un consumato 
amore. L’anima non cresce più.

Το Κλάμα του εκσκαφέα (απόσπασμα)

Μόνο η αγάπη, μόνο η γνώση 
αξίζει, όχι η μη αγάπη, 
όχι η μη γνώση. Δίνει αγωνία 
η ζωή μιας καταναλωμένης  
αγάπης. Η ψυχή δεν μεγαλώνει πια.

Il pianto della scavatrice είναι ένα μακρύ ποίημα που ασχολείτε με τις εσωτερικές ανησυχίες του ποιητή και το δράμα μιας κοινωνίας παρεκκλίνουσας. Είναι το έμβλημα μιας προόδου, "ταλαιπωρίας" για το μέλλον αφού πραγματοποιείτε με την διάσχιση του παρελθόντος. Μια συνεχόμενη πρόοδο που δεν θα έχει ποτέ τέλος, κομιστής, επομένος, νέων πληγών και νέου πόνου. "Ο εκσκαφέας" εκτοξεύει την κραυγή της, σχεδόν ανθρώπινη, αλλά στην πραγματικότητα είναι η κραυγή του παρελθόντος που πεθαίνει.    

"Le ceneri di Gramsci" αποτελεί για το λογοτεχνικό πανόραμα του 20ου αιώνα της Ιταλίας ένα από τα πιο σημαντικά έργα. Ένα έργο που αρνείτε την ίδια την ποίηση του 20ου αιώνα, προβλέποντας και απορρίπτοντας  τη νέα avant garde είναι ένα έργο κοινωνικού περιεχομένου στο οποίο ο ποιητής παρουσιάζει την δραμματικότητα των αντιφάσεων, που έζησε συνειδητά, σαν δική του σκέψη.  

Τον Σεπτέμβριο του 1958 ως ειδικός απεσταλμένος, πήγε στη Μόσχα στο Φεστιβάλ Νεολαίας ενώ πάει και στον εκδότη Longanesi με τους στίχους του "L'usignolo della Chiesa cattolica". Ξεκίνησε επίσης να εργάζεται σκληρά για να το "Μια βίαιη ζωή", ενώ έγραψε και το πρώτο ανεξάρτητο σενάριό του, "La notte brava", και συνεργάστηκε με τον Bolognini στους "Giovani mariti" (Νέοι σύζυγοι). 

Στις 19 του Δεκεμβρίου, 1958 πεθαίνει ο πατέρας του, Carlo Alberto. Το γεγονός συμπίπτει με μια κρίση στη σχέση του Παζολίνι με την κοινότητα των διανοουμένων και τελιώνει με το τραυματικό τέλος του περιοδικού "Officina" και μια δέσμευση του Παζολίνι προς τον κινηματογράφο με μια ταυτόχρονη μείωση της λογοτεχνικής παραγωγής του.

Τον Δεκέμβρη του 1958 τελειώνει το βιβλίο "Una vita violenta" (Μια βίαιη ζωή) και θα το παραδώσει στον εκδότη Garzanti τον Μάρτη του 1959 και μετά από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αυτο-λογοκρισίας εξαιτίας του φόβου του εκδότη για τυχόν δημιουργία πολιτικού σκανδάλου. Το βιβλίο, τελικά θα εκδοθεί το Μάϊο του ίδιου χρόνου. Όπως και με το "Ragazzi di vita", δεν θα πάρει κανένα από τα δύο σημαντικά Ιταλικά βραβεία λογοτεχνίας της Ιταλίας (Viareggio, Strega), αλλά θα πάρει το βραβείο "Premio Crotone" με κριτική επιτροπή από ογκόλιθους της ιταλικής κουλτούρας όπως οι Ungaretti, Debenedetti, Moravia, Gadda και Bassani.

Ο ίδιος ο Πιερ Πάολο θα δηλώσει:

"Ήθελα να περιγράψω, με τη μεγαλύτερη πίστη και ακρίβεια, ένα τμήμα του κόσμου: Ένα κόσμο οδυνηρό, βασανιστικό, παρά την ζωτικότητα που τον διαποτίζει. Ένας κόσμος που αλλάζει και εξιλεώνετε. Ο τρόπος (ο δρόμος) για να γίνει  αυτό είναι αυτός που αποκαλύπτεται σε μια βίαιη ζωή, δηλαδή η πολιτική συνείδηση ​​της τάξης. Αυτό αποκλείει οποιαδήποτε νοσταλγία για αυτό". 

Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού ο Παζολίνι κάνει ένα ταξίδι κατά μήκος των ακτών της Ιταλίας ως ανταποκριτής του περιοδικού Successo και γράφει τρία επεισόδια με τίτλο "La lunga strada di sabbia". Ο Χριστιανο-δημοκράτης δήμαρχος του Cutro στην Καλαβρία (το αρχαίο Κυτέριον) μήνυσε τον Παζολίνι για συκοφαντική δυσφήμιση, εξαιτίας της περιγραφής του για το χωριό, μόλις πέντε ημέρες μετά την παραλαβή του βραβείου Κροτόνε. Κροτόνε μια πόλη, την οποία έλεγχε πολιτικά το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας (PCI), έτσι η  αγωγή που κατατέθηκε, με συνοπτικές διαδικασίες, πέρασε στο αρχείο. 

Το ίδιο καλοκαίρι μετέφρασε την Ορέστεια του Αισχύλου  για την θεατρική ομάδα του Βιτόριο Γκάσμαν και σημαζεύει τους στίχους που αποτελούν ανακατατάξεις των γραμμών που συνθέτουν την ποιητική συλλογή "La religione del mio tempo" (Τη θρησκεία του χρόνου μου). Η Καθολική δράσης (Azione Cattolica), εν τω μεταξύ είχε απαγγείλει κατηγορίες για «αισχρότητα» στο δικαστικό σώμα για το "Μια βίαιη ζωή",  καταγγελία που θα αρχειοθετηθεί αμέσως. 

Κατά το έτος 1960 ο Παζολίνι άρχισε να συνεργάζεται με το περιοδικό "Vie nuove"  (Νέα Μονοπάτια), για να γράψει τα σχέδια του βιβλίου δοκιμίων "Passione e ideologia" (Πάθος και ιδεολογία), και ολοκληρώνει την ποιητική του συλλογή πήρε τους στίχους της θρησκείας του χρόνου μου "La religione del mio tempo" που θα εκδοθεί το Μάιο του 1961 τίτλος παρμένος από ένα σονέτο του Gioachino Belli, με αφιέρωση στην Elsa Morante.

Πριν όμως, την πρωτοχρονιά του 1961 φεύγει για την Ινδία με τον Alberto Moravia και την Elsa Morante και από το υλικό που θα μαζέψει από το ταξίδι θα γράψει μια σειρά άρθρα για την εφημερίδα "Ιl Giorno" και μετά θα μαζεφτούν και θα σχηματίσουν τον τόμο "L'odore dell'India" (Η οσμή της Ινδίας).

                                                                     "La religione del mio tempo"

Στον Ήλιο

"Και δεν ξέρω πλέον, τώρα, ποιο είναι / το πρόβλημα. Η αγωνία δεν είναι πια / σημάδι της νίκης: Ο κόσμος πετά / προς τις νέες νεολαίες του / κάθε δρόμος είναι τελειωμένος, ακόμα και ο δικός μου / ... Με την άρνηση του κόσμου, αρνούνται τις νέες εποχές του, / ή αισθάνονται γι' αυτές οργή αδιάκριτη / βλέποντας μολυσμένη / καθεμία από αυτές με την ίδια μιζέρια (δυστυχία)".


 Al sole

« E non so più, ora, quale sia
il problema. L'angoscia non è più
segno di vittoria: il mondo vola
verso sue nuove gioventù, 
ogni strada è finita, anche la mia.
...Negando il mondo, nego le sue nuove ère,
o provo per esse furia indiscriminata
vedendo contaminata
ognuna d'esse da un'ugual miseria. »

Μπορούμε να τοποθετήσουμε την "La religione del mio tempo" στα σύνορα μεταξύ του μύθου του λούμπεν-προλεταριάτου και την κρίση του και του μύθου  των λαών του τρίτου κόσμου. Η ποιητική συλλογή που βγαίνει το 1961 από τον εκδοτικό οίκο Garzanti έχει έξι τμήματα και οργανώνεται σε τρία μέρη: "Ο Πλούτος", "Σ'ένα αγόρι" και "Η θρησκεία του χρόνου μου" στο πρώτο μέρος, "Ταπεινωμένος και προσβεβλημένος", που αποτελείται από επιγράμματα, και τα "Νέα επιγράμματα" στο δεύτερο μέρος, ενώ το τμήμα Ποιήματα απολίτιστα αποτελεί μόνο του, το τρίτο μέρος.

Σε αυτό το έργο καταλαβαίνει κανείς την κρίση που αποτρέπει τον Παζολίνι να συνεχίσει με το οργανική εποικοδομητική λογική και ιστορική η οποία τον είχε οδηγήσει στις «Ceneri di Gramsci». Φαίνεται καθαρά η πολεμική ενάντια στο παρόν, άδειο από οποιοδήποτε θρησκευτικό πνεύμα και το ποίημα συχνά αφήνει χώρο στο επίγραμμα και στο τραγούδι που απευθύνεται κυρίως σε κριτικούς και ηθικολόγους. Το στυλ έχει μικρή σημασία και τα εκφραστικά εργαλεία γίνονται πιο λειτουργικά. Εκδικάζει αφενός την ανάγκη για αναθεώρηση, όπως είπε ο Asor Rosa, και από την άλλη, μια μορφή απόστασης από τον κόσμο του λούμπεν προλεταριάτου. Ο ποιητής πήρε πλήρη γνώση του αστικού κόσμου και έχει πλήρη συνείδηση της διαφορετικότητας από αυτό, διαφορετικότητα που είναι επίσης και απόρριψη των θεσμικών οργάνων. Καταρακώνεται επίσης η εμπιστοσύνη στην κατώτερη τάξη και, συνεπώς, και η πολιτική ταυτότητα του Παζολίνι που με κόπο είχε επιτευχθεί.

Το ίδιο χρόνο αφιερώνεται στην αγάπη του για τον κινηματογράφο, γράφοντας το σενάριο για την ταινία  "La giornata balorda" του Bolognini, "Il carro armato dell'8 settembre" για τον Gianni Puccini, "La lunga notte del '43" για τον Florestano Vancini παρμένο από το διήγημα του Bassani και το "Il bell'Antonio" παρμένο από το μυθιστόρημα του Vitaliano Brancati.

Και κάπως έτσι αποφάσισε να γυρίσει κι αυτός μια ταινία. Το πρώτο σχέδιο για ταινία είχε τον τίτλο  "La commare secca" (Ο ξηρός Χάρος), αλλά τα πολιτικά γεγονότα με τις δραμματικές μέρες της κυβέρνησης Tambroni, τον ανάγκασαν να βάλει κατά μέρος τη σχέδιο για να γράψει τελικά το σενάριο για την ταινία "Accattone". 



Ο Pasolini προσπάθησε να προτείνει την ταινία του στην κινηματογραφική εταιρεία του φίλου του Fellini, την Federiz. Ο Fellini του ζήτησε να γυρίσει 2 ολοκληρωμένες σκηνές για δοκιμή, αλλά τελικά δεν του άρεσαν και του αρνήθηκε την χρηματοδότηση. Έτσι ο φίλος του Bolognini του βρήκε για παραγωγό τον Alfredo Bini.  

Για το βιβλίο του "Il sogno di una cosa" 1962, μιλήσαμε παραπάνω

Poesia in forma di rosa

Αυτή η ποιητικη συλλογή περιστρέφετε γύρω από κυρίαρχους πυρήνες, όπως αγάπη-νοσταλγία και  διαμάχη, επανεξέταση και ανελέητο «έργο», σκοτεινός σαρκασμός και σπαραγμός. Η Αφρική ως μετενσάρκωση αισθητική και σπλαχνική του λαϊκού μύθου, και την ίδια στιγμή ως νέα περιοχή ενάντια στο «βιομηχανικό σύμφωνο» που διαφθείρει την παλαιά Ευρώπη. Η επιβεβαίωση του κόσμου του «παρελθόντος» και της «παράδοσης», ως το πραγματικά «σύγχρονο» σε σχέση (και ενάντια) με την τερατώδη «Ύστερη Ιστορία» του νεοκαπιταλισμού. Η αναζήτηση μιας υποστηρικτικής σχέσης μεταξύ αυτής της κατάστασης (ιδιωτικής και ιστορικής) του «διαφορετικού», της αιρετικής Καθολικής Εκκλησίας και της αστικής πνευματικής μποργκεζίας που δρα σαν «προδότης» από την μια πλευρά,  και των Εβραίων ... νέγρων. .. κάθε μη αποδεκτής ανθρωπότητας, από την άλλη. Η μεταφορά της «Νέας Προϊστορίας», ως ένα σημείο μετάβασης από την ακραία φάση του "εξωπραγματικού'' καπιταλισμού και  των μεγαλοαστών και την έλευση μιας νέας «Αυγής» και, εν τέλει, η «εναλλακτική», η προσέγγιση του ποιητικού "μάγματος" και της "απελπισμένης ζωτικότητας", και επομένως η υλοποίηση της γνώσης, διαυγή αυτοκριτική της αποτυχίας μιας εμπειρίας «ζωτικής »που αισθάνεται «απελπιστικά» να εξαιρείται από την ιστορία. Ο συμβολικός «θάνατος» είναι η εξαγγελθείσα ποιητική  «σιωπή» του τελευταίου μέρους της συλλογής.


Ωστόσο ... 
(Γράφε, γράφε!) η σύγχυση μου 
τρέχουσα είναι το αποτέλεσμα 
μιας φασιστικής νίκης. 
[Νέα, ανεξέλεγκτα, πιστά 
ξεσπάσματα θανάτου] 
Μια μικρή, δευτερεύουσα νίκη. 
Εύκολη, αφού. Εγώ ήμουν μόνος: 
με τα οστά μου, μια άτολμη μητέρα 
φοβισμένη, και η θέλησή μου. 
Ο στόχος ήταν να ταπεινώσεις έναν ταπεινωμένο. 
Πρέπει να της πω ότι το πέτυχαν, 
και χωρίς ακόμη πολλή προσπάθεια. Ίσως 
αν ήξεραν ότι ήταν τόσο απλό 
θα προσπαθούσαν όλο και λιγότερο! 

[....] 

Μια φασιστική νίκη! 
Γράφε, γράφε: ξέρουν (αυτοί!) Ότι γνωρίζω: 

με τη συνείδηση ​​ενός πληγωμένου πουλιού 
που καρπώνεται ότι ο θάνατος δεν συγχωρεί. "

Είναι σαφής γι' αυτό πως σε αυτή την φάση του βιογραφικού του Παζολίνι, κυριαρχεί μια θεμελιώδης κρίση: Η έλευση του νεο-καπιταλισμού ως μια διαδικασία αποκτήνωσης και της διαφθοράς και την καταστροφή όλων των πολιτισμών, των παραδόσεων και των αξιών, σαν το τέλος κάθε ενδεχόμενης αντιπολίτευσης, αγώνα και εναλλακτικού. 

Ο Παζολίνι κινείται μεταξύ οπισθοδρομικών πειρασμών και σημεία εξέγερσης, μεταξύ ενός καπιταλιστικού φορτίου και μιας επιστροφής στις αρχέγονες  μυθολογίες (μετενσάρκωση ή όχι) και προβλέπει ουσιαστικά μερικές γραμμές του μελλοντικού λόγου του για την «ανάπτυξη» στη δεκαετία του εβδομήντα.

Σε αυτή την ποιητική συλλογή ο Παζολίνι δηλώνει μανιωδώς την απογοήτευσή του για τα γεγονότα  της πολιτικής και πνευματικής Ιταλίας και του φαίνεται πλέον άχρηστη ολόκληρη η διαλεκτική, της γεμάτης από ψευδαισθήσεις δεκαετία του πενήντα. Ο ποιητής, απογοητευμένος και πικραμένος αποδοκιμάζει εκείνο τον κόσμο των νεανικων ιδανικων και αισθάνεται ότι έχει χαθεί για πάντα.

Γεννήθηκε με αυτή τη συλλογή ο μύθος της «Νέας Προϊστορίας», όταν η κοινωνία θα επιστρέψει στην φυσική της κατάσταση λόγω της απογοήτευσης από την ιστορίας και από τη διαπίστωση ότι η επανάσταση δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα συναίσθημα και αυτοί που θα την στηρίξουν  θα είναι οι βάρβαροι, δηλαδή ο λαός του Νότου και ο Τρίτος Κόσμος.

Η συλλογή παρουσιάζει μια μεγάλη τεχνική και γλωσσική διαφοροποίηση στο μετρικό και το στυλ. Τα ποιήματα σε τριάδες, στην οποία ο ποιητής εκφράζει την επιθυμία του να οικοδομήσει, εναλλάσσονται σειρές ενδεκασύλλαβων στίχων με δεκασύλλαβους και δεκατριασύλλαβους στίχους χωρίς στροφικές διαιρέσεις τους οποίους ακολουθούν τμήματα που προσεγγίζουν την πρόζα. Εν τέλει το τέχνασμα της γραφικής μορφής που εμφανίζεται στο δεύτερο ποίημα, με τη μορφή τριανταφύλλου, όπου οι λέξεις είναι διατεταγμένες έτσι για να σχηματίζεται ένα πέταλο τριανταφύλλου.

Το 1965 θα εκδοθεί το "Alì dagli occhi azzurri" που περιέχει στο κεντρικό του μέρος τα σενάρια των:  La notte brava, Accattone, Mamma Roma, La ricotta, ενώ το πρώτο και τελευταίο μέρος ελιναι κατασκευασμένο από διηγήματα που γράφτηκαν τη δεκαετία του '50 και κομμάτια από τα μυθιστορήματα "Il Rio della grana" και "La Mortaccia".

Αυτές οι ιστορίες τεκμηριώνουν την ανάπτυξη και την έρευνα του Παζολίνι κατά τη διάρκεια μιας ιδιαίτερα έντονης και σημαντικής περιόδου στην πολιτιστική ιστορία της Ιταλίας. Από τις πρώτες ρεαλιστικές δοκιμές, συνοδευόμενες από την άρνηση του Ιταλού, που προσκυνά και λατρεύει ένα ύφος μιμητισμού.

Το "Teorema" εκδίδεται το 1968 και μπορεί να θεωρηθεί το τελευταίο λογοτεχνικό έργο του Pasolini (το "Petrolio" θα εκδοθεί μετά θάνατο) ώντας το μοναδικό έργο του, που παρουσιάζεται σαν κανονικό μυθιστόρημα κι όχι σαν μέρος ενός σεναρίου. Οι πρωταγωνιστές ανήουν για πρώτη φορά στην μπουρζουαζία και το κείμενο έχει μια ιδιαίτερη δομή καθώς εναλλάσει κεφάλαια με πρόζα σε στίχους που ανάγονται στο κείμενο.

Trasumanar e organizzar

"Σταματώ να είμαι πρωτότυπος ποιητής, κοστίζει έλλειψη ελευθερίας: ένα σύστημα υφολογικό είναι πολύ αποκλειστικό. Υιοθετώ λογοτεχνικά πρότυπα δοκιμασμένα για να είμαι πιο ελεύθερος. Φυσικά για πρακτικούς λόγους".   Comunicato dell'Ansa (σελ. 66)

Trasumanar e organizzar είναι η τελευταία ποιητική συλλογή του Pasolini. Εκδόθηκε το 1971 και συμπεριλαμβάνει ποιήματα που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της "Medea" και κάποια προηγούμενα ποιήματα που είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό "Nuovi Argomenti".

Όπως στη "Poesia in forma di rosa" η συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα διαφόρων μορφών χωρίς καμιά οργάνωση θεματική ή στυλιστική.

Με την "Transumanar e organizzar" κλείνει ένας συγκεκριμένος κύκλος, από τη σιγουριά ότι είναι αδύνατον ο άνθρωπος να προσαρμοστεί στην κοινωνία, στην πεποίθηση ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την κοινωνία. 
Στους στίχους αυτής της ποιητικής συλλογής ο Pasolini αφήνεται να πάει στη ρητορεία με μια επιθετική καταγγελία σχετικά με τη δυσκολία του "trasumanar», δηλαδή το να βγεις από συγκεκριμένες ανθρώπινες καταστάσεις.

Το "Petrolio", που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1992, εμφανίζεται ως ένας οφειλέτης του μοντέλο της Κωμωδίας του Δάντη, με τη σάτιρά του και τη σκληρή καταγγελία του στη σύγχρονη πολιτική. Η Ιδεολογία, υπομόχλιο του έργου, είναι εκείνη η πολιτική-σεξουαλική και το κύριο θέμα είναι η δύναμη και το κακό.

Πολλές είναι στο μυθιστόρημα οι εισηγήσεις του μεσαιωνικού χαρακτήρα και όλη η εργασία στηρίζεται σε δομές μυθολογικού χαρακτήρα, όπως αυτή των Αργοναυτών ή του Τειρεσία αρσενικού και θηλυκού, πλησιάζοντας το σύγχρονο σύστημα του Οδυσσέα του Τζόις (αν και το αρνήθηκε ο Παζολίνι, όπως μπορείτε να διαβάσετε στο υπόμνημα "η γραφή").

Ο Παζολίνι γράφει ότι το έργο αυτό θα είχε υποβληθεί "με τη μορφή μιας κριτικής έκδοσης ενός αδημοσίευτου κειμένου",  υπόθεση που ο ξαφνικός θάνατος του συγγραφέα το έκανε πραγματικότητα.

Το εξαφανισμένο κεφάλαιο

Στις 2 Μαρτίου 2010 ανακοινώθηκε από τον Marcello Dell'Utri την ανακάλυψη ενός από τα ελλείποντα κεφάλαια του μυθιστορήματος "Petrolio". Το κεφάλαιο "Lampi su Eni" είχε εξαφανιστεί από τα χαρτιά του χειρογράφου, και ως εκ τούτου δόθηκε στη δημοσιότητα μετά τον θάνατό του λειψό. Το κεφάλαιο θα έπρεπε να είχε παρουσιαστεί στα εγκαίνια της ΧΧΙ έκθεσης  των παλαιών βιβλίων στο Μιλάνο. Ωστόσο, ποτέ δεν παρουσιάστηκε στην έκθεση. Ο Βάλτερ Βελτρόνι εισάγεται εν προκειμένω μια κοινοβουλευτική ερώτηση προς τον τότε Υπουργό Πολιτισμού Sandro Bondi. 


"Είναι ένα μυθιστόρημα, αλλά αυτό δεν είναι γραμμένο, όπως τα πραγματικά  μυθιστορήματα: η γλώσσα του είναι εκείνη που θα χρησιμοποιηθεί στα δοκίμια, για ορισμένα άρθρα εφημερίδων, σε κριτικές, σε ιδιωτικές επιστολές ή ακόμη και για την ποίηση ..."

πηγές: https://it.wikipedia.org, http://tvxs.gr/, http://www.pierpaolopasolini.it/
τα αποσπάσματα των έργων του Παζολίνι είναι σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Κοκολογιάννη

To συγκεκριμένο αφιέρωμα, μεταδόθηκε από την Ραδιοφωνική εκπομπή
Poetry "N" Music    ( https://www.facebook.com/events/1568242846774231/ )
στο MYCYradio ( http://mycyradio.eu/listenwatch-live-popup/ ) κάθε Δευτέρα στις 18.00







Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Ο αναρχικός τραπεζίτης - Φερνάντο Πεσσόα (Fernando Pessoa) : Κριτική βιβλίου

"Ο Αναρχικός τραπεζίτης του Πεσσόα, που δημοσιεύτηκε το 1922, είναι σαν να γράφτηκε σήμερα. Το διήγημα, με τον οξύμωρο τίτλο, παραμένει τόσο επίκαιρο, τόσο αειθαλές και ριζοσπαστικό, σε μία περίοδο όπου δόγματα και πρόσημα έχουν αποπροσανατολίσει ολόκληρες γενιές" σχολιάζει πολύ εύστοχα ο Άρης Πορτοσάλτε στον πρόλογο του βιβλίου. Ένα από τα πιο διαχρονικά βιβλία που τολμούν να τα βάλουν με την καθεστηκυία τάξη, τις σαθρές νοοτροπίες ανθρώπων. Αυτών που θέλουν να τα αλλάξουν όλα χωρίς να θέλουν να αλλάξουν οι ίδιοι. Ο Πεσσόα με αιχμηρό και προφητικό λόγο που δεν αφήνει περιθώρια για αμφισβήτηση καταθέτει ένα κείμενο κόλαφο για τον άνθρωπο του τότε και του σήμερα. Πόσο συγκλονιστικός, πόσο ακαταμάχητος και πόσο επώδυνα σημερινός είναι ο Πεσσόα μαρτυρώντας την υποκρισία της κοινωνίας που πνίγεται στις ίδιες της τις εμμονές με το παλιό που υποτίθεται πως θέλει να το διώξει για να φέρει το δήθεν εκσυγχρονιστικό αλλά τελικά είναι χειρότερο από καθετί παλιό. Ένα καινούργιο που οδεύει με μαθηματική ακρίβεια στην οπισθοδρόμηση και τον συντηρητισμό γιατί είναι όμηρος του πιο παλιού από το παλιό. Ίδιας φιλοσοφίας υπό διαφορετικό πρίσμα με αυτό που αργότερα ο Βίλχελμ Ράιχ θα γράψει στο "Άκου ανθρωπάκο" για τον μικρόψυχο και μικροπρεπή άνθρωπο, ο Πεσσόα είναι ένας χρήσιμος φιλόσοφος για όλους εκείνους που επιθυμούν τα πράγματα με το όνομά τους.

Αναρχικός για τον Πεσσόα δεν είναι - πόσο καθρεφτίζεται άραγε αυτό στους "επαναστάτες" γύρω μας που κηρύττουν μία αλλαγή χωρίς ξεβόλεμα - μία έννοια αόριστη που εκπροσωπεί κάτι άναρχα δομημένο ως σκέψη για να επιφέρει το χάος. Είναι μία συμφωνία που διέπεται από την διάφανη και καθαρή απαλλαγή από τις λεγόμενες κοινωνικές επινοήσεις που προσφέρουν εξάρτηση και ασκούν αρνητική επιρροή στην λειτουργία του ανθρώπου στα πλαίσια της κοινωνίας. Το κράτος και το χρήμα, έννοιες αλληλένδετες που μυρίζουν σήψη και σπέρνουν διαφθορά έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί να υπηρετούν συμφέροντα και  αποτελούν τους εχθρούς του τραπεζίτη. Καπνίζοντας το πούρο του βάλει κατά αυτών που υποστηρίζουν και συντηρούν ένα κράτος άρρωστο, διεφθαρμένο και σάπιο. Ο αναρχικός τραπεζίτης είναι ένας άνθρωπος εργαζόμενος, καθημερινός, αγωνιστής όχι με την έννοια του επαναστάτη που θέλει να αποδομήσει τα πάντα για να έρθει αυτός στην εξουσία. Είναι αυτός που θέλει να δει την αλλαγή μέσα του πριν την δει στον κόσμο για να παραφράσω μία ρήση του Μαχάτμα Γκάντι. Εναντιώνεται σε ο,τιδήποτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά μίας ελεύθερης κοινωνίας, ελεύθερης από δεσμά και αλυσίδες που την οδηγούν προς τα πίσω. «Κατέληξα στο εξής συμπέρασμα. Στόχος: η αναρχική κοινωνία, η ελεύθερη κοινωνία. Μέσο: το πέρασμα, χωρίς μεταβατική περίοδο, από την αστική στην ελεύθερη κοινωνία». Αυτά ευαγγελίζεται ο τραπεζίτης που κατέκτησε πρώτα ο ίδιος την δική του ελευθερία αφού απαλλάχθηκε από το επαχθές βάρος του εξάρτησης από το χρήμα.

Το κείμενο του Πεσσόα ενέχει όλα αυτά που ταλαιπωρούν τον σύγχρονο άνθρωπο, αλήθειες που βιώνουμε καθημερινά σε μία κοινωνία έρμαιο των επινοήσεων που την κλυδωνίζουν σε ένα παρόν χωρίς μέλλον. Γράφει ο Πεσσόα:

 «Είναι σαφές ότι δεν υποχρεούμαστε να φροντίσουμε ώστε να μην εμποδίσουμε την «ελευθερία» των εξουσιαστών, των τακτοποιημένων, όλων αυτών που εκπροσωπούν τις κοινωνικές επινοήσεις και ωφελούνται από αυτές. Αυτό δεν είναι ελευθερία. Είναι η ελευθερία της τυραννίας, η οποία είναι το αντίθετο της ελευθερίας». Και άραγε στο σήμερα όπου το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής τάξης κηρύσσει την αλλαγή και την εκ βάθρων επανίδρυση του κράτους και των αξιών, ο άνθρωπος γιατί ποτέ δεν βιώνει την αλλαγή αυτή αλλά συνεχώς κατακρημνίζεται στον βούρκο της ασυδοσίας? Και αν οι ίδιοι οι πολίτες, όπως ο τραπεζίτης, δεν είναι αυτοί που θα πρέπει να δράσουν με σκοπό την βελτίωση της ίδιας τους της ζωής και της επιστροφής σε ένα καθεστώς υγιές τότε ποιος θα ασχοληθεί για την δική τους ζωή; Ο τραπεζίτης, ο αναρχικός, είναι απέναντι στους οργανωμένους συνδικαλιστές τους οποίους άλλωστε και κατηγορεί ανοιχτά για την αδράνειά τους. Αυτοί είναι που προκάλεσαν την αναρχία για να βρεθούν οι ίδιοι σε θέσεις ισχύος και να αναλάβουν τα ηνία. Αναφέρει επ’αυτού: «Από ιστορία δεν ξέρω πολλά, ωστόσο όσα ξέρω συμφωνούν με όσα λέω, και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Τι βγήκε από τις πολιτικές αναταραχές στη Ρώμη; Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ο στρατιωτικός δεσποτισμός της. Τι βγήκε από τη Γαλλική Επανάσταση; Ο Ναπολέων και ο στρατιωτικός δεσποτισμός του. Και θα δεις και εσύ ο ίδιος τι θα βγει από τη Ρωσική Επανάσταση…Κάτι που θα καθυστερήσει για δεκαετίες την εγκαθίδρυση της ελεύθερης κοινωνίας».

Σε έναν κόσμο που διέπεται όλο και περισσότερο από τις κοινωνικές επινοήσεις όπως το κράτος και το χρήμα που παρασέρνουν όλα στο διάβα τους, ο αναρχικός τραπεζίτης και το προφίλ του είναι σχεδόν εκατό χρόνια μετά η αναγκαία ταυτότητα του ανθρώπου. Αυτού που δημιούργησε, που μόχθησε, που δούλεψε για να μπορεί να εκφέρει άποψη και να έχει το δικαίωμα να μιλάει την γλώσσα της αλήθειας. Δυστυχώς αυτό το κείμενο οφείλει να είναι ευαγγέλιο για όλους εκείνους που με μηδενική προσφορά στην κοινωνία διατυμπανίζουν πως έχουν τις λύσεις. Όμως όπως υπογραμμίζει γλαφυρά ο Πεσσόα μέσω του ομιλητή του: «Ο βαθμός ευφυΐας ή θέλησης ενός ατόμου έχει να κάνει μόνο με τον εαυτό του και τη Φύση».
                                 
«Τι θέλει ο αναρχικός? Την ελευθερία – την ελευθερία για τον εαυτό του και για τους άλλους, για ολόκληρη την ανθρωπότητα»

Το βιβλίο του Φερνάντο Πεσσόα, με τίτλο Ο αναρχικός τραπεζίτης, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας.

πηγή: www.culturenow.gr γράφει ο Γιάννης Αντωνιάδης

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Κοραλία Δημητριάδη (Coraly Dimitriadis) - Ποιήματα για την αγάπη και το γαμήσι

Η Κοραλία Δημητριάδη γεννήθηκε στη Μελβούρνη της Αυστραλίας από Ελληνοκύπριους γονείς. Γράφει πρόζα, ποίηση και διηγήματα. Έχει δημοσιευτεί ευρέως και έχει προταθεί για διάφορα λογοτεχνικά βραβεία. Παρουσιάζει στο κοινό, συχνά, την ποίησή της σε παραστάσεις, με τη συνοδεία μουσικών πειραματισμών. Το μυθηστόρημά της Misplaced, επιλέχθηκε να λάβει μέρος στο Hachette Australia Manuscript Development Program. Υπήρξε μπλόγκερ για το Overland από το 2009 ως το 2012. Το 2013 έλαβε τη χορηγεία ArtStart για να δημιουργήσει 4 ταινίες βασισμένες στα ποιήματά της. Το 2014 έλαβε χορηγεία από το Australian Council for the Arts για να ταξιδέψει στην Κύπρο και να μεταφράσει τη δουλειά της στην ελληνική γλώσσα.


Ηφαίστειο

Λες πως είμαι σαν ηφαίστειο
πως η ποίηση μου αναβλύζει σαν μάγμα
αλλά υπάρχει ένα σημείο που παράβλεψες 
σαν με κρατούσες γυμνή μέσα στη νύχτα

Είναι αδύνατο να ζήσεις μέσα σε ένα ηφαίστειο
Δεν μπορείς να σταθείς δίπλα σε ένα 
Και τα χωριά κοντά του 
αφανίζονται απ' τις εκρήξεις 
Κόκκινο, οξύθυμο, αμετανόητο
το ηφαίστειο δεν δείχνει έλεος
φυσικά καλύπτει και ξανακαλύπτει
το περιβάλλον του με ζεστό πέτρινο υγρό

Υπάρχει ένα σημείο που παράβλεψες
σαν με πολεμούσες γυμνή μέσα στη νύχτα

Κανείς δεν είναι αρκετά τρελός
Να κοντέψει ένα ηφαίστειο
Και αυτοί που το κάνουν 
Δεν επιβιώνουν πολύ



Δες Εμένα

Δεν
με βλέπεις
βλέπεις
Το δαχτυλίδι
Το παιδί
Την μητέρα
Τον πατέρα
ΔΕΣ ΠΙΟ ΒΑΘΙΑ
Είμαι 
εγώ
Είμαι
περισσότερη
Είμαι 
Δική σου


Πρέπει να μιλήσουμε

Πρέπει να μιλήσουμε! Είναι ανάγκη να μιλήσουμε!
Αλλά μετά σε βλέπω και μου πέφτουν όλες οι 

λ      έ
                               ξ            ε        ι
                                   ς
μέχρι να τα θυμηθώ, όταν θα με αφήσεις ξανά


Η ποιητική συλλογή Ποιήματα για Αγάπη και για Γαμήσι της Coraly Dimitriadis κυκλοφορεί στην Κύπρο από τις εκδόσεις ΑΣΤΑΜΑΝ. Μπορείτε να την παραγγείλετε στέλνοντας email στη διεύθυνση bookbox.cy@gmail.com 



Κατερίνα Γώγου «Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του»

  Γράφει η Θέκλα Γεωργίου Επιλογή μουσικής Θέκλα Γεωργίου και Κωνσταντίνος Κοκολογιάννης «Ο μόνος τρόπος να ζήσεις και να πεθάνεις είναι να ...